Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Στον βωμό του Brexit, ο Μπόρις Τζόνσον τα κατάφερε – έστω με την τέταρτη προσπάθεια – να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες κάλπες. Θα διεξαχθούν στις 12 Δεκεμβρίου, όπως ακριβώς ήθελε ο Βρετανός πρωθυπουργός. Η χώρα μπαίνει σε προεκλογικό πυρετό και οι πολίτες ετοιμάζονται να ψηφίσουν στην καρδιά του χειμώνα για πρώτη φορά εδώ και περίπου έναν αιώνα. Στόχος του Τζόνσον είναι να εξασφαλίσει ένα σαφές προβάδισμα και μία άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ώστε να περάσει τη συμφωνία αποχώρησης που διαπραγματεύτηκε με τους Ευρωπαίους ηγέτες αυτόν τον μήνα και να μείνει στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός που οδήγησε τη Βρετανία στην έξοδο της Ε.Ε.
Θεωρητικά, εφόσον το αποτέλεσμα είναι ξεκάθαρο, η Βρετανία θα βγει από το αδιέξοδο στο οποίο παγιδεύτηκε μετά το δημοψήφισμα του 2016. Βάσει του σχεδίου των Συντηρητικών, μία νέα εκδοχή του νομοσχεδίου για τη συμφωνία αποχώρησης θα κατατεθεί στο κοινοβούλιο και η διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως τις 31 Ιανουαρίου του 2020, οπότε εκπνέει η νέα διορία για το Brexit.
Με ποσοστό περίπου 37% και ένα σημαντικό προβάδισμα 13 μονάδων έναντι του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν, το Συντηρητικό Κόμμα του Τζόνσον μπορεί – σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις – να αναμένει μία σχετικά εύκολη νίκη. Το πρόβλημα για τους Τόρις, σχολιάζει το «Politico», είναι ότι η στήριξη που έχει το κόμμα σήμερα δεν μεταφράζεται απαραιτήτως σε ψήφους τον Δεκέμβριο. Μένει συνεπώς να φανεί – και δεν είναι καθόλου σίγουρο – εάν οι Τόρις και ο Τζόνσον προσωπικά θα καταφέρουν να διατηρήσουν το προβάδισμα αυτό τις επόμενες πέντε εβδομάδες έως τις εκλογές, καθώς επίσης πώς θα μεταφραστεί όποιο προβάδισμα σε έδρες στη βουλή.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι που καθιστούν τις προβλέψεις παρακινδυνευμένες. Ένας πολύ σημαντικός είναι πως τούτη την περίοδο του διχασμού και της πολιτικής κρίσης που έχει πυροδοτήσει το Brexit, οι ψηφοφόροι μετακινούνται από το ένα κόμμα στο άλλο περισσότεροι από ποτέ άλλοτε στη μεταπολεμική ιστορία της Βρετανίας. Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα του British Election Study, κατά τις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις – το 2015 και το 2017 – περίπου το ένα τρίτο με τα δύο τρία των ψηφοφόρων άλλαξαν προτίμηση.
Τα νέα ήθη των ψηφοφόρων θα είναι προφανώς εμφανή και στις εκλογές του Δεκεμβρίου. Αν και στις εκλογές του 2017, Τόρις και Εργατικοί εξασφάλισαν μαζί το 84% των ψήφων, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις τα δύο μεγάλα κόμματα αναμένεται να εξασφαλίσουν ποσοστό μόλις λίγο μεγαλύτερο από το 60%. Το υπόλοιπο 40% εκτιμάται ότι θα μοιραστεί ανάμεσα στους ανανεωμένους Φιλελεύθερους Δημοκράτες και το ευρωσκεπτικιστικό Κόμμα Brexit.
Για τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους – και κατά συνέπεια για τους υποψηφίους – η προεκλογική περίοδος είναι μείζονος σημασίας για την κρίσιμη ώρα της κάλπης. Το 2017, οι Συντηρητικοί είχαν μία καταστροφική προεκλογική εκστρατεία. Σε διάστημα μόλις έξι εβδομάδων, οι 20 μονάδες με τις οποίες προηγούνταν μειώθηκαν σε 2. Ο Μπόρις Τζόνσον, σημειώνουν πολιτικοί αναλυτές, φαίνεται καλύτερα προετοιμασμένος από την προκάτοχό του Τερέζα Μέι. Η χρονική συγκυρία ωστόσο – τρεις μήνες πριν από το Brexit – και η πολιτική αβεβαιότητα η οποία βαραίνει και τους Τόρις θα είναι βούτυρο στο ψωμί του Κόρμπιν τις επόμενες εβδομάδες.
Είναι σαφές ότι το εκλογικό αποτέλεσμα, εκτός από το πολιτικό μέλλον της Βρετανίας, θα κρίνει επίσης το μέλλον του Brexit. Εφόσον λοιπόν το σχέδιο του Τζόνσον δεν προχωρήσει όπως το έχει οραματιστεί, υπάρχει πάντα το σενάριο της άτακτης εξόδου, εάν η συμφωνία δεν εγκριθεί εγκαίρως, αλλά και το σενάριο του δεύτερου δημοψηφίσματος. Σε αυτήν την περίπτωση, την οποία στηρίζουν οι Εργατικοί και άλλα μικρότερα κόμματα, η Βρετανία θα πρέπει να αιτηθεί μία ακόμη παράταση. Θεωρητικά, υπάρχει πάντα στο τραπέζι και η επιλογή της πλήρους απόσυρσης του Brexit, το οποίο βέβαια η κυβέρνηση του Τζόνσον ούτε που διανοείται. Το μοναδικό κόμμα που έχει δηλώσει ότι θα στήριζε την απόσυρση του Brexit εάν κέρδιζε την πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων είναι οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες. Εάν πάλι δεν τα καταφέρουν – που είναι και το πιθανότερο – θα στηρίξουν την επιλογή ενός δεύτερου δημοψηφίσματος.