Στο «απροσδόκητο comeback» της ναυλαγοράς των containerships στάθηκε ο επικεφαλής της Euroseas, Αριστείδης Πίττας, κατά την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2023, στα οποία ξεχώρισε η υψηλή κερδοφορία της εισηγμένης.
Όπως είπε ο πρόεδρος και CEO της ναυτιλιακής, οι μονοετείς ναυλώσεις σημειώνουν άνοδο περίπου 35% από τα χαμηλά επίπεδα που καταγράφηκαν τον Δεκέμβριο του 2023. «Αυτή η ανάκαμψη φαίνεται πως είναι το αποτέλεσμα κυρίως των διαταραχών στα εμπορικά πρότυπα από τις επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, οδηγώντας σε μακρινότερα ταξίδια, καθώς τα πλοία αποφεύγουν την περιοχή» εξήγησε ο πλοιοκτήτης.
«Σαφώς, ο βαθμός, κατά τον οποίο αυτές οι επιθέσεις θα συνεχιστούν, θα διαμορφώσει τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των ναύλων. Ορισμένα από τα πλοία μας επωφελήθηκαν από αυτό το καλύτερο περιβάλλον ναύλων και αναμένουμε ότι τα επόμενα τέσσερα νεότευκτα που παραδίδονται μέσα στους επόμενους 4-5 μήνες θα επωφεληθούν εξίσου» συνέχισε ο κ. Πίττας.
Ενισχυμένα οικονομικά μεγέθη
Τα μακροχρόνια συμβόλαια που εξασφάλισε η Euroseas, στη διάρκεια του ράλι της αγοράς τα προηγούμενα χρόνια, οδήγησαν σε ισχυρά αποτελέσματα, ενώ σημαντικά υψηλό είναι το ποσοστό του στόλου με ναυλώσεις για το τρέχον έτος, αλλά και το 2025.
Τα έσοδα της εισηγμένης «σκαρφάλωσαν» στα 189,35 εκατ. δολάρια το 2023 από 182,7 εκατ. δολάρια το 2022, ενώ τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν στα 114,54 εκατ. δολάρια από 106,24 εκατ. δολάρια ένα χρόνο πριν.
Σε επίπεδο τέταρτου τριμήνου, τα έσοδα ανήλθαν το 2023 σε 49 εκατ. δολάρια, έναντι 42,88 εκατ. δολαρίων το 2022 και η κερδοφορία σε 24,72 εκατ. δολάρια από 20,33 εκατ. δολάρια το 2022.
«Εκτιμούμε ότι η κερδοφορία είναι επαρκώς προστατευμένη το 2024 από το ανεκτέλεστο συμβασιοποιημένων εσόδων άνω των 350 εκατ. δολαρίων. Επίσης, έχουμε εξασφαλίσει σημαντικά έσοδα και για το 2025, έχοντας καλύψει άνω του 25% των διαθέσιμων ημερών σε ιδιαίτερα κερδοφόρα επίπεδα» τόνισε ο κ. Πίττας.
Το διοικητικό συμβούλιο της Euroseas αύξησε το τριμηνιαίο μέρισμα κατά 20%, στα 0,60 δολάρια ανά μετοχή, το οποίο θα καταβληθεί στις 15 Μαρτίου 2024.
Ο στόλος της εισηγμένης αποτελείται από 20 containerships, ενώ αναμένει την παράδοση έξι ακόμη νεότευκτων.