Η διαρκής συρρίκνωση της παγκόσμιας ναυπηγικής χωρητικότητας τις τελευταίες δύο δεκαετίες δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το έργο της ναυτιλιακής κοινότητας να επιτύχει τους πράσινους στόχους μείωσης των εκπομπών.
Μετά τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση, καταγράφεται χρόνο με τον χρόνο σημαντική πτώση στον αριθμό των ενεργών ναυπηγείων διεθνώς. Από 700 το 2007, οι γιάρδες με δραστηριότητα υποχώρησαν σε μόλις 300 το 2023, όπως αναφέρεται στην τελευταία εβδομαδιαία έκθεση του ναυλομεσιτικού οίκου Intermodal.
Αυτά τα ναυπηγεία θα κληθούν να κατασκευάσουν ή να μετασκευάσουν περίπου 3.500 πλοία κάθε χρόνο έως και το 2050, επισημαίνει η αναλύτρια του οίκου Χαρά Γεωργούση, κάτι που δεν έχει συμβεί από το 2010, όταν 2.700 πλοία κατασκευάστηκαν ετησίως (βάσει στοιχείων της UNCTAD).
Παράλληλα, «η πλειονότητα της παγκόσμιας ναυπηγικής δυναμικότητας είναι συγκεντρωμένη σε λίγους βασικούς ομίλους στην Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία», αναφέρει η κυρία Γεωργούση.
Αυτό, σύμφωνα με την ίδια, σημαίνει πως οι περιβαλλοντικές κατευθυντήριες γραμμές, οι καινοτομίες εξοικονόμησης ενέργειας και η στροφή προς τα εναλλακτικά καύσιμα ενισχύουν την εξάρτηση από ένα επιλεγμένο σύνολο κατασκευαστών.
«Ως εκ τούτου, τα μικρότερα ναυπηγεία δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν παραγγελίες, ασκώντας πρόσθετη πίεση στις μεγαλύτερες γιάρδες που είναι κλεισμένες (fully booked) για αρκετά χρόνια», συμπληρώνει.
Σημειώνεται ότι τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της Ασίας βρίσκονται αντιμέτωπα με μεγάλο φόρτο εργασίας και προσφέρουν χρόνους παράδοσης που εκτείνονται πέραν του 2027, ενώ στην εξίσωση υπεισέρχεται και ο παράγοντας ναυπηγικό κόστος, το οποίο έχει εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια. Και μιλάμε για έναν κλάδο ο οποίος έχει ήδη να διευθετήσει μια σειρά από επιχειρησιακές προκλήσεις «συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογικών περιορισμών και του υψηλού αρχικού κόστους για τη βιωσιμότητα. Η οικονομική μεταβλητότητα και τα ζητήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα προσθέτουν ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας στην όλη κατάσταση», υπογραμμίζει η κυρία Γεωργούση.
Πλησιάζει η εφαρμογή των αυστηρών κανονισμών
Το δύσκολο ναυπηγικό τοπίο προβληματίζει τη ναυτιλιακή κοινότητα, εν όψει των αυστηρών περιβαλλοντικών κανονισμών σε επίπεδο IMO και Ε.Ε. και κατ’ επέκταση της ανάγκης για νέα πλοία.
«Καθώς πλησιάζουμε στο 2024, η αβεβαιότητα γύρω από τις τάσεις του παγκόσμιου στόλου παραμένει. Τα χαμηλότερα επίπεδα του βιβλίου παραγγελιών θα μπορούσαν να περιορίσουν την ανάπτυξη του στόλου, ιδίως καθώς τα υφιστάμενα πλοία γερνούν και επιβραδύνουν για να ανταποκριθούν στα πρότυπα του ΙΜΟ», σημειώνει η αναλύτρια του οίκου Intermodal Χαρά Γεωργούση.
«Έχουμε πάρα πολλά πλοία 15 ετών και μεγαλύτερα, τα οποία δεν είναι τόσο αποδοτικά όσα αυτά της νεότερης τεχνολογίας, με τη σφραγίδα eco» έχει πει στη «Ν» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Ναυλομεσιτών και ιδρυτικό στέλεχος της Xclusiv Shipbrokers, Γιάννης Κοτζιάς.
Όπως τόνισε, σε επτά χρόνια από τώρα, το 2030, περίπου τα μισά bulk carriers και tankers θα έχουν υπερβεί τα 15 έτη ζωής.
«Δεδομένου ότι τα ναυπηγεία δεν μπορούν να παράγουν περισσότερα από 800 με 900 πλοία σε ετήσια βάση, πώς θα μπορέσουμε να αντικαταστήσουμε τα μισά από τα περίπου 13.500-14.000 bulk carriers και τα 7.500 tankers που ταξιδεύουν σήμερα στο νερό για να επιτύχουμε τους στόχους του ΙΜΟ το 2030 και το 2040;», διερωτήθηκε ο κ. Κοτζιάς.