Με στόχο την αποφυγή της χρεοκοπίας και τη διατήρηση της επιχειρησιακής δυνατότητας των εταιρειών, λειτουργεί τα τελευταία 15 χρόνια η ελληνική ακτοπλοΐα.
Την επισήμανση αυτή κάνει η XRTC Business Consulting του κ. Γιώργου Ξηραδάκη, στην ετήσια έρευνά της για την ακτοπλοϊκή αγορά.
«Την τελευταία δεκαπενταετία η ελληνική ακτοπλοΐα βρέθηκε σε μια τάση εσωστρέφειας, με όλο και λιγότερες προσπάθειες επέκτασης των δραστηριοτήτων της αφού ο ουσιαστικός στόχος ήταν η αποφυγή της χρεοκοπίας και η διατήρηση τις επιχειρησιακής δυνατότητας των εταιριών, ώστε να διατηρηθεί αφενός η συνοχή της Ελληνικής επικράτειας και αφετέρου η συνδεσιμότητα της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω των γραμμών της Αδριατικής θάλασσας», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Η σημερινή κατάσταση της Ελληνικής ακτοπλοϊκής αγοράς, όπως υπογραμμίζει η XRTC, μπορεί επί της ουσίας να χαρακτηριστεί ως άκρως ανησυχητική καθώς τα τελευταία χρόνια, και ειδικά την τελευταία πενταετία, τα συσσωρευμένα αρνητικά οικονομικά αποτελέσματα είναι τέτοια που όχι μόνον δεν επιτρέπουν την ανανέωση του στόλου, η οποία είναι επιτακτική όσο ποτέ, αλλά καθιστούν οριακή και την επιβίωση των εταιριών λόγω των διαδοχικών οικονομικών, γεωπολιτικών, και υγειονομικών αναταράξεων.
Προς επιβεβαίωση της επιχειρηματολογίας της η XRTC σημειώνει ότι οι αριθμοί τόσο του περιθωρίου EΒITDA όσο και των εσόδων ανά εισιτήριο οι οποίοι βαίνουν μειούμενοι.
Χαρακτηριστικά, προσθέτει, το περιθώριο EΒITDA μεταξύ των ετών 2018 και 2022 κυμαίνεται σταθερά στο 10%.
Ειδικά αναφορικά με αυτό το περιθώριο κέρδους, τονίζει ότι για να μπορεί μια εταιρία να είναι σε θέση να προβεί σε επενδυτικό πρόγραμμα ανανέωσης του στόλου θα πρέπει να κυμαίνεται στα επίπεδα του 25% κατ’ ελάχιστον.
Δεδομένου, προσθέτει, ότι το 86% των Ελληνικών ακτοπλοϊκών πλοίων που είναι σήμερα δρομολογημένα είναι άνω των 20 ετών, το έργο της ανανέωσης φαντάζει τιτάνιο.
Στην παρούσα φάση της παγκόσμιας ακτοπλοΐας η ανανέωση του στόλου θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μέσω νεόκτιστων πλοίων και σε κάθε περίπτωση όχι με μεταχειρισμένα πλοία παλαιάς τεχνολογίας.
Χαρακτηρίζει απογοητευτικές τις τελευταίες αγοροπωλησίες της Ελληνικής αγοράς «αν κρίνει κανείς ότι τα πλοία που εισέρχονται στο στόλο είναι πλοία 40ετίας ή στην καλύτερη περίπτωση 30ετίας. Ουδείς μπορεί να είναι ευχαριστημένος με τέτοιο πισωγύρισμα της αγοράς αν θυμηθούμε ότι προ εικοσαετίας ο Ελληνικός ακτοπλοϊκός στόλος ήταν ο πιο σύγχρονος της Ευρώπης».
Αναφερόμενη, η XRTC, στην έλλειψη ικανοποιητικής κερδοφορίας σημειώνει πως οι ίδιες αδύναμες συνθήκες επιβάλλουν σε μεγάλο βαθμό τις τιμολογιακές πολιτικές που έχουν ακολουθηθεί κατά τα δύο τελευταία χρόνια, ο οποίες αν και μη δημοφιλείς, είναι αυτές που μπορούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις των εταιρειών απέναντι σε εργαζομένους, προμηθευτές, συντηρητές των πλοίων ή ακόμα και τους πιστωτές και δανειστές του στόλου αποφεύγοντας δυσάρεστες εξελίξεις χρεωκοπίας οι οποίες έχουν κυρίως κοινωνικές επιπτώσεις. «Μην ξεχνάμε πως την περασμένη δεκαετία η αγορά αντιμετώπισε την χρεωκοπία της ΝΕΛ και πολλών παραδοσιακών ονομάτων όπως αυτό του Γεράσιμου Αγούδημου, του Μίμη Αγούδημου, του Κώστα Αγαπητού, της ΣΑΟΣ και άλλων. Τις πτωχεύσεις αυτές τις είχαμε προβλέψει και παρουσιάσει στις μελέτες μας, όπως επίσης τα τελευταία χρόνια είμαστε μάντεις των κακών και για την ΑΝΕΚ, εξαίροντας παράλληλα τις διαχειριστικές δυνατότητες της ίδιας της Κρητικής πρωτοπόρου εταιρίας που ήρθε αντιμέτωπη με ελλείψεις κεφαλαίων και άλλων δυσκολιών», υπογραμμίζει η XRTC στην ανάλυσή της.
