Skip to main content

Λου Κολλάκης στη «Ν»: Ειλικρίνεια, τιμιότητα και πολλή δουλειά τα μυστικά της επιτυχίας

Από την έντυπη έκδοση

Β’ Μέρος 
Στον Γιώργο Λιάνη

Την ώρα που η ανθρωπότητα βρίσκει τρόπους να βυθίζεται σε νέες κρίσεις, είτε στην Ουκρανία είτε στη Μέση Ανατολή, η ελληνική ναυτιλία ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει.
Πλοία με ελληνικές και κυπριακές σημαίες διασχίζουν καθημερινά τον μπλε πλανήτη, όπως μας τον έδειξε προχθές ο κινεζικός δορυφόρος. Υπέροχα. Η θάλασσα κυριαρχούσε, αλλά δεν φαίνονταν τα πετρελαιοφόρα, τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, υγραερίου, χημικών προϊόντων. Δεν φαίνονταν οι ελληνικές και οι κυπριακές σημαίες. Όμως, υπάρχουν.
Στο πρώτο μέρος της συνέντευξης του Λου Κολλάκη, την περασμένη Δευτέρα, είδαμε ένα πρόσωπο αδρό, πρόσχαρο, ώριμο και φιλοσοφημένο. Καμιά έπαρση. Λίγα λόγια, στακάτα. Άσπρα και μαύρα, όπως τα μάθαμε από τη μάνα μας.

Μια συνέντευξη δεν είναι απαραίτητα μια ακτινογραφία. Μερικές φορές αναγκάζεσαι να σκιτσάρεις το πορτρέτο του συνομιλητή σου και να το ζωντανεύεις, γιατί σε κερδίζει ο άνθρωπος. Η κριτική αξιολόγηση περιττεύει.
10 ώρες μίλησα μαζί του, δυο μέρες συνέχεια, η ίδια σταθερή εικόνα. Που ταίριαζε με αυτό που έβλεπα έξω από το παράθυρο, στο γραφείο της Γλυφάδας. Ο τετράνοιχτος ουρανός, ο απαλός Σαρωνικός και λίγο, ένα κομμάτι μόνο, απ’ ό,τι έχει μείνει από τον μενεξεδένιο Υμηττό.

Πλάι σε αυτόν τον άνθρωπο εργάζονται αόκνως για 20 και 30 και μερικοί για 40 χρόνια, πλήθος συνεργατών του. «Δεν το έχω καταλάβει κι εγώ πώς έγινε. Φαίνεται ότι το να δουλεύεις με ανθρώπους που δίνουν όλο τον καλό εαυτό τους είναι ευλογημένο πράγμα. Γιατί να τους αλλάξεις; Από κάποιο σημείο και πέρα γίνονται συγγενείς σου».

Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούμεθα με έργα παραδεδεγμένης χρησιμότητας, ο Λου Κολλάκης δουλεύει 8 ώρες τη μέρα με το ίδιο τροπάριο. Ειλικρίνεια και τιμιότητα. Όταν τον πρωτοδείς, δεν σου κάνει καμία εντύπωση, γιατί θα ’λεγα πως είναι απλά ενδεδυμένος και μ’ένα χαμόγελο ανοιχτό, δίχως ίχνος πανουργίας. Στη δεύτερη συνάντησή μας, καίτοι υπέφερε από το πόδι του και είχε αρχίσει φυσικοθεραπείες, παρέμεινε στωικός, με χαμηλούς τόνους, που του αρέσουν.
Μιλάει καλά ελληνικά, αν και χρησιμοποιεί συχνά αγγλικούς όρους, ιδίως σε θέματα που αφορούν τη δουλειά του.
Έχει κουράγια, γιατί πάλεψε δις με τον κορονοϊό και τον νίκησε, αλλά μου εξομολογήθηκε ότι εκεί φοβήθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του.

