Μια επένδυση «υπολογισμένου ρίσκου» χαρακτηρίζονται από ναυτιλιακούς παράγοντες τα πλοία μεταφοράς αμμωνίας, το νέο «καυτό περιουσιακό στοιχείο» σήμερα στην αγορά της ναυτιλίας.
Τους τελευταίους μήνες, πλοιοκτήτες, αρκετοί εκ των οποίων Έλληνες, εισήλθαν στον εν λόγω κλάδο, υπογράφοντας συμβόλαια ναυπήγησης μεγάλων πλοίων μεταφοράς αμμωνίας (VLACs).
«Τα περισσότερα από αυτά τα πλοία πιθανότατα θα απασχοληθούν στο εμπόριο μεταφοράς LPG, όταν παραδοθούν από τα ναυπηγεία το 2027, και θα αξιοποιηθούν κυρίως ως VLGCs (το μεγάλο μέγεθος LPG carrier), με προαιρετική χρήση αμμωνίας.
Στην ουσία, επομένως, δεν έχουμε κάτι καινούργιο μπροστά μας» επισημαίνει με ανάρτησή του στα social media ο Jens Ismar, εκτελεστικός διευθυντής της βελγικής ναυτιλιακής εταιρείας Exmar, που έχει παραγγείλει τέτοια πλοία.
Μπορεί, επομένως, η κατασκευή των ammonia carriers να είναι πιο ακριβή από αυτή των LPG carriers (περίπου 1,5-2 εκατ. δολ., σύμφωνα με ναυλομεσιτικές πηγές), αλλά τουλάχιστον στην αρχή αμφότερα τα μεγέθη θα εξυπηρετήσουν το ίδιο εμπόριο.
«Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως για να απορροφηθούν αυτά τα νέα πλοία, θα απαιτηθεί μια διαρκής ανάπτυξη στις εξαγωγές LPG και ορισμένος πρόσθετος όγκος αμμωνίας», συμπληρώνει ο Ismar.
25 κομβικά χρόνια
Βέβαια, αυτό κάποια στιγμή θα αλλάξει. Αναλυτές εκτιμούν ότι μόλις το εμπόριο μεταφοράς αμμωνίας διά θαλάσσης αποκτήσει μεγαλύτερες διαστάσεις, η ζήτηση γι’ αυτά τα πλοία θα είναι αυξημένη.
Αυτό, ίσως, «βλέπουν» και οι ναυτιλιακές εταιρείες που ξεκινούν από τώρα να παραγγέλνουν τέτοιο τονάζ. H βρετανική εταιρεία ναυτιλιακών αναλύσεων Maritime Strategies International εκτιμά ότι τα επόμενα 25 χρόνια πιθανότατα θα φέρουν έναν μετασχηματισμό στο εμπόριο αμμωνίας, με την καθαρή αμμωνία να παρέχει νέα ζήτηση για σχεδόν 400 μεγάλα πλοία μεταφοράς της, εν συγκρίσει με τον τρέχοντα στόλο των 375 LPG carriers.
«Παρά το υψηλό κόστος και τα ζητήματα ασφάλειας, ο ρόλος της καθαρής αμμωνίας ως μελλοντικού ναυτιλιακού καυσίμου, ως φορέα υδρογόνου για χρήση στην ηλεκτροπαραγωγή και ως πρώτης ύλης για τη βιομηχανία, έχει εδραιώσει τη θέση της στην πράσινη μετάβαση, ιδίως για χρήσεις μεγάλου όγκου» επισημαίνει η MSI.
Αυτό σηματοδοτεί έναν μετασχηματισμό για τη βιομηχανία, η οποία εστίαζε στην παραγωγή λιπασμάτων, καθοδηγούμενη από τις αγορές ενέργειας. Οι μελλοντικοί όγκοι της καθαρής αμμωνίας (μπλε και πράσινης) αναμένεται να επισκιάσουν το υφιστάμενο εμπόριο της γκρίζας αμμωνίας.
Αυτή η εκκολαπτόμενη βιομηχανία εκτιμάται ότι θα επιτύχει εξαγωγές καθαρής αμμωνίας της τάξης των 30 εκατ. τόνων έως το 2030, με προοπτικές να υπερβεί τους 300 εκατ. τόνους έως το 2050.
Ποιοι παραγγέλνουν
Σύμφωνα με δεδομένα που παρουσίασε ο Ismar της ναυτιλιακής Exmar, συνολικά 40 VLACs
έχουν τεθεί εσχάτως υπό παραγγελία σε διεθνές επίπεδο.
Στα των ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών, η Naftomar, συμφερόντων της οικογένειας Zein του Λιβάνου, η οποία από το 1991 εδρεύει στη Βούλα, ήταν από τους πρώτους που παρήγγειλαν\ VLACs, με τις σχετικές ανακοινώσεις για τα τέσσερα βαπόρια να γίνονται τον Νοέμβριο του\ 2023.
Επίσης, λίγο πριν από το τέλος του περασμένου έτους, η TMS Cardiff Gas, συμφερόντων Γιώργου Οικονόμου, αποκαλύφθηκε ως η ναυτιλιακή εταιρεία πίσω από την παραγγελία δύο νεότευκτων VLACs στη Νότια Κορέα, τα οποία και διπλασίασε με το νέο έτος.
Με την έλευση του 2024, η Alpha Gas, συμφερόντων Άννας Αγγελικούση, έκανε επενδυτικό άνοιγμα στην αγορά, παραγγέλνοντας τέσσερα πλοία σε δύο διαφορετικά ναυπηγεία, ενώ αυτή την εβδομάδα η Dorian LPG του Γιάννη Χατζηπατέρα ανακοίνωσε επένδυση σε ένα πλοίο.
Σημειώνεται πως κι άλλοι μεγάλοι διεθνείς «παίκτες», όπως ο ιαπωνικός κολοσσός NYK, έχουν επενδύσει το τελευταίο διάστημα σε νεότευκτα VLACs.
Μάχη για τα slots
Πάντως, οι πληροφορίες της «Ν» αναφέρουν πως οι πλοιοκτήτες θα δώσουν σκληρή μάχη για να εξασφαλίσουν διαθέσιμες θέσεις παράδοσης VLACs από τα ναυπηγεία το 2027. Αυτό, διότι\ τα νοτιοκορεατικά ναυπηγεία, τα οποία και εξειδικεύονται σε κατασκευές αυτού του τύπου, είναι σχεδόν… sold out σε slots με ορίζοντα παράδοσης το εν λόγω έτος.
«Τα slots για το 2027 θα μπορούσαν πράγματι να καταστούν σπάνια, όταν επιβεβαιωθούν οι τελευταίες παραγγελίες» έχει επισημάνει στη «Ν» ο Stuart Nicoll, Director της MSI.