Αυξημένος είναι ο όγκος των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου τις τελευταίες εβδομάδες, εγείροντας ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα του πλαφόν που έχει τεθεί στην τιμή του από τη Δύση.
Οι ρωσικές εξαγωγές σημείωσαν άλμα κατά 15% τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες και 35% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με σημείωμα που δημοσίευσε χθες, Δευτέρα (30/10), ο νορβηγικός ναυτιλιακός οίκος Pareto, επικαλούμενος στοιχεία της πλατφόρμας Vortexa.
Με βάση την ίδια πηγή, οι εξαγωγές της Ρωσίας ενισχύθηκαν κατά 0,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα από τον Αύγουστο έως και τον Οκτώβριο.
Το πετρέλαιο μεταφέρεται κυρίως, όπως αναφέρεται σχετικά, από μεσαίου μεγέθους δεξαμενόπλοια, τύπου suezmax και aframax.
Πρόσθετα στοιχεία από τη βάση δεδομένων του Bloomberg φανέρωσαν ότι οι θαλάσσιες ροές του ρωσικού αργού διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο στα 3,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα, το διάστημα τεσσάρων εβδομάδων έως τις 22 Οκτωβρίου. Αυτός είναι ο υψηλότερος αριθμός από την περίοδο τεσσάρων εβδομάδων μέχρι τις 25 Ιουνίου.
Η τελευταία μηνιαία έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΙΕΑ) κατέδειξε ότι τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου κατέγραψαν μηνιαία άνοδο 1,8 δισ. δολαρίων τον Σεπτέμβριο, φτάνοντας τα 18,8 δισ. δολάρια, το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2022. Οι συνολικές εξαγωγές διογκώθηκαν κατά 460.000 βαρέλια την ημέρα στα 7,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Μη Δυτικοί «παίκτες»
Αυτά τα νούμερα λαμβάνουν ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν υπολογιστεί το γεγονός ότι οι περισσότεροι «mainstream» πλοιοκτήτες, συμπεριλαμβανομένων αυτών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν αποχωρήσει από το ρωσικό εμπόριο, μετά την αύξηση της τιμής του ρωσικού αργού πάνω από τα 60 δολάρια ανά βαρέλι που ορίζει το δυτικό πλαφόν.
Τα τρία πέμπτα των εξαγωγών πετρελαίου διά θαλάσσης από τη Ρωσία μεταφέρονται από δεξαμενόπλοια που δεν χρειάζεται να τηρούν το πλαφόν των G7, όπως επισημαίνεται σε έκθεση που δημοσίευσε στα μέσα Οκτωβρίου ο οίκος S&P Global. Το γεγονός αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολο για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της να περιορίσουν τα έσοδα της Μόσχας από το πετρέλαιο, σημειώνουν οι αναλυτές.
Ειδικότερα, τον Σεπτέμβριο σχεδόν 2 εκατ. βαρέλια ανά ημέρα, ή το 60% των εξαγωγών του ρωσικού αργού, μεταφέρθηκαν με δεξαμενόπλοια σημαίας και ιδιοκτησίας εταιρειών με έδρα εκτός της G7, της Ε.Ε., της Αυστραλίας, της Ελβετίας, και της Νορβηγίας. Αυτές οι εταιρείες που εμπλέκονται στο ρωσικό εμπόριο δεν λαμβάνουν ασφάλιση από τα δυτικά P&I Clubs.
Δεν είναι μυστικό ότι μετά την έναρξη του ρωσο-ουκρανικού πολέμου αρκετές εταιρείες με έδρα στην Κίνα, την Ινδία, την Τουρκία, το Ντουμπάι και αλλού κινήθηκαν με ιδιαίτερη ταχύτητα στη δευτερογενή αγορά, χτίζοντας στόλους με -κατά βάση- «γερασμένα» δεξαμενόπλοια.
Αυτά τα tankers τοποθετήθηκαν σε διαδρομές μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου, οι οποίες ιδιαίτερα το πρώτο διάστημα μετά τον πόλεμο ήταν «χρυσοφόρες». Ωστόσο, ακόμη και τώρα προσφέρονται ευκαιρίες.
Με βάση το Reuters, τα ναύλα για τη μεταφορά πετρελαίου από τα λιμάνια Βαλτικής της Ρωσίας προς την Ινδία αυξήθηκαν κατά 50% σε εβδομαδιαία βάση τη Δευτέρα 16 Οκτωβρίου, καθώς η αποχώρηση των Δυτικών πλοιοκτητών από την εν λόγω δραστηριότητα ήταν μαζική και επομένως η προσφορά μικρότερη.
MSI: Εύκολη παράκαμψη του πλαφόν
«Με την τιμή του αργού Urals στα 80 δολάρια ανά βαρέλι στις αρχές του Οκτωβρίου, η αποδοτικότητα του πλαφόν από τις G7 και την Ε.Ε. τίθεται υπό αμφισβήτηση», αναφέρει σε έκθεση που δημοσιεύτηκε την περασμένη εβδομάδα ο βρετανικός ναυτιλιακός οίκος Maritime Strategies International (MSI).
Όπως υπογραμμίζουν οι αναλυτές, «παρότι υπήρξαν εσχάτως και οι πρώτες κυρώσεις από τις ΗΠΑ σε πλοία που δεν συμμορφώνονται με το πλαφόν, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι οι ενέργειες αυτές ήταν πολύ λίγες και ήρθαν πολύ αργά, ενώ φέρεται να παρακάμπτονται εύκολα με τη χρήση πλαστών εγγράφων».
Μάλιστα, στο report του MSI αναφέρεται ότι η ρωσική κυβέρνηση γνωστοποίησε πρόσφατα ένα δανειοδοτικό σχήμα για να στηρίξει εταιρείες που αγοράζουν δεξαμενόπλοια.