Skip to main content

Σε ρότα ομολόγου η Safe Bulkers

Από την έντυπη έκδοση

Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]

Με «δύναμη πυρός» τα εννέα «super eco» bulk carriers πλοία που κατασκευάζει στην Ιαπωνία, η Safe Bulkers σχεδιάζει να γίνει η τρίτη ελληνικών συμφερόντων ναυτιλιακή εταιρεία που θα εκδώσει ομόλογο στην ελληνική κεφαλαιαγορά. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», ο φάκελος της εταιρείας που οι μετοχές της διαπραγματεύονται από το 2008 στο αμερικανικό χρηματιστήριο έχει ήδη καταθέσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τον σχετικό φάκελο που έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα.
Προτού προχωρήσει σε αυτή την κίνηση η εταιρεία, συμφερόντων Πόλυ Β. Χατζηιωάννου, είχε προλάβει μέσα στο 2021 να προβεί σε τρεις «κινήσεις-ματ», εκμεταλλευόμενη και την πολύ θετική αγορά στα πλοία μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου. Πιο συγκεκριμένα, η εταιρεία που έχει κεφαλαιοποίηση περίπου στα 460 εκατ. δολάρια, με τη μετοχή της να έχει ανέβει κατά 200% στη διάρκεια του έτους στα 3,55 δολάρια και τον στόλο της να αποτιμάται από 800 εκατ. δολ. μέχρι 1 δισ. δολάρια, κινήθηκε ως εξής:

Νέες ναυπηγήσεις

* Πρώτον, επέκτεινε το ναυπηγικό της πρόγραμμα στα εννέα bulk carriers, τα οποία κατασκευάζονται σύμφωνα με τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές στη ναυτιλιακή βιομηχανία. Ειδικότερα, είναι συμβατά με τις προδιαγραφές που προβλέπει το GHG-EEDI Phase 3 του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για λιγότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 30% σε σχέση με το 2008, καθώς και τις προϋποθέσεις NOx-Tier III για λιγότερες εκπομπές οξειδίων του αζώτου. Τα πλοία πρόκειται να έχουν παραδοθεί στην εταιρεία σταδιακά μέχρι τις αρχές του 2024 και αναμένεται να κάνουν τη διαφορά, καθώς από το 2023 θα μπουν σε εφαρμογή οι ΕΕΧΙ (Δείκτης Ενεργειακής Απόδοσης Υφιστάμενων Πλοίων) και CII (Δείκτης Έντασης Άνθρακα). Ειδικά σε ό,τι αφορά τον CII τα πλοία χωρίζονται σε πέντε κατηγορίες, από άλφα μέχρι έψιλον. Τα πλοία στις τελευταίες κατηγορίες και παράλληλα μεγάλης ηλικίας, που εκπέμπουν πολύ περισσότερους ρύπους, θα έχουν μόνο την επιλογή να χαμηλώσουν ταχύτητα, αφού τα εκτεταμένα retrofit σε τέτοια πλοία είναι ασύμφορα. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ο παγκόσμιος στόλος bulk carriers, που είναι συμβατός με τα κριτήρια αυτά, δεν ξεπερνά σήμερα το 15%, ενώ το βιβλίο παραγγελιών είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μόλις 7% του εν ενεργεία στόλου. Ακόμα ένας παράγοντας που ενδέχεται να ενισχύσει τα πλοία που εμπίπτουν στο GHG -EEDI Phase 3 είναι η ένταξη της ναυτιλίας στο σύστημα εμπορίας ρύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως έχει γίνει γνωστό στη «Ν», εφόσον υλοποιηθεί ο σχεδιασμός της Κομισιόν, ένα μέσο συμβατικό bulk carrier θα καταβάλλει περίπου 4.000 δολάρια την ημέρα για την αγορά δικαιωμάτων, σε αντίθεση με τα EEDI Phase 3 που θα είναι κατά 30% πιο αποδοτικά. 

Ανανέωση στόλου

* Δεύτερον, η εταιρεία παράλληλα με το ναυπηγικό της πρόγραμμα τρέχει και την ανανέωση του στόλου της, πουλώντας τα παλαιότερα πλοία της, συνολικά επτά από την αρχή του χρόνου, ενώ την ίδια στιγμή έχει αγοράσει τέσσερα, που είναι περίπου κατά μία δεκαετία πιο νέα από όσα πουλήθηκαν. Η πιο πρόσφατη κίνηση στο πλαίσιο του σχεδίου της εταιρείας ήταν η πώληση για 23,7 εκατ. δολάρια του Pedhoulas Fighter, τύπου Kamsarmax, ναυπήγησης 2012. 

Μείωση δανεισμού

* Τρίτον, κατά τη διάρκεια της χρονιάς η Safe Bulkers προχώρησε σε αποπληρωμή μέρους του υφιστάμενου δανεισμού της και από τα 600 εκατ. δολάρια που ήταν έχει πέσει κάτω από τα 400%, ρίχνοντας τη μόχλευσή της στο 33% περίπου. Επισημαίνεται ότι η εταιρεία στις αρχές Δεκεμβρίου ανακοίνωσε τη σύναψη νέας πιστωτικής διευκόλυνσης πενταετούς διάρκειας και ύψους 100 εκατ. δολαρίων. 
Ειδικότερα, η συμφωνία περιλαμβάνει μία δόση δανείου ύψους 50 εκατ. δολαρίων και μία δόση ανακυκλούμενης πιστωτικής διευκόλυνσης με δυνατότητα ανάληψης έως και 50 εκατ. δολαρίων επιπλέον. Πρόκειται για τη δεύτερη πιστωτική διευκόλυνση που συνδέεται με τη βιωσιμότητα της Safe Bulkers, η οποία ενσωματώνει κίνητρα για τη μείωση ή την αύξηση του επιτοκίου δανεισμού, που συνδέονται με την επίτευξη προκαθορισμένων στόχων μείωσης των εκπομπών. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της εταιρείας, δρ. Λουκά Μπαρμπαρή, «παράλληλα η εταιρεία μειώνει περαιτέρω το χρέος της, φθάνοντας στο βέλτιστο επίπεδο μέχρι το τέλος του έτους, ενώ διατηρεί γρήγορη πρόσβαση σε κεφάλαια».