Σε νέα εποχή έχει περάσει την τελευταία τριετία η διαδικασία εύρεσης πληρωμάτων για μια ναυτιλιακή εταιρεία, μέσω της Seafair, της ελληνικής startup, η οποία εξυπηρετεί πλέον περίπου το 15% του παγκόσμιου ναυτικού πληθυσμού.
Όπως λέει στη «Ν» ο Αγαπητός Διακογιάννης, συν-ιδρυτής και CEO της νεοφυούς επιχείρησης, η ιδέα για τη Seafair προέκυψε έπειτα από ένα ταξίδι στη Μανίλα των Φιλιππίνων, τη «μητρόπολη» του ναυτικού επαγγέλματος. Ο ίδιος και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν ότι η αγορά των πληρωμάτων λειτουργεί με έναν «παλιακό και πολλές φορές επικίνδυνο για τους ναυτικούς τρόπο».
«Είδαμε υπηρεσίες εύρεσης πληρωμάτων με πλακάτ στις πλατείες να αναζητούν ναυτικούς. Πολλοί για να βρουν δουλειά ή για να βελτιώσουν το βιογραφικό τους, έπρεπε να “μιλήσουν” με τον κατάλληλο άνθρωπο. Ήταν σοκαριστικό το γεγονός ότι μια τόσο μεγάλη βιομηχανία λειτουργούσε -σε μεγάλο βαθμό- σε αυτό το πλαίσιο και συνειδητοποιήσαμε ότι υπάρχει ο χώρος να προσπαθήσουμε κάτι διαφορετικό, κάτι καινούργιο» επισημαίνει ο κ. Διακογιάννης.
Η Seafair είναι μια ψηφιακή πλατφόρμα η οποία προσφέρει δύο βασικές υπηρεσίες. Πρώτον, ένα λογισμικό το οποίο περικλείει με λεπτομέρεια ένα σύνολο δεδομένων για τους ναυτικούς (αξιολογήσεις, εκπαιδεύσεις κ.λπ.) και βοηθά την εταιρεία να έρχεται σε άμεση επαφή με υπηρεσίες και πληρώματα.
Μέσω του λογισμικού, η ναυτιλιακή μπορεί -μεταξύ άλλων- να έχει πρόσβαση σε κενές θέσεις εργασίας και υποψήφιους και να πραγματοποιήσει ψηφιακές συνεντεύξεις.
Επίσης, η startup παρέχει υπηρεσίες εύρεσης πληρωμάτων και με φυσική παρουσία, έχοντας αναπτύξει γραφεία, μεταξύ άλλων, στην Ανατολική Ευρώπη και τις Φιλιππίνες.
«Έχουμε εισαγάγει ένα μιξ μοντέλο τεχνολογίας και φυσικής παρουσίας. Οι πλοιοκτήτες έχουν ορατότητα σε δεδομένα, όπως η διαθεσιμότητα ναυτικών, τα μισθολόγια, και μπορούν να τρέξουν τις διαδικασίες με διαφάνεια και ταχύτητα» σημειώνει ο κ. Διακογιάννης.
Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον ναυτικό, η Seafair εφαρμόζει μια διαδικασία με δύο βήματα. Αρχικά, όπως εξηγεί ο κ. Διακογιάννης, ο κάθε ενδιαφερόμενος εισέρχεται από το σπίτι του στην πλατφόρμα και μέσα σε περίπου μισή ώρα ολοκληρώνει μια πλήρη αίτηση με τα απαραίτητα στοιχεία. Ακολούθως, οι ναυτικοί πρέπει να μεταβούν στο γραφείο της νεοφυούς επιχείρησης και να περάσουν από μια σειρά ειδικών tests (συνεντεύξεις, αξιολογήσεις, έλεγχοι).
«Σιγουρευόμαστε, έτσι, ότι εντάσσουμε στην πλατφόρμα έναν άνθρωπο ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις για να μπορέσει να εργαστεί με ασφάλεια στη θάλασσα» υπογραμμίζει. Στην πλατφόρμα της Seafair είναι εγγεγραμμένοι σήμερα περίπου 300.000 ναυτικοί, ήτοι το 15% των εργαζόμενων στις θάλασσες σε διεθνές επίπεδο.
