Στα μεγάλα διλήμματα των ναυτιλιακών εταιρειών για τις επενδύσεις σε νέα πλοία, που θα ανταποκρίνονται στην πράσινη μετάβαση της κοινωνίας, στάθηκε ο Αντώνης Παπαδημητρίου, πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση και μέλος του Δ.Σ. του Global Maritime Forum, μιλώντας στο 13ο ετήσιο ναυτιλιακό συνέδριο της Capital Link, που πραγματοποιήθηκε χθες στην Αθήνα.
«Στο Ίδρυμα Ωνάση έχουμε αναλάβει την υλοποίηση της υπόσχεσης για net zero έως το 2050. Όμως είμαι σίγουρος ότι δεν είμαστε οι μόνοι που δεν έχουν αποφασίσει τι είδους καύσιμο θα χρησιμοποιήσουμε στα πλοία μας.
Και δεν ξέρουμε τι φορτία θα μεταφέρουν τα πλοία μας το 2030. Ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το
LNG είναι το μεγαλύτερο μέρος των φορτίων που μεταφέρουμε. Αν είναι να μεταφέρουμε αμμωνία, μεθανόλη, CO2 ή κάτι άλλο, πρέπει κάποιος να μας το πει και μάλιστα γρήγορα», σημείωσε.
«Ακούμε πολλά από το λόμπι της αμμωνίας, της μεθανόλης, της πυρηνικής ενέργειας, του fuel storage & capture, του υδρογόνου. Κανένα από αυτά τα λόμπι στην πραγματικότητα δεν προσφέρουν σήμερα κάτι που οι πλοιοκτήτες, οι τραπεζίτες τους και οι επενδυτές τους μπορούν να υιοθετήσουν ως μια ρεαλιστική προοπτική. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα πρέπει να περιμένουμε κάποια χρόνια για να δούμε πώς θα εξελιχθούν αυτές οι τεχνολογίες.
Στο μεταξύ, οι αποφάσεις για επενδύσεις πρέπει να ληφθούν σήμερα, ακόμα και αν η απόφαση είναι να μην επενδύσεις», σημείωσε και κάλεσε τη ναυτιλιακή βιομηχανία και ειδικά τους Έλληνες πλοιοκτήτες να ενώσουν τις δυνάμεις τους.
«Κανείς από εμάς δεν θα ανακαλύψει τον τροχό. Οι πλοιοκτήτες με πολλή δυσκολία και μεγάλα έξοδα φτιάχνουν πατέντες. Όμως θα πρέπει όλοι να καταλήγουμε σε παρόμοια συμπεράσματα πάνω κάτω την ίδια ώρα» τόνισε.
Στη σημασία της στενής συνεργασίας για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ναυτιλία στάθηκε και ο νέος υπουργός Ναυτιλίας Χρήστος Στυλιανίδης: «Είμαι βέβαιος ότι όλοι συμφωνούμε ότι χρειαζόμαστε αποτελεσματική, βιώσιμη και ακμάζουσα ναυτιλία. Στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη. Στον κόσμο. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να παραμείνουμε ενωμένοι και να συνεργαστούμε στενά».
Ο υπουργός επικεντρώθηκε σε τέσσερα βασικά θέματα για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ναυτιλιακού τομέα και οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Αναφέρθηκε στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, στη διακυβέρνηση, στη χρηματοδότηση, αλλά και στις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Για το ζήτημα της χρηματοδότησης ο υπουργός υπογράμμισε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι επενδύσεις αυτές είναι δαπανηρές, αφού αφορούν την ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης, τη μείωση της θαλάσσιας ρύπανσης, αλλά και την εγκατάσταση πρωτοποριακού τεχνολογικού εξοπλισμού ή τη ναυπήγηση πλοίων με καινοτόμο σχεδιασμό και συστήματα».
Έκανε, δε, αναφορά και σε χρηματοδοτικά εργαλεία. Η χρήση των εσόδων από αγορακεντρικά μέτρα, όπως η τιμολόγηση του άνθρακα και το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων στην Ε.Ε., σε συνδυασμό με τον ιδιωτικό τομέα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές της ναυτιλίας και να προσφέρουν πραγματικά αποτελέσματα, υπογράμμισε ο υπουργός.
Στη χρηματοδότηση στάθηκε και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος των Euroseas και Eurodry Αριστείδης Πίττας. Όπως είπε, η αγορά στα bulk carriers δεν έχει πολλές παραγγελίες πλοίων στοχευμένων στην ενεργειακή μετάβαση, διότι τα 20-25 χρόνια που διαρκεί συνήθως η επιχειρησιακή ζωή ενός πλοίου, είναι μια μεγάλη απόσταση και πολύ δύσκολη απόφαση για τους πλοιοκτήτες να παραγγείλουν εάν δεν ξέρουν ποιο θα είναι το κατάλληλο καύσιμο. «Βλέπουμε τα dual – fuel πλοία, αλλά είναι ένα στοίχημα που δεν θέλουν να πάρουν πολλοί».
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, ο κ. Πίττας σημείωσε ότι η απανθρακοποίηση είναι εξαιρετικά δαπανηρή. «Κεφάλαια που δεν θα ξοδευτούν εάν το ρυθμιστικό πλαίσιο δεν είναι ξεκάθαρο».
«Ευκαιρίες που θα εμπνεύσουν τη νέα γενιά»
Η πρόεδρος της HELMEPA αλλά και της Intermepa Σεμίραμις Παληού μίλησε για την προσπάθεια και ανάγκη προσέλκυσης νέων ανθρώπων στη ναυτιλία, τα νέα ταλέντα του μέλλοντος.
«Πρέπει να δημιουργήσουμε τις ευκαιρίες που θα εμπνεύσουν τη νέα γενιά να έρθει μαζί μας και να συμβάλει στο μέλλον της βιώσιμης ναυτιλίας» είπε και πρόσθεσε: «Επιπλέον είναι σημαντικό ότι έχουμε αγκαλιάσει ως κλάδος τη συμμετοχικότητα και την ποικιλομορφία, τη διαφορετικότητα».