Τo σημαντικό ζήτημα της συμφόρησης από επιβάτες κρουαζιέρας σε τουριστικές περιοχές φέρνει ξανά στο προσκήνιο η δυναμική επιστροφή του κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά τη μεγάλη κρίση που προκάλεσε η πανδημία.
Πρόκειται για ένα θέμα που απασχολούσε τη διεθνή κοινότητα και πριν από τον Covid-19. Για παράδειγμα, ένας από τους πλέον περιζήτητους προορισμούς κρουαζιέρας στον κόσμο, η Βενετία, είχε θέσει σαφείς κανόνες για τη μείωση της κίνησης στην πόλη. Στην τελευταία εξέλιξη, το Άμστερνταμ άρχισε εσχάτως συζητήσεις για τον επανακαθορισμό των δεδομένων για την αγορά. Φυσικά, ούτε και η χώρα μας βρίσκεται έξω από τον «χορό».
Η κρουαζιέρα συνεισφέρει στην ανάπτυξη προορισμών είτε άμεσα (τα έξοδα που κάνουν στον κάθε προορισμό) είτε έμμεσα (σύμφωνα με μελέτες μεγάλο ποσοστό επιβατών κρουαζιέρας επιστρέφουν ως τουρίστες στα μέρη που επισκέφτηκαν). Χωρίς σωστή διαχείριση, ωστόσο, δημιουργούνται πολλές φορές συνθήκες ασφυξίας σε προορισμούς.
Παράγοντες της κρουαζιέρας σημειώνουν στη «Ν» ότι κρίσιμη παράμετρος για την αρμονική λειτουργία του κλάδου στα ελληνικά νησιά είναι μια ενιαία πλατφόρμα διαχείρισης των προσεγγίσεων κρουαζιερόπλοιων. Με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας, ο κάθε προορισμός, σε συνεργασία με τις εταιρείες κρουαζιέρας, προγραμματίζει δύο χρόνια νωρίτερα τις αφίξεις.
Οι ίδιες πηγές, ωστόσο, επισημαίνουν πως μολονότι μια τέτοια πλατφόρμα έχει εξαγγελθεί από τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, δεν έχει προχωρήσει σε στάδιο υλοποίησης, ρίχνοντας το βάρος στις τοπικές κοινωνίες. Αυτό, διότι, όπως εξηγούν, πρέπει πρώτα ο κάθε προορισμός ξεχωριστά να καθορίσει τον αριθμό των επιβατών που μπορεί να υποδεχτεί σε ημερήσια βάση κι έπειτα να συντονιστούν όλοι μαζί σε μία πλατφόρμα.
Σαντορίνη και Μύκονος
Οι δύο δημοφιλέστεροι εγχώριοι προορισμοί κρουαζιέρας, η Μύκονος και η Σαντορίνη, βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο, σε συζητήσεις υπερκορεσμού, ιδιαίτερα σήμερα που τα πλοία ταξιδεύουν με μεγάλες πληρότητες. Όπως λέει στη «Ν» ο πρόεδρος του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Θήρας, Άγγελος Ρούσσος, στη Σαντορίνη εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια πλατφόρμα berth allocation και ισχύει στην ουσία ένας «κόφτης» που δεν επιτρέπει οι ημερήσιες αφίξεις επιβατών να ξεπεράσουν τις 8.000. Το όριο αυτό, βέβαια, σε περιόδους αυξημένης κίνησης ανεβαίνει στις 10.000 αφίξεις ημερησίως.
Στη Μύκονο η κατάσταση είναι πολλές φορές ανεξέλεγκτη. «Οι αφίξεις κρουαζιέρας στη Μύκονο κορυφώνονται κάθε Τρίτη. Από τον Μάιο κι έπειτα υπήρξαν πέντε περιπτώσεις αφίξεων πέντε πλοίων σε μία ημέρα. Στις 25 Ιουλίου έφτασαν ξανά στο λιμάνι πέντε πλοία, συνολικής χωρητικότητας 12.000 επιβατών», επεσήμανε με ανάρτησή του στα social media ο επικεφαλής παγκόσμιων επικοινωνιών στις πλατφόρμες Kpler και MarineTraffic, Γιώργος Χατζημανώλης.
