Πολύ κοντά σε μια πολύ κερδοφόρα πώληση δύο μοντέρνων τάνκερ τύπου aframax βρίσκεται, σύμφωνα με πληροφορίες, η Metrostar Management.
Πρόκειται για τα αδελφά πλοία «Crudemed» και «Crudesun», μεταφορικής δυνατότητας 115.000 dwt, τα οποία σύμφωνα με πληροφορίες οδεύουν προς νέο πλοιοκτήτη με κέρδος ιδιαίτερα σημαντικό, που μπορεί να ξεπεράσει και τα 50 εκατ. δολάρια.
Τα δύο πλοία, τα οποία είχε αναφερθεί ότι θα άλλαζαν χέρια και πριν από περίπου δύο μήνες, παραδόθηκαν από τα Daehan Shipbuilding στην εταιρεία της οικογένειας Θεόδωρου Αγγελόπουλου, το 2018, ενώ πρόσφατα πέρασαν και τη γενική επιθεώρηση. Το κόστος απόκτησής τους ήταν 86 εκατ. δολάρια συνολικά.
Η αγορά στα δεξαμενόπλοια είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα τα τελευταία δύο χρόνια, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις η εικόνα θα είναι ψηλά και το 2024, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν διαθέσιμα προς πώληση μοντέρνα δεξαμενόπλοια στην αγορά και οι προσφερόμενες τιμές να ανεβαίνουν.
Στα προϊόντα πετρελαίου
Η κίνηση αυτή της Metrostar, εφόσον επισημοποιηθεί, έρχεται λίγους μήνες μετά τη νέα επένδυση της εταιρείας, στην οποία έχει μπει δυναμικά και η νέα γενιά, οι Παναγιώτης και Δημήτρης Αγγελόπουλος.
Ειδικότερα, τον περασμένο Απρίλιο η Metrostar προχώρησε στην υπογραφή συμβολαίων για τη ναυπήγηση δύο τάνκερ μεταφοράς προϊόντων πετρελαίου τύπου LR1, στα ναυπηγεία YZJ στην Κίνα, για παράδοση το 2026. Είχαν προηγηθεί ακόμα τέσσερις παραγγελίες επίσης για τάνκερ μεταφοράς προϊόντων πετρελαίου, τύπου LR2, τα οποία σύμφωνα με το site της εταιρείας θα παραδοθούν σταδιακά το 2024 και το 2025.
Παράλληλα, η εταιρεία έχει στο νερό και πέντε σύγχρονα δεξαμενόπλοια μεγεθών aframax και suezmax, τα οποία έχουν κατασκευαστεί μεταξύ του 2018 και του 2021, συμπεριλαμβανομένων φυσικά και των «Crudemed» και «Crudesun».
Η Metrostar Management Corp. ιδρύθηκε το 1996 και μέχρι σήμερα έχει προχωρήσει σε συνολικά 214 αγοραπωλησίες πλοίων, αλλά και σε περισσότερες από 83 συμβάσεις νεότευκτων πλοίων σε μεγάλα ναυπηγεία στη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία και την Κίνα.
Ο όμιλος έχει διαχειριστεί στόλους δεξαμενόπλοιων, χύδην ξηρού φορτίου και containerships.
Παράλληλα, η οικογένεια, όσον αφορά τη ναυτιλία, ασχολήθηκε και με τις κατασκευές θαλαμηγών επενδύοντας στα φημισμένα ναυπηγεία της Oceanco στην Ολλανδία.
Για τον κ. Αγγελόπουλο είχαν προηγηθεί, μέσω της Metrostar, μια σειρά από πολύ δυνατά asset plays την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, τα οποία έγιναν πρωτοσέλιδα στις ναυτιλιακές εκδόσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ απασχόλησαν και τον Tύπο στη χώρα μας.
Η αγορά
Η αγορά των δεξαμενόπλοιων βρισκόταν στα ρηχά τα τελευταία χρόνια, αφού η πανδημία είχε περιορίσει την κατανάλωση του πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο και είχε ρίξει τη ζήτηση για τονάζ στο ναδίρ. Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πέρσι τον Φλεβάρη, άλλαξε την εικόνα, αφού οι επιβολές κυρώσεων για το ρωσικό πετρέλαιο διαφοροποίησαν τις κλασικές ρότες μεταφοράς του «μαύρου χρυσού», αύξησαν τα τονομίλια και τους ναύλους για τα πλοία, ενώ κορυφώθηκε και η ζήτηση για «μεταχειρισμένη» χωρητικότητα. Παράλληλα όμως έδωσε ώθηση και στη ναυπηγική βιομηχανία, αφού μετά από πολλά χρόνια οι ναυτιλιακές εταιρείες επέστρεψαν στα ναυπηγεία για tankers.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, το order book είναι σε χαμηλά επίπεδα. Οι παραδόσεις από το τρέχον βιβλίο παραγγελιών θα παραμείνουν χαμηλές μέχρι το 2025, όταν αναμένεται να ξεπεράσουν τα 8 εκατομμύρια dwt για πρώτη φορά από το 2009 και μετά.
Ωστόσο, εκτιμά η BIMCO, η ανακύκλωση των παλαιότερων πλοίων θα μετριάσει τη μελλοντική αύξηση του στόλου, αν και οι αγορές αναμένεται να παραμείνουν ισχυρές τουλάχιστον μέχρι το 2024.
Αυτό θα δώσει κίνητρα στους πλοιοκτήτες να διατηρήσουν τα πλοία σε λειτουργία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Επιπλέον,
οι κυρώσεις στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαιοειδών από τις χώρες της G7 φαίνεται να έχουν δημιουργήσει νέα trades, τα οποία δίνουν την ευκαιρία στα παλαιότερα δεξαμενόπλοια μεταφοράς προϊόντων πετρελαίου να έχουν ζήτηση.
Παρ’ όλα αυτά, το 9% των δεξαμενόπλοιων, συνεχίζουν οι αναλυτές της BIMCO, που αντιστοιχούν σε 11,65 εκατομμύρια dwt και το 6% του συνολικού στόλου, είναι σήμερα άνω των είκοσι ετών και αναμένεται να πουληθούν, αργά ή γρήγορα, για ανακύκλωση, αφού, εκτός από την ηλικία τους, υπάρχουν και οι αυστηρότεροι στόχοι που προβλέπουν οι νέοι κανονισμοί για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.