Ακραία συγκέντρωση
Οι εξελίξεις αυτές, δε σύμφωνα με τους αναλυτές, «έχουν οδηγήσει την Ελληνική ακτοπλοϊκή αγορά σε ακραία συγκέντρωση αριθμού εταιρειών και κατ’ επέκταση στη δημιουργία έντονων ολιγοπωλιακών συνθηκών οι οποίες δύναται στο μέλλον να οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές εισιτήριων και πιθανότατα σε αυξημένο κοινωνικό κόστος που θα προκύψει από την ανάγκη εξυπηρέτησης γραμμών μειωμένου εμπορικού ενδιαφέροντος».
Με άλλα λόγια οι εταιρείες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της XRTC, «θα εστιάζουν στις γραμμές φιλέτα με ακόμα υψηλότερες τιμές, αναζητώντας εμμέσως την κρατική παρέμβαση μέσω του προγράμματος άγονων γραμμών για την εξυπηρέτηση νησιωτικών περιοχών μειωμένης εμπορικής κίνησης».
Attica – ANEK
Ως μεγαλύτερη εξέλιξη στην αγορά, χαρακτηρίζει, την πλήρη μεταφορά της Attica υπό τον έλεγχο της τράπεζας Πειραιώς, μέσω της συγγενικής της εταιρίας Strix Holdings S.A και την επίσημη έγκριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την απορρόφηση της ΑΝΕΚ από την Attica «γεγονός που σημαίνει πως η παραδοσιακή ναυτιλιακή εταιρία της Δυτικής Κρήτης θα περάσει στον έλεγχο της Strix Holdings S.A». Ο ενοποιημένος όμιλος της Attica θα αφήσει πίσω του τα βαρίδια του παρελθόντος για να μπορέσει να προχωρήσει στο σχεδιασμό της νέας εποχής.
Θα έχει να αντιμετωπίσει τον υπέρογκο δανεισμό, σημειώνονται χαρακτηριστικά, «έχοντας όμως το πλεονέκτημα της «αδελφικής» σχέσης με τον κύριο χρηματοδότη που εντάσσεται πλέον στις ισχυρές τράπεζες της Ελλάδας. Από μόνο του αυτό το γεγονός θα μπορέσει να προσελκύσει το ενδιαφέρον επενδυτών για την επόμενη ημέρα. Αυτή η επόμενη ημέρα δεν είναι άλλη από την ημέρα της κάλυψης του στρατηγικού στόχου της ανανέωσης του στόλου του ομίλου, που πλέον έχει μέσο όρο ηλικίας τα 26 έτη αλλά και πολλά παλαιά πλοία που χρήζουν νέων επενδύσεων η καλύτερα εκποίησης σε άλλες εταιρίες όσο ακόμη διατηρούν κάποια αξία. Στο μεταξύ, το μέγεθος και μόνο της εταιρίας την καθιστά εκτεθειμένη σε οποιοσδήποτε αστάθμητο παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα οικονομικά αποτελέσματά του».
Η άλλη όψη
Επειδή κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, η άλλη πλευρά του νομίσματος σύμφωνα με την XRTC είναι ότι η Ελληνική αγορά πλέον έχει την ευτυχία να ηγείται από δύο εταιρίες που είναι στον πίνακα των 10 μεγαλύτερων εταιρειών του κόσμου και της Ευρώπης, του Ομίλου Grimaldi και αυτόν της Attica.
Πέραν όμως αυτών, διαπιστώνεται ένας κατακερματισμός της αγοράς σε πολλές εταιρίες οι οποίες έχουν μονοψήφιο αριθμό πλοίων τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι παλαιάς τεχνολογίας. Οι μικρές εταιρείες, σύμφωνα με την ανάλυση, είναι πολύ δύσκολο να μπορέσουν να αντλήσουν κεφάλαια από τις εμπορικές τράπεζες και αντίστοιχα δύσκολο να υποστηριχθούν από οργανισμούς υποστήριξης εξωτερικού εμπορίου λόγω του μικρού μεγέθους των ισολογισμών τους.
Ως εκ τούτου, καταλήγει η XRTC, καθίσταται απολύτως αναγκαία η δομική αναδιάρθρωση των εταιριών η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εάν ο ρυθμιστής της αγοράς το απαιτήσει. Ομοίως όλες οι εταιρείες θα αναγκαστούν και θα πρέπει να εφαρμόσουν σύγχρονα διαχειριστικά μοντέλα με προσαρμογή σε πρότυπα ESG, στα οποία έμφαση πρέπει να δοθεί στην εταιρική διακυβέρνηση και στην διαφανή διαχείριση των εταιριών. Η απουσία αυτής της συνθήκης στην παρούσα φάση, αποτελεί κίνδυνο τόσο για την αγορά όσο για την κοινωνία και η ευθύνη δεν βαρύνει μόνο τις εταιρίες αλλά και το ρυθμιστή που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πολιτεία.