Νέες αυξήσεις στις τιμές καταναλωτικών προϊόντων και καθυστερήσεις της άφιξής τους στα ράφια των καταστημάτων δημιουργεί η αναγκαστική παράκαμψη της Ερυθράς Θάλασσας από πολλές ναυτιλιακές εταιρείες, καθιστώντας επιτακτική ανάγκη την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των επιχειρήσεων στις γεωπολιτικές διαταραχές.
Η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα, εφόσον συνεχιστεί, θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς, με βάση ανάλυση του ΣΕΒ, αυξάνει το κόστος (ένα εμπορευματοκιβώτιο από την Ασία στην Ευρώπη αγγίζει τα 7.000 ευρώ) και τον χρόνο μεταφοράς (2 έως 4 εβδομάδες μεγαλύτερη διάρκεια), καθυστερεί τον χρόνο παράδοσης (τουλάχιστον 20 ημέρες, ειδικά για τα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου), ανεβάζει τα ασφάλιστρα και το κόστος των πρώτων υλών, ενώ έχει αρνητικές συνέπειες και στην απασχόληση.
Ο ΣΕΒ, στην προσπάθειά του να απαντήσει σε αρκετά ερωτήματα για τις επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο και την εφοδιαστική αλυσίδα και συζητώντας με μέλη και φορείς, διοργανώνει ενημερωτική εκδήλωση, την Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024, με την υποστήριξη του ΕΒΕΑ και των περιφερειακών βιομηχανικών Συνδέσμων ΣΒΑΠ, ΣΒΘΣΕ, ΣΘΕΒ, ΣΕΒΠΕ&ΔΕ και ΣΒΣΕ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το 15% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου, το 8% του εμπορίου σιτηρών, το 12% του θαλάσσιου πετρελαίου και το 8% του θαλάσσιου υγροποιημένου φυσικού αερίου διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα. Επίσης, το 40% του εμπορίου Ασίας-Ευρώπης γίνεται συνήθως από τη θάλασσα και δη από την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ το 40% των καταναλωτικών ειδών που μεταφέρονται από τη Βορειοανατολική Ασία στις ΗΠΑ, καθώς και πλοία που μεταφέρουν καύσιμα, σιτηρά και μέταλλα διέρχονται από τη Διώρυγα του Παναμά.
Με δεδομένο ότι η κυριότερη προέλευση των φορτίων προς τον Πειραιά είναι από τις αγορές της Ασίας και δη της Κίνας, που έρχονται μέσω του Σουέζ, η αποφυγή της κρίσιμης αυτής αρτηρίας έχει ήδη αρχίσει να επηρεάζει αρνητικά το σύνολο του εμπορίου προς τη Μεσόγειο, με το λιμάνι του Πειραιά να μην αποτελεί εξαίρεση. Είναι προφανές δε, ότι όσο διαρκεί η κρίση τόσο θα επιδεινώνεται η δραστηριότητα της διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων μέσω του λιμανιού του Πειραιά. Ως αποτέλεσμα, ο Δεκέμβριος 2023 έκλεισε με αρνητικό πρόσημο, αντιστρέφοντας τη θετική πορεία των προηγούμενων μηνών.
Για τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι επιπτώσεις είναι πιο άμεσες σε όσες από αυτές, υπό κανονικές συνθήκες, εξάγουν μέσω της Διώρυγας του Σουέζ, σε προορισμούς της Ασίας, της Ωκεανίας και της Ανατολικής Αφρικής. H διαταραχή στις θαλάσσιες μεταφορές και η αλλαγή στις διαδρομές-γραμμές που ακολουθούν τα containerships πυροδοτούν μεταξύ άλλων για τις ελληνικές επιχειρήσεις:
- Αιτήματα μεγαλύτερου ύψους πίστωσης, καθώς οι πελάτες έχουν ανάγκη να κρατούν υψηλότερο στοκ ασφαλείας.
- Αύξηση κόστους πρώτων υλών.
- Έλλειψη containers.
- Αποφυγή Σουέζ, ακόμη και με αυξημένα ασφάλιστρα.
- Αναθεώρηση προϋπολογισμών και αναπροσαρμογή της τιμολογιακής πολιτικής των εταιρειών.
- Επιπτώσεις στις τιμές καταναλωτή, με έντονο φόβο για ανατιμήσεις.
- Πλήγμα και στις εξαγωγές, κυρίως προς τις αναδυόμενες αγορές Ασίας και Ανατολικής Αφρικής. Είναι ορατός ο κίνδυνος να χαθούν πελάτες από τη ΝΑ Ασία για τις ελληνικές εξαγωγικές εταιρείες.
- Καταπόνηση προϊόντων και αύξηση κινδύνου για ζημιές, λόγω των περισσότερων ημερών που περνούν μέσα στο container.
Στην περίπτωση εξαγωγών σε εύφλεκτα χημικά, το ήδη προσαυξημένο μεταφορικό κόστος ΑDR εκτινάσσεται δυσανάλογα. Η αεροπορική μεταφορά, στην οποία θα αναγκαστούν να καταφύγουν κάποιοι εξαγωγείς, είναι ούτως ή άλλως κοστολογικά απαγορευτική. Η κρίση αυτή, πάντα με βάση την ανάλυση του ΣΕΒ, απειλεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επιτόκια, χαμηλότερη ανάπτυξη, επίμονο πληθωρισμό και μεγαλύτερη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες των περισσότερων επιχειρήσεων είναι πλέον εκτεθειμένες στις γεωπολιτικές εξελίξεις. Αυτό όμως αποτελεί και μια μεγάλη ευκαιρία για τις επιχειρήσεις να αναδιαμορφώσουν τα εσωτερικά μοντέλα λειτουργίας, αλλά ταυτόχρονα να ανακτήσουν και μερίδιο αγοράς εις βάρος Ασιατών εξαγωγέων στην Ευρώπη.