Σε έσοδα ύψους τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ κατ’ έτος στοχεύει από την πλήρη δραστηριοποίηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας, αλλά και της Σύρου ο όμιλος OΝΕΧ. Όπως επισημαίνει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της OΝΕΧ, Πάνος Ξενοκώστας, στον συγκεκριμένο δείκτη δεν συνυπολογίζονται καν τυχόν εξαγορές και πιθανές συνέργειες με άλλους κλάδους του ομίλου.
Όσον αφορά τις ναυπηγήσεις πλοίων στην Ελλάδα, ο επικεφαλής της ONEX σημειώνει ότι είναι δυνατή η ναυπήγηση πλοίων ειδικών κατηγοριών και μεγεθών όπως είναι τα offshore support vessels και τα tugs, των οποίων η ζήτηση αυξάνεται λόγω της ενεργειακής μετάβασης. Στο ίδιο πλαίσιο προσδιορίζει τον όμιλο ως «one stop shop» στον τομέα ανάπτυξης των πλωτών ανεμογεννητριών. Τέλος, όσον αφορά το αμυντικό υλικό υπογραμμίζει ότι στόχος είναι να προχωρήσουν σε δικής τους σχεδίασης και κατασκευής πλοία και σε ανάπτυξη οπλικών, ηλεκτρονικών και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων, κυρίως αμερικάνικης προέλευσης, χωρίς βέβαια να αποκλείονται ευρωπαϊκές ή άλλες συμμαχικές χώρες.
Κύριε Ξενοκώστα, πρόσφατα υπογράψατε τη σύμβαση χρηματοδότησης με την DFC ύψους 125 εκατ. δολαρίων. Χρήματα που θα χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, για να γίνουν επενδύσεις στο ναυπηγείο της Ελευσίνας ύψους 300 εκατ. ευρώ. Παράλληλα ανακοινώσατε επενδύσεις και για το ναυπηγείο της Σύρου. Μπορείτε να μας πείτε αναλυτικά τι ακριβώς περιλαμβάνουν οι επενδύσεις αυτές;
«Ο Όμιλος ΟΝΕΧ διανύει νέο πενταετή κύκλο επενδύσεων με έμφαση στο τρίπτυχο: “Ασφάλεια, Περιβάλλον, Ενεργειακή μετάβαση”. Αυτή τη χρονική περίοδο έχει ήδη διαμορφωθεί ένα μέσο-μακροπρόθεσμο πλάνο επενδύσεων με σκοπό να μεταμορφώσει τα Ναυπηγεία στην Ελευσίνα και Σύρο σε μια επιλογή αριστείας και ποιότητας, προς ένα πελατολόγιο συνεχώς διευρυνόμενο. Μέσω των επικείμενων επενδύσεων σε δύο νέες πλωτές δεξαμενές κατηγορίας Aframax & Suezmax πρόκειται να καλύψουμε κάθε κατηγορία πλοίου της Μεσογείου και των εν γένει αναγκών της ευρωπαϊκής ηπείρου, επεκτείνοντας κατά 35%-50% την υφιστάμενη δυναμικότητα των Ναυπηγείων.
Παράλληλα, αναπόσπαστο κομμάτι των επενδυτικών μας πλάνων και νέων συνεργασιών για ολόκληρο τον όμιλο αποτελεί η σταδιακή μετάβαση σε νέες τεχνολογίες, σκοπεύοντας στην ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και διευκολύνοντας σταδιακά ακόμα και την ενεργειακή εξασφάλιση που απαιτεί η εποχή. Ξεκινώντας από διαρκείς αναβαθμίσεις των υφιστάμενων υποδομών και δικτύων, με σταθερό ρυθμό οδηγούμαστε στην αντικατάσταση των υφιστάμενων από υπερσύγχρονα συστήματα υδροβόλων, αυτοματισμού, ηλεκτροκίνησης στους χώρους των ναυπηγείων, εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών, ακόμα και υιοθέτηση ρομποτικού εξοπλισμού, στοχεύοντας να μεταμορφώσουμε συλλήβδην τον κλάδο της ναυπηγοεπισκευαστικής της χώρας, αλλά και να επιδράσουμε καταλυτικά στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, συμμετέχοντας σε όλο και σημαντικότερα ενεργειακά και αμυντικά έργα».
