«Στις τρέχουσες συνθήκες, θεωρώ ότι ο κλάδος των πλοίων υποστήριξης υπεράκτιων δραστηριοτήτων (offshore) προσφέρει τις καλύτερες ευκαιρίες».
Αυτό είχε πει στη «Ν», στο τέλος Αυγούστου, ο Θεόδωρος (Ted) Πετρόπουλος, επικεφαλής της Petrofin Research, η οποία εκπονεί εδώ και αρκετά χρόνια έρευνες για την ελληνική ναυτιλία και τη χρηματοδότηση των εταιρειών του κλάδου.
«Το βιβλίο παραγγελιών διαμορφώνεται σε χαμηλά επίπεδα, ενώ η ζήτηση έχει ενισχυθεί από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες βρίσκονται σε ανάπτυξη» είχε επισημάνει.
Το ερώτημα που προέκυπτε από την τότε συζήτησή μας ήταν αν οι Έλληνες πλοιοκτήτες, οι οποίοι έχουν αρκετά μικρή παρουσία στην εν λόγω αγορά, θα ανέπτυσσαν μεγαλύτερη δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια.
Δύο περίπου μήνες μετά ήρθε η απάντηση. Η Diana Shipping, στο «τιμόνι της οποίας βρίσκεται η Σεμίραμις Παληού, κάνει επενδυτικό άνοιγμα στον κλάδο των πλοίων υποστήριξης υπεράκτιων εγκαταστάσεων.
Το deal
Ειδικότερα, η εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο εταιρεία υπέγραψε ένα συμφωνητικό για τη συμμετοχή της σε μία κοινοπραξία, η οποία αναμένεται να αναλάβει την ιδιοκτησία και λειτουργία πλοίων υποστήριξης υπεράκτιων αιολικών εγκαταστάσεων.
Στην αρχική φάση της συνεργασίας, η κοινοπραξία έχει παραγγείλει δύο υψηλών προδιαγραφών Commissioning Service Operation Vessels (CSOVs) και διατηρεί το δικαίωμα option για την απόκτηση δύο επιπλέον πλοίων, σε μία προσπάθεια να ηγηθεί του κλάδου. Τα δύο CSOVs θα έχουν υβριδικό σύστημα πρόωσης με μπαταρίες, ενώ θα είναι προετοιμασμένα να λειτουργήσουν με πράσινη μεθανόλη.
Σημειώνεται ότι αυτού του είδους τα πλοία υποστηρίζουν τους μεγάλους ενεργειακούς ομίλους παγκοσμίως στην κατασκευή, τη θέση σε λειτουργία και τη συντήρηση υπεράκτιων αιολικών πάρκων.
Η παραγγελία τοποθετήθηκε στο νορβηγικό ναυπηγείο Vard, θυγατρική του ιταλικού ναυπηγικού ομίλου Fincantieri.
Εταίροι στο project είναι οι Blue Star Group GmbH & Cie. KG, SeaRenergy Offshore Holding GmbH και SeraVerse GmbH, οι οποίοι «μοιράζονται τη δέσμευση για καινοτομία και αριστεία στον κλάδο των πλοίων υποστήριξης υπεράκτιων εγκαταστάσεων». H SeaRenergy είναι ο βραχίονας υπηρεσιών υπεράκτιας υποστήριξης της γερμανικής Asian Spirit Steamship Co.
«Είμαστε ενθουσιασμένοι που ανακοινώνουμε την πρόθεσή μας να εισέλθουμε σε ένα νέο κλάδο της ναυτιλιακής βιομηχανίας μέσω μίας στρατηγικής συνεργασίας και της απόκτησης δύο CSOV πλοίων» τόνισε η Director και CEO της Diana Shipping, Σεμίραμις Παληού.
«Βλέπουμε αυτήν την επένδυση ως άλλη μια απόδειξη της δέσμευσής μας για ένα πιο πράσινο και βιώσιμο μέλλον. Μαζί με τους αξιόλογους εταίρους μας, ξεκινάμε ένα συναρπαστικό ταξίδι που αναμένεται να συμβάλει σε έναν καθαρότερο και φιλικότερο προς το περιβάλλον κόσμο» πρόσθεσε.
Στρατηγική διαφοροποίησης
Ο στόλος της Diana Shipping αποτελείται από 40 bulk carriers (4 newcastlemax, 9 capesize, 5 post-panamax, 6 kamsarmax, 7 panamax και 9 ultramax), συνολικής χωρητικότητας 4,7 εκατ. dwt και μέσης ηλικίας 10,55 ετών.
Από «pure player» στο ξηρό φορτίο, η Σεμίραμις Παληού εφαρμόζει πλέον μία στρατηγική διαφοροποίησης σε διαφορετικούς κλάδους.
«Διαφοροποιούνται σε υποσχόμενους κλάδους. Το γεγονός ότι η αγορά του offshore είναι άγνωστη για την εταιρεία, εξηγεί και την παρουσία έμπειρων συνεργατών στο project» λέει στη «Ν» έμπειρη ναυτιλιακή πηγή.
«Σε αυτήν την αγορά υψηλού πληθωρισμού και δεδομένου του μακροχρόνιου κύκλου ζωής των περιουσιακών στοιχείων, είναι δύσκολο να βρεις ελκυστικές ευκαιρίες ανάπτυξης στις βασικές κατηγορίες πλοίων (bulkers, tankers), οπότε πλέον οι εταιρείες κοιτάζουν και άλλες μη συνηθισμένες αγορές» συμπληρώνει.
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Αύγουστο, η OceanPal, η οποία λανσαρίστηκε το 2021 ως spin-off της Diana Shipping, και είναι εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο, ανοίχτηκε στην αγορά των δεξαμενόπλοιων.
Συγκεκριμένα, συμφώνησε να γίνει στρατηγικός συνεργάτης και να επενδύσει στη νορβηγική ναυτιλιακή οντότητα RFSea Infrastructure II AS, η οποία θα κατασκευάσει στο κινεζικό ναυπηγείο Wuhu Shipyard δύο δεξαμενόπλοια μεταφοράς χημικών (chemical tankers), χωρητικότητας 6.600 dwt έκαστο. Τα δύο πλοία θα παραδοθούν στο τέταρτο τρίμηνο του 2025 και στο πρώτο του 2026.