Οι επενδύσεις σε ευέλικτες απέναντι στα πολλαπλά διαφορετικά καύσιμα μηχανές είναι σήμερα ο πιο συνετός τρόπος για να ανταποκριθεί ένας πλοιοκτήτης στις εμπορικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις που φέρνουν οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί, οι οποίοι αναμένεται να οδηγήσουν σε «εκτόξευση» του κόστους των ορυκτών καυσίμων.
Αυτό λέει στη «Ν» ο Γιάννης Χριστόπουλος, γενικός διευθυντής Ελλάδας και Κύπρου στην Wärtsilä Marine. O φινλανδικός όμιλος τεχνολογίας προσφέρει λύσεις καινοτομίας στη ναυτιλιακή βιομηχανία και στον κλάδο της ενέργειας, έχοντας λανσάρει, μεταξύ άλλων, έναν υποσχόμενο κινητήρα αμμωνίας.
«Με μία μικρή αλλαγή εξαρτημάτων, οι τωρινές μηχανές των πλοίων μπορούν να μετατραπούν για να λειτουργούν με διαφορετικούς τύπους καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του LNG, των βιοκαυσίμων, της μεθανόλης και της αμμωνίας» σημειώνει ο κ. Χριστόπουλος.
«Αυτή η ευελιξία επιτρέπει στους operators των πλοίων να επιλέγουν την πιο οικονομικά αποδοτική και άμεσα διαθέσιμη επιλογή καυσίμου ανά πάσα στιγμή. Και το πιο σημαντικό είναι ότι αποφεύγουν τον κίνδυνο δημιουργίας αδρανών περιουσιακών στοιχείων, αντιμετωπίζοντας, παράλληλα, την “wait and see” προσέγγιση που επιβραδύνει την πρόοδο στην απανθρακοποίηση του παγκόσμιου στόλου» συμπληρώνει.
Εκτόξευση κόστους
Μιλώντας για το ρυθμιστικό περιβάλλον και τους κανονισμούς σε επίπεδο Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) και Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Χριστόπουλος εκτιμά ότι θα οδηγήσουν τη ζήτηση για νέα καύσιμα.
Όπως σημειώνει, μία πρόσφατη έκθεση της Wärtsilä πάνω στα βιώσιμα καύσιμα για τη ναυτιλία έως το 2050 κατέδειξε ότι το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων (EU ETS) και η Πρωτοβουλία FuelEU Maritime (FEUM) θα επιφέρουν υπερδιπλασιασμό του κόστους χρήσης των ορυκτών καυσίμων έως το 2030.
«Μέχρι το 2035, αυτά τα μέτρα θα δημιουργήσουν ισοτιμία κόστους μεταξύ ορυκτών και βιώσιμων καυσίμων, κάτι που θα ανατρέψει τις ισορροπίες αναφορικά με τις επενδύσεις και την προμήθεια καυσίμων κατά τη λειτουργία στα ύδατα της Ε.Ε.» τονίζει ο κ. Χριστόπουλος.
Έως τότε, βέβαια, και για όσους πλοιοκτήτες δεν είναι ακόμη πρόθυμοι να επενδύσουν τώρα σε εναλλακτικά καύσιμα, η αξιοποίηση απλών πρακτικών συντήρησης μπορεί, όπως λέει ο κ. Χριστόπουλος, να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αποδοτικότητα των πλοίων. «Μέσω ορισμένων βελτιώσεων -ακόμη και μικρών- μπορούν να επιτύχουν σημαντικές εξοικονομήσεις στην κατανάλωση καυσίμων» επισημαίνει.
Βασική λύση η αμμωνία
Η συζήτηση με τον κ. Χριστόπουλο έλαβε χώρα στη διάρκεια των Ποσειδωνίων. Ένα από τα μεγάλα θέματα που αναλύθηκαν ενδελεχώς στην έκθεση ήταν η βιωσιμότητα της αμμωνίας ως εναλλακτικού καυσίμου.
«Παρότι δεν είναι η μόνη απάντηση στη μεγάλη ερώτηση για το ποιο καύσιμο θα επικρατήσει στο μέλλον, η αμμωνία είναι σίγουρα μία από τις βασικές υποψήφιες επιλογές για να βοηθήσουν τη βιομηχανία να ανταποκριθεί στους στόχους εκπομπών του ΙΜΟ» αναφέρει ο κ. Χριστόπουλος.
Πέρυσι, η Wärtsilä Marine εισήγαγε την πρώτη εμπορικά διαθέσιμη λύση τετράχρονου κινητήρα κατανάλωσης καυσίμου αμμωνίας, ως τμήμα της πλατφόρμας κινητήρων Wärtsilä 25.
«Η μηχανή Wärtsilä 25 έχει σχεδιαστεί για εύκολη υιοθέτηση εναλλακτικών καυσίμων και δεδομένης της προηγούμενης δυνατότητας λειτουργίας σε diesel, LNG, αέριο ή υγρά βιοκαύσιμα ουδέτερου άνθρακα, ήταν μία προφανής λύση για την προσθήκη της αμμωνίας στις προδιαγραφές της. Η ασφάλεια και η αποδοτικότητα αποτέλεσαν κεντρικό στοιχείο για τον σχεδιασμό της λύσης» εξηγεί.
Τα συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα
Ένα ακόμη πολύ ενδιαφέρον θέμα συζήτησης στα Ποσειδώνια και ιδιαίτερα στις τάξεις των Ελλήνων πλοιοκτητών ήταν τα συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα.
«Καθώς τα ορυκτά καύσιμα θα είναι τμήμα του μίγματος καυσίμων έως το 2050 και αργότερα, η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS) θα διαδραματίσει πιθανότατα σημαντικό ρόλο στην απανθρακοποίηση, αν και όχι ως η μοναδική λύση» αναφέρει ο κ. Χριστόπουλος.
«Το βασικό πλεονέκτημα της τεχνολογίας είναι ότι μπορεί να προσφέρει 70% μείωση στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα υφιστάμενα ορυκτά καύσιμα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί με καύσιμα όπως η μεθανόλη για να βελτιώσει την ένταση άνθρακα» προσθέτει ο γενικός διευθυντής Ελλάδας και Κύπρου στην Wärtsilä Marine.
«Η τεχνολογία», συνεχίζει, «χρησιμοποιείται ήδη σε εφαρμογές στην ξηρά και επομένως θεωρείται ώριμη, αποδεδειγμένη και εμπορικά βιώσιμη, ενώ στη ναυτιλία τα συστήματα scrubbers είναι ευρέως αποδεκτά και κατανοητά».
Σημειώνεται ότι η εγκατάσταση των συστημάτων CCS σε ένα βαπόρι είναι παρόμοια με την ενσωμάτωση ενός scrubber, πραγματοποιείται, δηλαδή, μέσω retrofits (μετασκευών).
Φυσικά, όπως και σε κάθε καινούργια τεχνολογία, δεν λείπουν και οι προκλήσεις. Το μεγαλύτερο θέμα, σύμφωνα με τον κ. Χριστόπουλο, είναι η διαχείριση της διάθεσης του συλλεχθέντος άνθρακα και η διασφάλιση της ύπαρξης υποδομών, κανονισμών και πρακτικών εντός του ναυτιλιακού οικοσυστήματος.