Η συνεργασία και η καινοτομία είναι τα κλειδιά για την απανθρακοποίηση της ναυτιλιακής βιομηχανίας. Μια αντίθετη ρότα θα επέφερε κατακερματισμό του εμπορίου και θα σηματοδοτούσε την αποτυχία απέναντι στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτά είναι ορισμένα από τα συμπεράσματα, στα οποία καταλήγει η έκθεση «Global Maritime Trends 2050», που συντάχθηκε από το Economist Impact και αποτελεί τμήμα του νέου πολυετούς προγράμματος του Lloyd’s Register και του Lloyd’s Register Foundation.
«Η παγκόσμια συνεργασία και η ενσωμάτωση της τεχνολογίας -είτε ταχεία είτε σταδιακή- αποτελούν κρίσιμες προϋποθέσεις για την εξασφάλιση ενός μέλλοντος που θα ευνοεί την ακμή της ναυτιλιακής οικονομίας και της ζωής στον πλανήτη γενικότερα» σημειώνεται στην έρευνα.
Οι αισιόδοξες υποθέσεις
Υπό αυτό το πρίσμα, η έκθεση εξετάζει τέσσερα πιθανά σενάρια, δύο αισιόδοξα και δύο απαισιόδοξα, τα οποία προβλέπουν ένα διαφορετικό μέλλον για τη ναυτιλιακή βιομηχανία, με ορίζοντα το έτος-ορόσημο για την επίτευξη του στόχου απανθρακοποίησης, το 2050.
Το πρώτο σενάριο αφορά τη σταδιακή ενεργειακή μετάβαση, κατά την οποία προβλέπονται υψηλά επίπεδα διεθνούς συνεργασίας σε συνδυασμό με την ελεγχόμενη μετάβαση των νέων τεχνολογιών.
Σε αυτό το πλαίσιο, η μετάβαση του ναυτιλιακού τομέα θα καθοδηγηθεί από μια διακυβερνητική συμφωνία, η οποία θα περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 1,5 βαθμό έως το 2050 και θα ανοίξει τον δρόμο για την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών.
Σε αυτό το μέλλον, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών θα πραγματοποιηθεί σταδιακά, αντανακλώντας ορισμένες δυσκολίες που συνδέονται με την επίτευξη παγκόσμιας συναίνεσης, τη διανομή των οφελών και τη διασφάλιση ότι η πολιτική, οι επενδύσεις και τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας εξελίσσονται με σταθερό ρυθμό.
To δεύτερο αισιόδοξο σενάριο προβλέπει ταχεία μετάβαση, με ώθηση από την τεχνολογία. Τα υψηλά επίπεδα παγκόσμιας συνεργασίας θα συνδυαστούν με την άμεση ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών στον ναυτιλιακό τομέα. Αυτό το μέλλον θα χαρακτηρίζεται από αυτοματοποιημένες λύσεις, έξυπνες τεχνολογίες, αποδοτικότητα καυσίμων και συστημάτων και υψηλότερα επίπεδα διαμοιρασμού δεδομένων.
Η ταχεία υιοθέτηση της τεχνολογίας, εάν γίνει συνεργατικά, θα σημαίνει ότι οι ναυτιλιακές θέσεις εργασίας προστατεύονται καλύτερα, επισημαίνεται στην έρευνα. «Ακόμη και με την αυτοματοποίηση, η ανάγκη για ανθρώπους εν πλω θα συνεχίσει να υπάρχει για να καλυφθούν οι απαιτήσεις ασφαλείας. Η ναυτιλιακή βιομηχανία θα ανταγωνιστεί με άλλους κλάδους για νέα ταλέντα», σημειώνουν ειδικοί που μίλησαν στο πλαίσιο της έρευνας. Βέβαια, αυτό το μέλλον εμπεριέχει κινδύνους, ο κυριότερος εκ των οποίων αφορά την κυβερνοασφάλεια. «Η αύξηση της αυτονομίας των πλοίων δημιουργεί μεγάλους κινδύνους για την κυβερνοασφάλεια. Όχι μόνο για τα πλοία, αλλά και για τις λιμενικές λειτουργίες», προειδοποιούν αναλυτές.
Τα «κακά» σενάρια
Ακολουθούν δύο πιο απαισιόδοξα σενάρια. Το ένα από αυτά έχει να κάνει με την περιφερειακή και κατακερματισμένη μετάβαση. Ένα τέτοιο μέλλον θα συνδύαζε χαμηλά επίπεδα συνεργασίας και ταχεία ενσωμάτωση της τεχνολογίας.
Η ανάλυση εστιάζει στην άνοδο της Κίνας, αλλά και στις μεταβολές στη δυναμική του παγκόσμιου πληθυσμού. «Οι δυτικές χώρες έχουν επωφεληθεί από τη διατήρηση ελέγχου των ωκεανών. Αυτό επέτρεψε την ανάπτυξη των οικονομιών τους, τον έλεγχο των εφοδιαστικών αλυσίδων και την προβολή στρατιωτικής ισχύος διεθνώς. Ό,τι συμβεί από εδώ και πέρα εξαρτάται από την Κίνα και τη φύση της ηγεσίας τους» σημειώνεται στη μελέτη.
Σε αυτό το σενάριο, τα κράτη ενδέχεται να μην μπορούν να συνεργαστούν -λόγω γεωπολιτικών ή οικονομικών διαφορών- και κατ’ επέκταση θα βασιστούν στην ταχεία ενσωμάτωση της τεχνολογίας για τη μονομερή επίτευξη των στόχων για το κλίμα. Ως εκ τούτου, οι ρυθμοί τεχνολογικής ενσωμάτωσης θα ποικίλλουν ανά χώρα, δημιουργώντας τον κίνδυνο ενίσχυσης των οικονομικών ανισοτήτων, καθώς το πιθανότερο είναι οι φτωχότερες χώρες να μείνουν πίσω.
Στο έσχατο σενάριο, μια καθυστερημένη μετάβαση περιγράφει ένα μέλλον κατά το οποίο η παγκόσμια συνεργασία είναι κατακερματισμένη και η υιοθέτηση των τεχνολογιών αργή, οδηγώντας σε μη αναστρέψιμα αποτελέσματα για το κλίμα και αυτό που η Διακυβερνητική Επιτροπή Κλιματικής Αλλαγής προβλέπει ως το χειρότερο σενάριο, την αύξηση της θερμοκρασίας κατά περισσότερο από δύο βαθμούς Κελσίου έως το 2100.
Με βάση τις προβλέψεις, η Βόρεια Θάλασσα, οι ακτές του Ατλαντικού και η Μαύρη Θάλασσα θα βρεθούν αντιμέτωπες με τη μεγαλύτερη αύξηση της μέσης στάθμης του νερού.
Στις επόμενες τρεις δεκαετίες, χώρες με χαμηλότερο υψόμετρο στην Ασία, όπως το Βιετνάμ, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες και η Ταϊλάνδη, θα επηρεαστούν σοβαρά, θέτοντας σε κίνδυνο πλημμυρών περίπου 300 εκατ. ανθρώπους το 2050.