– Τι φοβηθήκατε;
«Πως θα πεθάνω μόνος. Δίχως πλάι μου την αγαπημένη μου γυναίκα και τα παιδιά μου. Αφημένος στα χέρια της μοίρας».
Αλλά επέζησε. Και δοξάζει τον Θεό, στον οποίο πιστεύει ανεπιφύλακτα.
Είμαι ένας άνθρωπος που συμπληρώνει 60 χρόνια δημοσιογραφίας. Στις φλέβες μου τρέχει μελάνι, δεν τρέχει αίμα, γι’ αυτό όταν συναντώ έναν άνθρωπο δίχως κακίες, γράφω συνεχώς για αυτόν. Δεν το φανταζόμουν ποτέ, ότι ένας εφοπλιστής δεν έχει αδυναμία στα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, το διαδίκτυο, και όλα αυτά τα ξωτικά, αλλά ότι τα παιχνίδια που του αρέσουν είναι αυτά που άρεσαν στη γενιά μου: χαρτιά και τάβλι. Τάβλι παίζει στο σπίτι του ή και στο σπίτι του Δημήτρη (Μελισσανίδη) που μένει απέναντί του. «Θα παίξουμε σύντομα», μου λέει, «πόρτες. Γιατί μόνο πόρτες παίζω».

Στη συνέντευξη απέφυγε τις κακοτοπιές με έξυπνο τρόπο.

«Δεν βρίσκεις ηγέτη στην εποχή μας, με το ανάστημα μιας Θάτσερ, ενός Μιτεράν, ή ενός Κολ, ή ενός Μπραντ. Και στην Ελλάδα δεν βρίσκεις ούτε Καραμανλή ούτε Ανδρέα. Ο Μπάιντεν είναι λίγος, ο Πούτιν κυνικός και επικίνδυνος».
Όταν επιμένω για τους σημερινούς Έλληνες, μου απαντάει κοφτά: «Δεν τους γνωρίζω καλά».
Στο ερώτημά μου πώς του αρέσει να ταξιδεύει, μου απάντησε: «Με το αεροπλάνο, αν και τελευταία το φοβάμαι λίγο. Νέος πέταξα με τον Κονκόρντ Λονδίνο – Νέα Υόρκη σε 3-4 ώρες. Δεν το φοβήθηκα, παρόλο που σε κάποια ταξίδια τους τα Κονκόρντ έχαναν εξαρτήματά τους!».

– Θα μπαίνατε σε έναν πύραυλο από αυτούς που ετοιμάζουν οι μπιλιονέρ, ο Γκέιτς και ο Μασκ, για ταξίδι στο Διάστημα;
«Όχι, δεν θα έμπαινα».

Καιρός να γυρίσουμε στη συνέντευξη, αν και εμένα μου αρέσει ο Λου Κολλάκης, που είναι ένας τύπος γεμάτος θάλασσα, ακρογιαλιές, άσπρα καΐκια και γλάρους. Δεν πάει να λέει ότι είναι οικονομικός εφοπλιστής, την έχει φάει τη σαϊτιά της θάλασσας κι ας μην ταξιδεύει με βαπόρια.

Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από τα φετινά Ποσειδώνια; Τον θεσμό αυτόν πώς τον βλέπετε;

«Μόλις πρόλαβα και πήγα μία φορά. Τα παιδιά μου όμως ήταν εκεί. Για την Ελλάδα ο θεσμός αυτός είναι πολύ καλός».

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε στη ζωή σας;

«Τώρα που το σκέφτομαι, δεν αντιμετώπισα δα και τόσες προκλήσεις στη ζωή μου. Η μεγαλύτερη ήταν η κρίση του ’81-’89. Όλοι εκείνο το διάστημα δυσκολευτήκαμε πολύ, αλλά για εμάς έγινε η καλύτερη δεκαετία. Μπορεί η πρόκληση να είναι αφορμή για να κάνεις κάτι καλύτερο».

Πώς βλέπετε την οικονομική πολιτική της πατρίδας μας τα τελευταία 20 χρόνια;

«Έχω την εντύπωση ότι αυτό το θέμα είναι σε άμεση εξάρτηση με το γεγονός ότι η χώρα έχει τον φόβο τού τι θα γίνει με την Τουρκία. Δεν είμαστε όμως και ένας παγκόσμιος παίχτης σχετικά με την οικονομία. Δεν μπορεί να είμαστε, με τα 10 εκατομμύρια πληθυσμό που έχουμε. Μπορώ να επισημάνω όμως πως η Ελλάδα βγάζει εξαιρετικά μυαλά, τα οποία, δυστυχώς για την πατρίδα μας, μεγαλουργούν στο εξωτερικό. Αυτό πρέπει να σταματήσει».

