Τους διπλάσιους αξιωματικούς, τουλάχιστον, από όσους διαθέτει σήμερα χρειάζεται το ελληνικό εμπορικό ναυτικό.
Μιλώντας χθες στο συνέδριο του Economist, ο ναυτιλιακός πρεσβευτής Καλής Θελήσεως του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) και πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου, Λεωνίδας Δημητριάδης – Ευγενίδης, έθεσε το θέμα της υστέρησης, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη γενικότερα, επαρκών δεξιοτήτων στην πλειονότητα των επαγγελμάτων, ένα πρόβλημα που γίνεται ακόμη πιο έντονο όταν μιλάμε για δεξιότητες που θα υποστηρίξουν τη γαλάζια, πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στα ζητήματα της ναυτιλίας, ο κ. Ευγενίδης τόνισε ότι η ελληνική ναυτιλία χρειάζεται τουλάχιστον 10.000 επιπλέον πλοιάρχους και πρώτους μηχανικούς.
«Η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ) είναι ο ηγέτης αυτής της διαδικασίας. Το Ίδρυμά μας έχει αναλάβει από το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, σε στενή συνεργασία με την ΕΕΕ και την εκπαιδευτική κοινότητα, την εκπόνηση μελέτης για την προσαρμογή και τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού συστήματος ναυτικής εκπαίδευσης. Ας είμαστε λοιπόν αισιόδοξοι».
Σε αυτό το σημείο, πρόσθεσε ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η STCW θα πρέπει να επικαιροποιηθεί, καθώς υπάρχει σημαντικό χάσμα μεταξύ των απαιτήσεων του κλάδου σήμερα και των υφιστάμενων προγραμμάτων που εκπονήθηκαν το 2012.
Το Ίδρυμα
Το Ίδρυμα Ευγενίδου συμμετέχει ενεργά σε ευρωπαϊκά προγράμματα. «Η εμπειρία μας, ως επικεφαλής του πακέτου Στρατηγικής 3 στο πρόγραμμα Skill Sea -πολλών χωρών, εταίρων και ναυτιλιακών φορέωνπου χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποκάλυψε την ανάγκη για σειρά δράσεων που θα προταθούν σύντομα στο τελικό στρατηγικό έγγραφο του προγράμματος», επεσήμανε ο κ. Ευγενίδης, ενώ πρόσθεσε ότι «το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι χρειάζονται όλοι στο επαγγελματικό κατάστρωμα του μέλλοντος, για να διασφαλιστεί ότι οι Ευρωπαίοι επαγγελματίες της ναυτιλίας θα διαθέτουν βασικές, ψηφιακές, πράσινες, μπλε και κατάλληλες κοινωνικές και διοικητικές δεξιότητες για τον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο μας».
«Το Ίδρυμα που εκπροσωπώ ιδρύθηκε το 1955 από τον Έλληνα ευεργέτη Ευγένιο Ευγενίδη», συνέχισε, εξηγώντας ότι: «Ο λόγος για την ίδρυση του Ιδρύματος είναι ότι ο Ευγένιος Ευγενίδης ήταν πεπεισμένος ότι μετά τις καταστροφές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του εμφυλίου πολέμου, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί χωρίς εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Από το 1955, το Ίδρυμα εξελίχθηκε σε στρατηγικό εταίρο της ελληνικής κυβέρνησης, ιδίως στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης. Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, εκδόθηκαν και διανεμήθηκαν περισσότερα από 45.000.000 βιβλία, ειδικά για την επαγγελματική κατάρτιση. Ταυτόχρονα, το Ίδρυμα έχει γίνει στρατηγικός εταίρος του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και σε αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω τον υπουργό κ. Πλακιωτάκη για την άριστη συνεργασία μας από τότε που το Ίδρυμά μας εκδίδει βιβλία για τις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού, ενώ παράλληλα συνεργαζόμαστε για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ναυτικής εκπαίδευσης». Σημείωσε επίσης ότι το Ίδρυμα, σε συνεργασία με τη Microsoft, έδωσε τη δυνατότητα στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού να συνεχίσουν απρόσκοπτα τα μαθήματα, μέσω του Teams, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19.
Μάχη με τον χρόνο
Σε γενικότερο πλαίσιο, όσον αφορά την επαγγελματική εκπαίδευση στην Ευρώπη, ο κ. Ευγενίδης έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας: «Ο χρόνος είναι εναντίον μας, αλλά ας συνεργαστούμε στενότερα για ένα πιο βιώσιμο και ψηφιακό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη, πιο πράσινο και πιο γαλάζιο».
Όπως ανέφερε, το 2023 είναι έτος δεξιοτήτων στην Ευρώπη και συμφώνησε πλήρως με τη δήλωση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Πρέπει να εστιάσουμε περισσότερες από τις επενδύσεις μας στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Πρέπει να βελτιώσουμε τη συνεργασία με τις επιχειρήσεις, διότι αυτές γνωρίζουν καλύτερα τι χρειάζονται. Και πρέπει να συνδυάσουμε αυτές τις ανάγκες με τις φιλοδοξίες των ανθρώπων. Αλλά πρέπει επίσης να προσελκύσουμε δεξιότητες στην ήπειρό μας, που βοηθούν τις επιχειρήσεις και ενισχύουν την ανάπτυξη της Ευρώπης».
Όσον αφορά τις ελλείψεις, σημείωσε μεταξύ άλλων, από τη μεταποίηση μέχρι το μάρκετινγκ, από τις μεταφορές μέχρι το εμπόριο, οι εργοδότες αδυνατούν να βρουν τους ανθρώπους που χρειάζονται. Η έλλειψη αυτή εκτιμάται ότι θα έχει αυξηθεί παγκοσμίως από 30% το 2009 σε 75% το 2022. Στην Ελλάδα, η έλλειψη ανέρχεται στο 78%, ποσοστό υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.