Μέντορες οι Έλληνες πλοιοκτήτες
Ο κ. Διακογιάννης στέκεται στη θερμή υποδοχή που είχε το project της Seafair εντός της ελληνικής ναυτιλιακής κοινότητας. Δεν είναι τυχαίο που οι Ιωάννης Μαρτίνος (Όμιλος Signal), Βασίλης Παπαγιαννόπουλος (Common Progress), Χάρις Πλακαντωνάκη (Star Bulk Carriers) είναι μεταξύ των συμβούλων της ηγετικής τριάδας της Seafair.
«Οι Έλληνες πλοιοκτήτες είναι μέντορες για εμάς. Μας έβαλαν στα γραφεία τους από πολύ νωρίς, μας πήραν από το χέρι και μας δίδαξαν καθοριστικά για τη συνέχεια του concept πράγματα» σημειώνει.
Αυτή τη στιγμή η Seafair συνεργάζεται με περίπου 30 ναυτιλιακές εταιρείες, το 80% των οποίων περίπου είναι εγχώριες.
Τεχνογνωσία και εξειδίκευση
Φυσικά, η «αλλαγή» που θέλει να φέρει η Seafair στη διαδικασία εύρεσης πληρωμάτων δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αρκετές ναυτιλιακές έχουν χτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης για πολλά χρόνια με τις κατά τόπους υπηρεσίες και ίσως είναι επιφυλακτικές απέναντι σε μια ομάδα νέων ανθρώπων που ξεκινά τώρα το έργο της.
Σε μια προσπάθεια να προσελκύσει ακόμη περισσότερες ναυτιλιακές εταιρείες, η Seafair προχώρησε το προηγούμενο διάστημα σε προσλήψεις ανθρώπων με ισχυρό ναυτιλιακό background, με προϋπηρεσία σε μεγάλους «παίκτες» του κλάδου.
«Προσδίδουν κύρος στο όλο εγχείρημα και μας προσφέρουν αυτό που λείπει στα μάτια των πλοιοκτητών, την εξειδίκευση και την τεχνογνωσία για τη διαχείριση δύσκολων καταστάσεων» εξηγεί ο κ. Διακογιάννης.
Άντληση κεφαλαίων
Σε ερώτηση, τέλος, για τον στόχο της επόμενης τριετίας, ο κ. Διακογιάννης απαντά ότι προτεραιότητα της Seafair είναι η επένδυση στα δύο βασικά προϊόντα που προσφέρει, εξελίσσοντας ακόμη περισσότερο τη διαδικασία επάνδρωσης των πλοίων και διαχείρισης των πληρωμάτων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η startup επιδιώκει να αντλήσει πρόσθετα κεφάλαια μέσα στο 2024.
Η Seafair ιδρύθηκε το 2020 από τους Αγαπητό Διακογιάννη, Γιώργο Ρόβη και Βύρωνα Αντωνιάδη. Σήμερα απασχολεί περίπου 40 άτομα και διαθέτει γραφεία σε ναυτικούς κόμβους, όπως η Αθήνα, η Οδησσός, η Μανίλα και η Νέα Υόρκη.
Η ανάγκη για «αλλαγή»
Οι δύσκολες συνθήκες που επικράτησαν στον ναυτιλιακό κλάδο την περασμένη τριετία ήταν ένας βασικός παράγοντας που οδήγησε αρκετές εταιρείες σε νέους, ψηφιακούς τρόπους εύρεσης και διαχείρισης πληρωμάτων, σύμφωνα με τον κ. Διακογιάννη. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι η πανδημία και ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος «γονάτισαν» τους ναυτικούς και δυσκόλεψαν σημαντικά το έργο των ναυτιλιακών εταιρειών.
Εν μέσω πανδημίας, τα πληρώματα εγκλωβίστηκαν στα πλοία για μεγάλα διαστήματα, πέραν αυτών που προέβλεπαν τα συμβόλαια που είχαν υπογράψει, καθώς ήταν δυσχερής η εύρεση λιμανιών για αλλαγές πληρωμάτων. Πολλοί από αυτούς απομακρύνθηκαν στη συνέχεια από το ναυτικό επάγγελμα.
Αργότερα, και εν μέσω πολέμου, ένα μεγάλο κομμάτι των ναυτεργατών επαναπατρίστηκε για να υπηρετήσει. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ναυτιλιακή βιομηχανία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με ένα έλλειμμα ναυτικών. «Οι managers πληρωμάτων κάθε ναυτιλιακής πρέπει να δουλεύουν πολλαπλάσιες ώρες για να φέρουν σε πέρας τις απαραίτητες εργασίες» συμπληρώνει.