Σύμφωνα με στοιχεία που μοιράστηκε με τη «Ν» το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Μυκόνου, στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου οι αφίξεις επιβατών ήταν αυξημένες κατά 48,7% και των πλοίων κατά 37,19% συγκριτικά με το ίδιο διάστημα του 2019. Η πληρότητα των πλοίων κινείται περίπου στο 70% με 75%.
Το νησί δεν μπορεί φυσικά να εξυπηρετήσει όλα αυτά τα κρουαζιερόπλοια μαζί. Υπό αυτό το πρίσμα, όπως πληροφορείται η «Ν» από το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Μυκόνου, τις επόμενες ημέρες θα παρουσιαστεί σύστημα διαχείρισης των προσεγγίσεων κρουαζιερόπλοιων, το οποίο συγχρηματοδοτείται από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Interreg.
Το σύστημα αναμένεται να είναι πλήρως λειτουργικό το 2025, οριοθετώντας την ημερήσια κίνηση, ώστε οι αφίξεις να μεταφέρονται στο σύνολο της εβδομάδας και να μην υπερφορτώνονται συγκεκριμένες ημέρες. Στόχος, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, είναι το σύστημα της Μυκόνου να «παντρευτεί» με άλλα συστήματα δημοφιλών προορισμών, όπως αυτό της Σαντορίνης, προκειμένου να μη χάνεται καμία άφιξη σε ελληνικά νησιά.
Το οικονομικό αποτύπωμα
Παράγοντες της κρουαζιέρας, αλλά και εκπρόσωποι των λιμενικών ταμείων των δύο δημοφιλών νησιών, υπογραμμίζουν ότι ο κλάδος αποτελεί σημαντικό στήριγμα για την τοπική οικονομία. Επαΐοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι στη Μύκονο, για παράδειγμα, οι επιβάτες κρουαζιέρας είναι αυτοί που ενισχύουν σχεδόν αποκλειστικά τα καταστήματα τα πρωινά, σε μια περίοδο που η τουριστική κίνηση στο νησί είναι χαμηλότερη από τα επίπεδα των προηγούμενων ετών.
Στη Σαντορίνη, όπως λέει ο κ. Ρούσσος, ο κάθε επιβάτης κρουαζιέρας αφήνει στο νησί περίπου 30 ευρώ, χωρίς να ψωνίσει τίποτα, για τα έξοδα μετακίνησης. Την ίδια ώρα, η περιοχή στην οποία κυκλοφορούν οι επιβάτες είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, δομημένη για την κρουαζιέρα, καθώς περιλαμβάνει πολλά καταστήματα εστίασης και τουριστικών ειδών.
Οι παθογένειες που στερούν επιπλέον έσοδα
Παρά την πολύ θετική εικόνα που διαγράφεται κατά τη φετινή τουριστική σεζόν, οι εκπρόσωποι των λιμανιών Μυκόνου και Σαντορίνης υποστηρίζουν ότι εξακολουθούν να υφίστανται προβλήματα που περιορίζουν την εισροή περισσότερων εσόδων. Για οριακά κερδοφόρο ταμείο στο Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Μυκόνου από το προϊόν της κρουαζιέρας κάνουν λόγο πηγές του Οργανισμού. Όπως αναφέρουν, το λιμενικό τέλος ανά επιβάτη είναι σταθερό εδώ και δεκαετίες σε 0,35 ευρώ, παρά τις επιβαρύνσεις που έχει προκαλέσει στο Ταμείο ο πληθωρισμός.
Στη Σαντορίνη, ο κ. Ρούσσος εστιάζει στο κομμάτι των υποδομών. «Δεν έχουμε εμπορικό λιμάνι» λέει χαρακτηριστικά, καθώς, όπως είναι γνωστό, το λιμάνι του Αθηνιού εξυπηρετεί τόσο επιβατικά όσο και εμπορικά το νησί. Με βάση, πάντως, τα όσα λέει ο ίδιος, γίνεται προσπάθεια για χωροθέτηση εμπορικού λιμένα στην ανατολική πλευρά του νησιού, με τη χρηματοδότηση του project να εκτιμάται στα 75 με 80 εκατ. ευρώ.