Εντούτοις τι θα συστήνατε σε έναν υπουργό Οικο</B>νομικών της χώρας ως κάτι αναγκαίο που πρέπει να γίνει;

«Αυτό που μου είπατε ότι λέει ο Ελύτης, πως την Ελλάδα μπορείς να τη ξαναφτιάξεις με μια ελιά, με ένα αμπέλι και ένα καράβι. Η θάλασσα, το Αιγαίο και το Ιόνιο, τα νησιά μας είναι ελκυστικά και μπορεί να έρθει ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης από εκεί. Εγώ βλέπω εδώ στη γειτονιά μας (Γλυφάδα) τα οικόπεδα έχουν πάρει φωτιά. Ίσως να είναι το γεγονός ότι ετοιμάζεται το μεγάλο έργο στο Ελληνικό».

Το μεγάλο θέμα της εποχής είναι η κλιματική αλλαγή</B>. Πείτε μου, πώς επηρεάζει η κλιματική αλλαγή τη ναυτιλία;

«Η κλιματική αλλαγή πιστεύω παραδόξως ότι θα ευνοήσει τη ναυτιλία. Ήδη το ’22 και το ’23 τα πράγματα θα είναι μια χαρά. Σε παγκόσμια όμως κλίμακα το θέμα θα κριθεί με το αν θα έχουμε ή<B> δεν θα έχουμε ύφεση. Αλλά για τη ναυτιλία θα είναι καλά».

Τόσες ώρες που σας ακούω με τον ίδιο αισιόδοξο τόνο, σκέφτομαι αν υπήρξε κάτι στη ζωή σας που δεν το πετύχατε…

«Μην το λέτε, δεν έχω κερδίσει μεγάλο τουρνουά στο τάβλι! Αυτό δεν το πέτυχα. Έπαιξα πολλά τουρνουά και εδώ και στο εξωτερικό, αλλά δεν έχω κερδίσει ακόμα κάπου. Παίζουμε μόνο πόρτες».

 Είστε οπαδός του «πίστευε και μη ερεύνα» ή πιστεύετε και ψάχνετε στη ζωή σας;

«Πιστεύω και ψάχνω. Πιστεύω στον Θεό ακράδαντα, αλλά πιστεύω και στην επιστήμη».

Ποιους ηγέτες της εποχής μας ξεχωρίζετε; Ποιος σας εντυπωσιάζει;

«Γνώρισα πολιτικούς που μου έκαναν εντύπωση, δεν ήταν απαραίτητα ηγέτες. Ηγέτες μεγάλους πρέπει να πας παλιά για να βρεις. Η Θάτσερ. Ο Μιτεράν. Ο Κολ. Ο Μπραντ. Αν ξεκινήσω από τον Μπάιντεν, με την πιο μεγάλη δύναμη που είναι η Αμερική, ο ίδιος δεν είναι όπως ήταν πριν 10 χρόνια, έχει πέσει. Ο Πούτιν τα έχει χάσει λίγο. Τον Κινέζο δεν τον ξέρει κανένας καλά ακόμα. Συνεπώς δεν βλέπω κάποιον σαν τον Τσώρτσιλ, τη Θάτσερ, τον Κένεντι».

Νοσήσατε από κορονοϊό. Μπορείτε να μου πείτε τι είναι;

«Φαντάζομαι ότι είναι μια επιδημία που κάθε 100 χρόνια ερχόταν και θα έρχεται στην ανθρωπότητα, όπως έγινε με την πανώλη και την ισπανική γρίπη. Διαισθάνομαι και κάτι ακόμα, ότι ο Covid ξέφυγε από κάποιο εργαστήριο της Κίνας. Αυτός ο ιός ξέφυγε. Για αυτό και οι Κινέζοι τρομοκρατούνται μόλις βλέπο<B>υν μια αναζωπύρωση και μαντρώνουν 28 εκατομμύρια σε μια πόλη ολόκληρη»

Μου αναφέρατε πριν ότι έχετε πετάξει με Κόνκορντ, εκείνο το υπερηχητικό αεροπλάνο. Γατί το σταμάτησαν;

«Γιατί δεν συνέφερε. Γιατί δεν έβγαζε τα έξοδά του»

Μιας και τα φιλοσοφείτε όλα με απλό τρόπο, η ζωή για εσάς τι υπήρξε, βάσανο ή βάλσαμο;

«Η ζωή είναι βάλσαμο. Είναι χάρισμα. Δεν έχω παράπονο από τη ζωή μου».

