Skip to main content

«Αστρονομικά» κέρδη από πωλήσεις containerships

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Γεωργίου
[email protected]

Παρότι ο ρυθμός αγοραπωλησιών πλοίων μεταφοράς containers επιβράδυνε στη διάρκεια του τρέχοντος έτους, αρκετοί Έλληνες εφοπλιστές εξασφάλισαν «αστρονομικά» ποσά για τα assets τους, αξιοποιώντας τις υψ</B>ηλές <B>τιμές στη δευτερο</B>γενή αγορά.

Σύμφωνα με ανάλυση του οίκου Alphaliner, η δραστηριότητα αγοραπωλησιών μεταχειρισμένων containerships υποχώρησε φέτος συγκριτικά με το 2021, που ήταν και έτος-ρεκόρ σε deals, αλλά διατήρησε τη δυναμική της. 
Ειδικότερα, το πρώτο μισό του 2022, «άλλαξαν χέρια» συνολικά 189 πλοία, χωρητικότητας 653.000 TEUs. Πρόκειται για την πέμπτη καλύτερη επίδοση ιστορικά σε επίπεδο εξαμήνου. Οι συναλλαγές μειώθηκαν κατά 40% σε ετήσια βάση, τόσο σε αριθμό πλοίων όσο και σε χωρητικότητα, κάτι που οι αναλυτές της Alphaliner αποδίδουν στην έλλειψη υποψήφιων προς πώληση βαποριών χωρίς ναύλωση.
«Οι εταιρείες τακτικών γραμμών συνέχισαν να αναζητούν πλοία, συχνά σε πολύ υψηλές τιμές. Ωστόσο, πλέον και εν μέσω αυξημένων αβεβαιοτήτων στην αγορά, εμφανίζονται περισσότερο επιφυλακτικ<B>οί» επισημαίνεται στην αν</B>άλυση του οίκου.

Τα mega deals των Ελλήνων

«Χρυσές» συμφωνίες πώλησης containerships έκλεισαν οι Έλληνες πλοιοκτήτες. Ανάμεσα στα φετινά deals ξεχωρίζει η πώληση του Rhodos (χωρητικότητας 6.881 TEUs και κατασκευής 2013), τον περασμένο Ιανουάριο, έναντι 140 εκατ. δολαρίων από την International Maritime Enterprises της οικογένειας Εμπειρίκου. Όπως αναφέρει η Alphaliner, το εν λόγω πλοίο είχε τεθεί υπό παραγγελία το 2011, με ένα τίμημα στη «ζώνη» των 75 εκατ. δολαρίων.
Κέρδη 235,8 εκατ. δολαρίων αποκόμισε η Costamare του Κωστή Κωνσταντακόπουλου από την πώληση επτά containerships ηλικίας 19-25 ετών και χωρητικότητας 2.458 – 6.648 TEUs.

Τον Φεβρουάριο η Navios Maritime Partners της Αγγελικής Φράγκου συμφώνησε να πουλήσει τα Navios Utmost και Navios Unite (χωρητικότητας 8.204 TEUs και κατασκευής 2006 έκαστο), έναντι 220 εκατ. δολαρίων. Στοιχεία που είδε η «Ν» φανερώνουν ότι η εταιρεία απέκτησε τα δύο πλοία το 2014, δαπανώντας περίπου 59 εκατ. δολάρια για κάθε ένα από αυτά. Το 2018 τα πούλησε στη θυγατρική Navios Containers -η οποία απορροφήθηκε από τον όμιλο πέρυσι- έναντι συνολικά 67 εκατ. δολαρίων. Αυτές οι συναλλαγές είναι ενδεικτικές της εκτόξευσης των τιμών στην αγορά το τρέχον έτος.

Παράλληλα, τον Μάρτιο η Chartworld του Λου Κολλάκη συνδέθηκε με την πώληση του Rotterdam Star (χωρητικότητας 6.490 TEUs και κατασκευής 2008). Σύμφωνα με τη VesselsValue, το βαπόρι άξιζε την ημέρα της πώλησης 105,74 εκατ. δολάρια. Πρόκειται για πλοίο που η εταιρεία αγόρασε το 2020, έναντι μόλις 18,5 εκατ. δολαρίων. Το containership έχει ήδη αλλάξει όνομα σε Suape Express.

Συνολικά 130 εκατ. δολάρια αποκόμισε η Danaos Corporation του Γιάννη Κούστα από την πώληση δύο containerships 20ετίας. Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, πρόκειται για τα Catherine C (χωρητικότητας 6.422 TEUs και κατασκευής 2001) και Leo C (χωρητικότητας 6.422 TEUs και κατασκευής 2002), τα οποία η εταιρεία είχε αγοράσει το 2021, καταβάλλοντας περίπου 73 εκατ. δολάρια. 

Στα 43 εκατ. δολάρια εκτιμάται το τίμημα που έλαβε η Lomar Shipping του Γιώργου Λογοθέτη για το Sabre Trader (χωρητικότητας 1.774 TEUs και κατασκευής 2018). Πρόκειται για υπερδιπλάσιο τίμημα από το αρχικό ποσό που κατέβαλε η εταιρεία, όταν το παρήγγειλε στην Κίνα. Η Lomar πούλησε 20 containerships το 2021, κλείνοντας αρκετά ακόμη deals και στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

Τέλος, η Cosmoship Management, συμφερόντων Νίκου Σάββα, συνδέθηκε εσχάτως από ναυλομεσίτες με την πώληση δύο νεότευκτων πλοίων, χωρητικότητας 1.500 TEUs έκαστο. Πρόκειται για βαπόρια που η εταιρεία παρήγγειλε στο κινεζικό ναυπηγείο Huangpu Wenchong πέρυσι, καταβάλλοντας περίπου 22-23 εκατ. δολάρια για κάθε μονάδα. Τώρα, λοιπόν, ναυλομεσίτες αναφέρουν ότι τα containerships παραχωρήθηκαν έναντι 63 εκατ. δολαρίων (31,5 εκατ. δολάρια έκαστο). H εταιρεία αναπληρώνει ήδη το κενό από την πώληση των πλοίων, καθώς φέρεται να παρήγγειλε δύο βαπόρια, χωρητικότητας 1.800 TEUs στην Κίνα, έναντι περίπου 64 εκατ. δολαρίων.