«Εκτοξεύτηκαν» οι εκπομπές άνθρακα των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στη διαδρομή Άπω Ανατολής – Μεσογείου, στον απόηχο της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα και των αναδρομολογήσεων σε μεγαλύτερες εμπορικές ρότες.
Σύμφωνα με εκτενή έρευνα του νορβηγικού οίκου Xeneta, ο δείκτης CEI (Carbon Emissions Index) σημείωσε άνοδο 63,1% το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους συγκριτικά με το τέταρτο τρίμηνο του 2023, «σκαρφαλώνοντας» στις 140,8 μονάδες από 86,3 μονάδες.
Ο εν λόγω δείκτης βασίζεται στις μέσες εκπομπές CO2 ανά μεταφερόμενο τόνο φορτίου, με περίοδο αναφοράς το πρώτο τρίμηνο του 2018. Οποιαδήποτε ένδειξη κάτω από 100 υποδηλώνει βελτίωση της αποδοτικότητας των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
H επίδοση του CEI στα ταξίδια Άπω Ανατολής – Μεσογείου είναι η χειρότερη ανάμεσα σε όλες τις εμπορικές διαδρομές, όταν το τέταρτο τρίμηνο του 2023 ήταν η καλύτερη.
Οι αναλυτές της Xeneta επισημαίνουν ότι το διάστημα Ιανουαρίου – Μαρτίου 2024 η μέση βαθμολογία CEI στις 13 μεγαλύτερες διαδρομές μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων έκανε «άλμα» 15,2% σε σχέση με την περίοδο Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2023, ανεβαίνοντας στις 107,5 μονάδες.
Συγκρίνοντας το φετινό πρώτο τρίμηνο με το πρώτο τρίμηνο του 2018, μόλις πέντε από τις 13 ρότες είχαν χαμηλότερες εκπομπές CO2 ανά μεταφερόμενο τόνο φορτίου. Πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση από το δεύτερο τρίμηνο του 2018.
«Δεν είναι έκπληξη ότι οι εμπορικές διαδρομές με τις μεγαλύτερες αυξήσεις CO2 είναι αυτές ανάμεσα στην Άπω Ανατολή και την Ευρώπη με τα ταξίδια Άπω Ανατολή – Μεσόγειος και Άπω Ανατολή – Βόρεια Ευρώπη, Μεσόγειος – Άπω Ανατολή και Βόρεια Ευρώπη – Άπω Ανατολή να καταλαμβάνουν τις τέσσερις πρώτες θέσεις στις τριμηνιαίες αυξήσεις του CEI» τονίζει η Emily Stausboll, αναλύτρια της Xeneta.
Τι ωθεί τις αυξήσεις
Όπως εξηγεί η κ. Stausboll, η κλιμάκωση των επιθέσεων των Χούθι κατά της εμπορικής ναυτιλίας έχει οδηγήσει την πλειονότητα των containerships σε αποφάσεις αποφυγής της Διώρυγας του Σουέζ, κάτι που σημαίνει ότι το εμπόριο Άπω Ανατολής – Ευρώπης και Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ εκτρέπεται από το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας στην Αφρική.
«Αυτή η συνθήκη όχι μόνο έχει προκαλέσει ευρείες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και έχει ενισχύσει το κόστος μεταφοράς διά θαλάσσης, αλλά οι μακρινότερες αποστάσεις που διανύουν τα πλοία έχουν επιφέρει και τεράστιες αυξήσεις στις εκπομπές άνθρακα» τονίζει η αναλύτρια.
Σύμφωνα με την Xeneta, οι εκτροπές από το Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας μεταφράζονται σε αύξηση 11% της μέσης απόστασης που διανύει ένα containership, συγκριτικά με τις αρχές του 2023.
Στο εμπόριο Άπω Ανατολής – Μεσογείου, η μέση διανυόμενη απόσταση έχει διογκωθεί κατά 60,7% από το περσινό τελευταίο τρίμηνο έως το πρώτο φετινό. «Αυτό σημαίνει ότι ένα container στο εν λόγω εμπόριο μεταφέρεται πλέον κατά μέσο όρο σε 15.200 ναυτικά μίλια, έναντι 9.400 ναυτικών μιλίων το τέταρτο τρίμηνο του 2023» αναφέρει η Stausboll.
Την ίδια ώρα, όμως, οι εκτροπές από το νότιο άκρο της Αφρικής έχουν δημιουργήσει πρόσθετη μεταφορική ζήτηση, με αποτέλεσμα τα πλοία να πρέπει να επιταχύνουν για να μετριάσουν τα μεγαλύτερα δρομολόγια, καίγοντας περισσότερο καύσιμο στη διαδικασία.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι μέσες ταχύτητες πλεύσης των containerships χωρητικότητας 12.000 – 17.000 TEUs έφτασαν τους 15,4 κόμβους τον Ιανουάριο, με βάση το ναυλομεσιτικό οίκο Clarksons, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2022 εν μέσω πανδημίας.
Ένας ακόμη παράγοντας που επηρεάζει την απόδοση άνθρακα των πλοίων είναι η αξιοποίηση μεγαλύτερης ηλικίας πλοίων. «Οι carriers επιστρατεύουν παλαιότερα, λιγότερο αποδοτικά πλοία για να καλύψουν τη ζήτηση» τονίζει η Stausboll. Για παράδειγμα, στο δρομολόγιο Άπω Ανατολής – Μεσογείου, η μέση ηλικία των πλοίων έχει αυξηθεί στα 7,4 έτη το φετινό πρώτο τρίμηνο, ένα έτος μεγαλύτερο από το τέταρτο τρίμηνο του 2024.