Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ συνήθως γίνεται γνωστό ήδη το βράδυ των εκλογών. Ακολουθεί η ομιλία του ηττημένου, τις πρώτες πρωινές ώρες. Φέτος όμως στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου τα πράγματα ίσως να είναι διαφορετικά. H μεγάλη απήχηση της επιστολικής ψήφου στους ψηφοφόρους και η χρησιμότητά της εν μέσω της πανδημίας μπορεί να παρατείνει την εκλογική διαδικασία και την καταμέτρηση ψήφων μέρες, ίσως και εβδομάδες. Η κατάσταση προδιαγράφεται μάλλον χαοτική εάν λάβει κανείς υπόψη τη δυσπιστία που εκφράζουν οι Ρεπουμπλικάνοι στην επιστολική ψήφο αλλά και τις δηλώσεις Τραμπ ότι ενδέχεται να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα των εκλογών.
Οι New York Times γράφουν ότι 81,7 εκατομμύρια ψηφοφόροι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για να ψηφίσουν επιστολικά. Για κάποιες πολιτείες, όπως το Κολοράντο, η Γιούτα, η Ουάσιγκτον ή η Χαβάη αυτό δεν είναι πρόβλημα, αφού η επιστολική ψήφος είναι συνήθης πρακτική. Ωστόσο, η συλλογή και η καταμέτρηση ψήφων σε άλλες πολιτείες ενδέχεται να είναι χρονοβόρα διαδικασία.
Σε κάποιες αμφίρροπες πολιτείες, τις λεγόμενες swing states, όπως η Βόρεια Καρολίνα ή η Πενσιλβάνια, οι εκλογικές αρχές έχουν ήδη παρατείνει την ημερομηνία συλλογής ψηφοδελτίων μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου. Αλλά και σε πολιτείες όπου έχει οριστεί αυστηρή προθεσμία για τις επιστολικές ψήφους αυστηρά μέχρι την 3η Νοεμβρίου, η καταμέτρηση ενδέχεται να κρατήσει εβδομάδες, όπως συνέβη στην Αριζόνα το 2018.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο πρόεδρος Τραμπ αμφισβήτησε ανοιχτά την αξιοπιστία της επιστολικής ψήφου. Οι New York Times τονίζουν πως οι περιπτώσεις νοθείας με την επιστολική ή τη συμβατική διαδικασία είναι σπάνιες στις ΗΠΑ. Άλλωστε, και ο ίδιος ο Τραμπ ψηφίζει… με επιστολική ψήφο. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μπρούκινγκς, 6 στους 10 Αμερικανούς θέλουν φέτος να προσέλθουν στις κάλπες και 4 στους 10 να ψηφίσουν επιστολικά.
Βέβαια, υπάρχουν ήδη 365 εκκρεμείς νομικές υποθέσεις που σχετίζονται με τις προεδρικές εκλογές. Οπότε οι νομικές ομάδες και των δύο κομμάτων βρίσκονται σε ετοιμότητα. Σύμφωνα με τον συνταγματολόγο και καθηγητή του Γέιλ Μπρους Άκερμαν, οι περισσότερες υποθέσεις για εκλογικά ζητήματα εκδικάζονται από δικαστήρια των εκάστοτε πολιτειών. Θεωρείται, πάντως, απίθανη μια επανάληψη της υπόθεσης Μπους εναντίον Γκορ το 2000, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κλήθηκε να αποφασίσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών. Αυτή τη φορά είναι πιο πιθανό το Κογκρέσο να επιλέξει τον νικητή. Εγείρονται και ορισμένα σύνθετα ζητήματα.
Εάν κανένας υποψήφιος δεν εξασφαλίσει την πλειοψηφία λόγω ισοπαλίας ή εκλογικών προσφυγών, η νεοεκλεγείσα Βουλή των Αντιπροσώπων θα πρέπει να αποφασίσει για τον νέο πρόεδρο μέχρι τις 6 Ιανουαρίου, όπως ορίζει το Σύνταγμα των ΗΠΑ. Η τελευταία φορά, όμως, που συνέβη αυτό ήταν τον 19ο αιώνα.