Skip to main content

LNG carriers: 23% του tonnage στους Greeks

Θετικές οι προοπτικές, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να κατέχουν το 17% του συνολικού βιβλίου Gas παραγγελιών

Στο 54% της υπάρχουσας μεταφορικής ικανότητας ανέρχεται το βιβλίο παραγγελιών για νέα LNG carriers, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις των Clarksons.

Σύμφωνα με τη Sarah Holden, αναλύτρια της Clarksons Research, η κάθετη αύξηση των παραγγελιών για νέα LNG carriers θα καταφέρει να απορροφηθεί τα επόμενα χρόνια από τα νέα project φυσικού αερίου που αναμένεται να παραδοθούν σε διάφορες περιοχές του  πλανήτη. Σε μια αγορά που οι Έλληνες εφοπλιστές ελέγχουν το 23% της παγκόσμιας χωρητικότητας.

Υποδομές

«Αν και παρατηρούμε ότι διανύουμε μια περίοδο που η αγορά χαρακτηρίζεται ήπια, καθώς τα νέα πλοία παραδίδονται στις ναυτιλιακές εταιρείες πριν ολοκληρωθούν τα έργα, ο κλάδος αναμένεται να σημειώσει ισχυρά κέρδη, καθώς οι νέοι τερματικοί σταθμοί τίθενται σταδιακά σε λειτουργία», σημείωσε η κ. Sarah Holden.

«Σύμμαχοι» των LNG carriers είναι η δυναμική της ενεργειακής πράσινης μετάβασης αλλά και η ασιατική ζήτηση φυσικού αερίου.

Είναι δύο παράγοντες ανάπτυξης για τις επόμενες δεκαετίες, αφού το υγροποιημένο φυσικό αέριο θεωρείται το μεταβατικό καύσιμο στην πορεία για το net zero, ενώ παράλληλα είναι το μοναδικό εναλλακτικό καύσιμο για το οποίο έχουν αναπτυχθεί επαρκείς υποδομές, αφού αυτές αναπτύσσονται τα τελευταία 25 χρόνια.

«Οι ισχυρές επενδύσεις των τελευταίων ετών έχουν προετοιμάσει τον τομέα για μια σημαντική φάση ανάπτυξης», υπογραμμίζει η κ. Holden και προσθέτει: «Τόσο η εξαγωγική ικανότητα όσο και το μέγεθος του στόλου θα μπορούσαν να επεκταθούν κατά περισσότερο από 40% τα επόμενα τέσσερα χρόνια».

Και αυτό γιατί ο αριθμός των νέων projects θα επιταχυνθεί σημαντικά από το επόμενο έτος, με περίπου 60 εκατ. τόνους νέας δυναμικότητας ετησίως να προστίθενται κάθε χρόνο από το 2025 έως το 2027, σημειώνει η Clarksons Research. Η ανάπτυξη οδηγείται από τις ΗΠΑ και το Κατάρ, αλλά και άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Δυτική Αφρική και η Μέση Ανατολή, οι οποίες θα αυξήσουν επίσης τη δυναμικότητά τους.

Οι τελευταίες εξελίξεις

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η ψαλίδα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση για τη ναυλαγορά των LNG carriers δείχνει να κλείνει, μετά και τη σημαντική άνοδο των ναύλων στη λεκάνη του Ειρηνικού.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ναυλομεσιτικής Fearnleys, οι ναύλοι των LNG carriers, μεταφορικής ικανότητας περίπου 160.000 κ.μ., ανατολικά του Σουέζ, σημείωσαν άνοδο 11.000 σε εβδομαδιαία βάση και διαμορφώθηκαν στα 50.000 δολ./ημέρα.

Την ίδια ώρα, οι ναύλοι δυτικά του Σουέζ, για ένα πλοίο ίδιων προδιαγραφών, παρέμειναν σταθεροί σε εβδομαδιαία βάση, στα 65.000 δολ./ημέρα.

Όσον αφορά τους ναύλους στα συμβόλαια χρονοναύλωσης, δεν σημειώθηκε κάποια άνοδος σύμφωνα με τη Fearnley. Έτσι, σε ένα συμβόλαιο διάρκειας ενός έτους, το κόστος ναύλωσης ενός TFDE LNG carrier, μεταφορικής ικανότητας περίπου 160.000 κ.μ., ανέρχεται σε 61.000 δολάρια την ημέρα.

Οι παραγγελίες, φέτος, ύψους 11,5 εκατ. κυβικών μέτρων, υπερβαίνουν ήδη το σύνολο του έτους 2023. Συνολικά, σχεδόν για 400 πλοία έχουν υπογραφεί συμβόλαια ναυπήγησης από το 2021 μέχρι φέτος, επισημαίνεται χαρακτηριστικά.

Από αυτά, τη μερίδα του λέοντος έχει το Κατάρ, ο ναυτιλιακός όμιλος του οποίου έχει προχωρήσει σε 120 νέες παραγγελίες LNFG carriers.

Το βιβλίο παραγγελιών ανέρχεται πλέον σε ρεκόρ 62,5 εκατ. cbm, που αντιστοιχεί στο 54% της υπάρχουσας χωρητικότητας του στόλου, σημειώνει η Clarksons Research.

Μερίδιο αγοράς

Τα κινεζικά ναυπηγεία έχουν επεκτείνει το μερίδιο αγοράς και κατέχουν πλέον το 27% της χωρητικότητας των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου που έχουν παραγγελθεί, με τη Νότια Κορέα να εξακολουθεί να κατέχει την πρώτη θέση, με 70%.

Αλλά την ίδια στιγμή οι ναύλοι, λόγω και των καθυστερήσεων στην παράδοση των μεγάλων project φυσικού αερίου, έχουν πέσει, με τα επίπεδα στη spot αγορά να ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 55.000 δολάρια ανά ημέρα το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους για ένα πλοίο 174.000 cbm 2χρονης κίνησης.

«Οι παραδόσεις έχουν πλήξει τα κέρδη, καθώς και ο ήπιος χειμώνας και τα υψηλά αποθέματα φυσικού αερίου στην Ευρώπη που μείωσαν την περιφερειακή ζήτηση εισαγωγών», εξήγησε η κ. Holden.