 Τι θα κληροδοτούσατε στα παιδιά σας πέρα από τα περιουσιακά σας στοιχεία; Τι θα θέλατε να τους αφήσετε ως παρακαταθήκη;

«Αυτό που τους λέω, είναι να δουλεύουν. Να δουλεύουν συνεχώς. Αν δεν δουλεύεις, δεν γνωρίζεις κόσμο. Και άμα γνωρίσεις κόσμο, πρέπει να είσαι σωστός μαζί του».

Καλά τα παιδιά μας, αλλά η νεολαία, γενικότερα, βλέπετε να έχει στόχους;

«Είναι ένα θέμα αυτό, γιατί βλέπω ότι το ίντερνετ έχει αλλάξει τη νεολαία προς το χειρότερο. Και δυστυχώς είναι ένα πράγμα που δεν μπορεί να σταματήσει, γιατί η τεχνολογία συνεχίζεται και συμπαρασύρει με αυτόν τον τρόπο και τους νέους μαζί της».

 Εσείς χρησιμοποιείται αυτά που εγώ τα λέω διαβολικά;

«Όχι, ξέρω μόνο κάποια βασικά…».

 Από ό,τι έχω αντιληφθεί, οι συνεργάτες παραμένουν κοντά σας δεκαετίες ολόκληρες.

«Ναι, είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι είναι από το ξεκίνημά μου μαζί μου. Δεν ξέρω πώς έχει γίνει αυτό το πράγμα. Δεν έχω διώξει κανέναν ποτέ. Δεν ξέρω πώς έγινε».

 Να σας πω εγώ. Είναι απλό, κ. Κολλάκη. Δεν συνέβη γιατί είστε καλός άνθρωπος. Και τώρα θέλω να σας κάνω την τελευταία ερώτηση: Το χρήμα τα αγοράζει όλα στη ζωή;

«Βοηθάει το χρήμα. Ας πούμε, αν είσαι άρρωστος και χρειάζεσαι έναν ιδιαίτερο γιατρό, βοηθάει να το βρεις. Αλλά πιστεύω ότι το χρήμα δεν πρέπει τα παιδιά μας να το βρίσκουν έτοιμο. Πρέπει να δουλεύουν και να ξέρουν πώς να το βγάλουν και πώς να το διαχειριστούν. Το χρήμα, όμως, δεν είναι αναγκαίο πάντα για να ευτυχήσεις. Ένας άνθρωπος που έχει μόνο τα προς το ζην και έχει κοντά του την οικογένειά<B> του, τη θάλασσα, τη φύση, τους ανθρώπους, μπορεί να είναι ευτυχισμένος και</B> χωρίς χρήματα».

 Κατά τη γνώμη σας, η Μεγάλη Βρετανία έκανε καλά που βγήκε από την Ευρώπη;

«Όχι. Μπορεί να είναι καλά σε πέντε χρόνια, αλλά αυτά τα πέντε χρόνια θα περάσουν πολύ δύσκολα. Πρώτα-πρώτα πρέπει ο κόσμος να δουλεύει. Όσοι δουλεύουν, είναι ξένοι. Ο ηλεκτρολόγος και ο υδραυλικός είναι Πολωνοί. Δεν υπάρχουν Άγγλοι. Οι σερ<B>βιτόροι είναι ξένοι. Όσοι εργάζονται στα οικόπεδα, είναι κι αυτοί ξένοι. Θα υπάρξει πρόβλημα».