Μπορεί, πιστεύετε, η Ελλάδα να κατασκευάσει και πάλι εμπορικά πλοία, πλοία πολεμικού ναυτικού και κάτω από ποιες προϋποθέσεις;
«Σε ό,τι αφορά τα εμπορικά πλοία, προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι είναι δυνατή η ναυπήγηση, εφόσον μιλάμε για ρεαλιστικό σχεδιασμό και ανταγωνιστικές τιμές, πλοίων ειδικών κατηγοριών και μεγεθών (π.χ. offshore support vessels, tugs κ.ά.), προσφέροντας ευελιξία και ποιότητα που στέκεται στη διεθνή αγορά. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε στο έπακρο τις ευκαιρίες που διαμορφώνονται στην αγορά αυτήν τη στιγμή, λόγω της επιτάχυνσης της ενεργειακής μετάβασης. Η περίοδος είναι απόλυτα ευνοϊκή και μέσω στοχευμένων πολιτικών και στρατηγικών υποδομών βρισκόμαστε σε θέση να αλλάξουμε το ναυπηγικό αποτύπωμα της Ελλάδας στην διεθνή αγορά. Αναφορικά με τα πλοία πολεμικού ναυτικού, οι δυναμικές είναι εντελώς διαφορετικές. Ως όμιλος φιλοδοξούμε να γίνουμε οι πιο ανταγωνιστικοί, με ξεκάθαρα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και εν συνεχεία να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας τόσο με το Πολεμικό Ναυτικό, όσο και με το Λιμενικό Σώμα. Με πλοία δικής μας σχεδίασης, κατασκευής και υποστήριξης και με ανάπτυξη οπλικών, ηλεκτρονικών και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων κυρίως αμερικάνικης προέλευσης, χωρίς βέβαια να αποκλείονται ευρωπαϊκές ή άλλες συμμαχικές χώρες, συγκριτικά με τις εναλλακτικές επιλογές, είμαστε ήδη η πλέον “value for money”».
Αναφερθήκατε επίσης στην επίδραση που έχει στην ελληνική οικονομία ήδη η λειτουργία του ναυπηγείου της Σύρου, αλλά μελλοντικά και της Ελευσίνας. Μπορείτε να μας αναλύσετε πώς προκύπτουν τα ποσά αυτά και τι μπορεί να σημαίνουν πραγματικά για την τοπική κοινωνία αλλά και την επιχειρηματικότητα του ελληνικού ναυτιλιακού cluster;
«Μέσα από διεθνείς δείκτες ερευνών προκύπτει πως η επίδραση στο ΑΕΠ κάθε χώρας διαφοροποιείται ανάλογα τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας. Ένας εκ των κορυφαία επιδραστικών κλάδων εν γένει είναι αυτός της Ναυπηγικής – Ναυπηγοεπισκευαστικής σε ό,τι έχει να κάνει με την οικονομική μεγέθυνση. Λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες και ευκαιρίες της Ελλάδας αυτήν τη στιγμή, συνδυαστικά με τις υπάρχουσες δυνατότητες και προοπτικές του Ομίλου ΟΝΕΧ και των συνεχόμενων επενδύσεων που θα ακολουθήσουν, υπολογίζουμε η δική μας προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία να αγγίξει το 1% του ΑΕΠ, αφήνοντας ξεκάθαρο θετικό πρόσημο στις τοπικές κοινωνίες της Σύρου και Ελευσίνας, που ήδη αντιλαμβάνονται τα οφέλη και τον μεγάλο κοικωνικο-οικονομικό αντίκτυπο του εγχειρήματος ανάστασης της σπουδαίας αυτής βιομηχανίας».
Επέκταση στις ΑΠΕ
Κάνατε επίσης αναφορά για επέκταση στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην κατασκευή μεταξύ άλλων πλωτών ανεμογεννητριών. Ποια είναι τα σχέδιά σας, και τι ανάγκες, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχετε θα εξυπηρετήσουν;
«Στην πραγματικότητα αυτοπροσδιοριζόμαστε ως “one stop shop” στον τομέα ανάπτυξης των πλωτών ανεμογεννητριών, τόσο μέσω καθετοποίησης της παραγωγικής δυνατότητας όσο και μέσω ενός βιομηχανικού οικοσυστήματος που διασφαλίζει την ολοκληρωμένη κατασκευή τους και την εν συνεχεία σύνδεση και τεχνική υποστήριξη καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Άλλωστε οι ανάγκες για την Ελλάδα, και κάθε χώρα της Μεσογείου ξεχωριστά, είναι πολλών δεκάδων GW, κάτι που μεταφράζεται σε ελλείψεις εκατοντάδων GW συνολικά για την ευρύτερη περιοχή και υποδηλώνει την ανάγκη δημιουργίας αξιόπιστων μονάδων παραγωγής, με εγγύτητα στις συγκεκριμένες περιοχές αλλά και με σαφές γεωπολιτικό προσανατολισμό, που θα στηρίζει με σαφήνεια την ενεργειακή μετάβαση και ανεξαρτησία των χωρών της Μεσογείου».
Τα έσοδα
Και τι έσοδα αναμένονται τα επόμενα χρόνια;
«Βάσει του πλάνου πενταετίας, τους υπολογισμούς του οποίου ακολουθούμε αυτήν τη στιγμή, στόχος είναι ο κύκλος εργασιών των Ναυπηγείων σε Ελευσίνα και Σύρο μέσα από την οργανική τους ανάπτυξη να είναι κατ’ ελάχιστον της τάξεως του μισού δισεκατομμυρίου ευρώ ανά έτος. Στον συγκεκριμένο δείκτη δεν συνυπολογίζονται καν τυχόν εξαγορές και πιθανές συνέργειες με άλλους κλάδους του ομίλου μας».