Τα ελληνοτουρκικά χειροτερεύουν. Από την πρώτ<η μας συνάντηση άλλαξαν πολλά. Σε ό,τι αφορά τις γεωτρήσεις και τα πιθανά ευρήματα, τι πιστεύετε;

«Μιλάτε για πετρέλαιο; Το θέμα είναι τι θα βγάλει ο καθένας. Έξω από την Κύπρο, στην Κρήτη, θα ζητήσουν ένα κομμάτι. Αν ήταν μόνο ένα κομμάτι, πόσο θα είναι ακριβώς; Πόσο θέλει; Είναι σαν την Ουκρανία; Αν δέχεσαι να πάρει το 1/3 της Ουκρανίας ο Ρώσος, γιατί να σταματήσει αυτός; Θα σκεφτεί να πάρει και τα υπόλοιπα».

Και πώς θα ζήσουμε; Με τα τουρκικά γεωτρύπανα να είναι στη μέση του Αιγαίου;

«Ναι, ίσως έτσι. Εμείς θα περιμένουμε από τους Αμερικανούς να μας πουν τι θα κάνουμε. Η Ευρώπη μήπως έκανε τίποτα για την Ουκρανία; Δεν είδατε ότι αυτό το πράγμα άρχισε απ’ την προηγούμενη φορά, με την Κριμαία; Δεν είχες</B> μυαλό να σκεφτείς ότι αυτός θα προχωρήσει;».

 Τελικά, φοβόσαστε ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία;

«Για την ώρα, όχι».

 Πιστεύετε ότι έχει ξεκινήσει ένας Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, που μπορεί από Ψυχρός να γίνει Θερμός;

«Ο κόσμος είναι σε περίεργη φάση. Δεν ξέρει κανένας πού θα πάνε τα πράγματα. Είπαμε στην αρχή πως όταν ο Ρώσος θα μπει στην Ουκρανία, θα πάρει αυτό που θέλει σε τρεις μέρες και θα τελειώσει. Έχουν περάσει 100 μέρες και ακόμα δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί. Δεν είμαι σίγουρος εάν θα πάει τώρα να πάρει την Οντέσα ή θα την αποκλείσει με κάποιον τρόπο έχοντας πάρει όλα τ’ άλλα. Πιστεύω θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μόνο όταν έχει πάρει όσα θέλει».

Πιστεύετε ότι η Ελλάδα εξελίσσεται τα τελευταία χρόνια;

«Ναι, το πιστεύω, η Ελλάδα προχωράει».

Νιώθετε ασφαλής στην Ελλάδα;

«Ναι, για την ώρα, ασφαλής. Κανείς δεν ξέρει για το αύριο. Εδώ είναι ωραία, δεν φοβάμαι να περπατήσω στον δρόμο τη νύχτα. Βέβαια, δεν πάω σε μέρη που υπάρχουν δυσκολίες. Εάν πας στα νησιά ας πούμε, είναι μια χαρά, δεν σε πειράζει κανένας».

Η ιστορία μάς διδάσκει πως το μεγαλύτερο πρόβλημα των Ελλήνων είναι η διχόνοια, από τα αρχαία χρόνια ακόμα, μέχρι το 1821 και έως τον Εμφύλιο. Οι Έλληνες είναι διχασμένοι.
«Στο εξωτερικό οι Έλληνες δεν είναι διχασμένοι. Εδώ στην Ελλάδα είναι. Εάν πας στην Αμερική και πεις “είμαι Έλληνας”, θα σε βοηθήσει ένας άλλος Έλληνας. Εάν είσαι στην Αγγλία, θα σε βοηθήσει ακόμα περισσότερο – είναι πιο εύκολο. Δεν έχω πάει ποτέ στην Αυστραλία, αλλά ακούω πως και εκεί οι Έλληνες είναι ενωμένοι. Οι Ομογένειες είναι παντού ενωμένες. Εδώ είναι το πρόβλημα».

Φεύγοντας από το γραφείο της Γλυφάδας, σκέφτηκα ποιους στίχους θα αφιέρωνα στον Λου Κολλάκη. Θα αφιέρωνα τους στίχους ενός μεγάλου ρομαντικού, του Χρηστομάνου:
Στο πέλαος κόκκινο πανί…
αχ! κόκκινο πανί στο βραδινό το πέλαος…
στα κουρασμένα κύματα τ’ ακοίμιστα…
Καράβι, καραβάκι!
Καρφωμένοι στη στεριά απαξάπαντες, πού να βρούμε στις θλιβερές εποχές μας τα κόκκινα καραβάκια που αρμενίζουν στο Άγνωστο.