Skip to main content

Η διάσπαση της Δύσης άρχισε: Τα μαθήματα της ιστορίας, η Ελλάδα, η Τουρκία και ο Τραμπ

Το BBC θυμίζει τι έγινε στα τέλη της δεκαετίας του 40 και εξηγεί γιατί σήμερα ανατρέπονται τα πάντα

Ο Τραμπ «ανατινάζει» την παγκόσμια τάξη πραγμάτων, όπως τη γνωρίζαμε, σχολιάζει το BBC και κάνει λόγο για τη σοβαρότερη κρίση για την ασφάλεια της Δύσης από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Προειδοποιεί μάλιστα πως πρόκειται για μία κρίση διαρκείας. Το ερώτημα είναι ποιες χώρες είναι έτοιμες να αναλάβουν ηγετικό ρόλο καθώς οι ΗΠΑ αποσύρονται;

Για να απαντήσει αυτό μας επιστρέφει πρώτα στο παρελθόν και θυμίζει τα τέλη της δεκαετίας του 1940 και πώς φτάσαμε στο σχέδιο Μάρσαλ. Τα γεγονότα, όπως τα περιγράφει το βρετανικό δίκτυο, έχουν ως εξής:

«Στις 09.00 ένα πρωινό του Φεβρουαρίου 1947, ο Βρετανός πρέσβης στην Ουάσιγκτον, λόρδος Ίνβερτσαπελ μπήκε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ για να παραδώσει στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζορτζ Μάρσαλ, δύο διπλωματικά μηνύματα τυπωμένα σε μπλε χαρτί για να τονιστεί η σημασία τους: το ένα αφορούσε την Ελλάδα, το άλλο την Τουρκία.

Εξαντλημένη, χωρίς χρήματα και με βαρύ χρέος προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία ενημέρωσε τους Αμερικανούς ότι δεν μπορούσε πλέον να συνεχίσει τη στήριξη των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων που μάχονταν μια ένοπλη εξέγερση. Η Βρετανία είχε ήδη ανακοινώσει σχέδια αποχώρησης από την Παλαιστίνη και την Ινδία και τη σταδιακή μείωση της παρουσίας της στην Αίγυπτο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιλήφθηκαν αμέσως ότι υπήρχε πλέον πραγματικός κίνδυνος να πέσει η Ελλάδα στους κομμουνιστές και, κατ’ επέκταση, να περάσει υπό σοβιετικό έλεγχο. Και αν η Ελλάδα έπεφτε, οι ΗΠΑ φοβούνταν ότι η Τουρκία θα ακολουθούσε, δίνοντας στη Μόσχα τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης πιθανώς της Διώρυγας του Σουέζ, μιας ζωτικής παγκόσμιας εμπορικής οδού. Σχεδόν από τη μία στιγμή στην άλλη, οι Ηνωμένες Πολιτείες έσπευσαν να καλύψουν το κενό που άφηνε η αποχώρηση των Βρετανών. Ο πρόεδρος Χάρι Σ. Τρούμαν δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να στηρίξουν τα ελεύθερα έθνη».

Δόγμα Τρούμαν, Σχέδιο Μάρσαλ και ΝΑΤΟ

Ήταν η απαρχή αυτού που έμελλε να γίνει γνωστό ως το Δόγμα Τρούμαν. Στην καρδιά του βρισκόταν η ιδέα ότι η υποστήριξη της δημοκρατίας στο εξωτερικό ήταν ζωτικής σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ακολούθησαν δύο σημαντικές πρωτοβουλίες των ΗΠΑ: το Σχέδιο Μάρσαλ, ένα τεράστιο πακέτο βοήθειας για την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων οικονομιών της Ευρώπης, και η ίδρυση του ΝΑΤΟ το 1949, που είχε σχεδιαστεί για να υπερασπιστεί τις δημοκρατίες από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία πλέον είχε επεκτείνει τον έλεγχό της στην ανατολική Ευρώπη.

Είναι εύκολο να δει κανείς αυτή τη στιγμή ως το σημείο όπου η ηγεσία του δυτικού κόσμου πέρασε από τη Βρετανία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πιο σωστά, είναι η στιγμή που αποκάλυψε ότι η μετατόπιση είχε ήδη συμβεί.

Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποια είναι η στάση των ΗΠΑ απέναντι στην Ελλάδα, την Τουρκία και τις εξελίξεις σε Μεσόγειο και Ευρώπη. Αυτό που διαφαίνεται είναι μόνο ότι οι Αμερικανοί θέλουν να απεμπλακούν από καυτά μέτωπα.

Οι ΗΠΑ δεν θέλουν πια να είναι η ηγέτιδα δύναμη του «ελεύθερου κόσμου»

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, παραδοσιακά απομονωμένες και προστατευμένες από δύο απέραντους ωκεανούς, αναδείχθηκαν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως ηγέτιδα δύναμη του ελεύθερου κόσμου.

Καθώς η Αμερική πρόβαλλε την ισχύ της παγκοσμίως, πέρασε τις μεταπολεμικές δεκαετίες αναδιαμορφώνοντας μεγάλο μέρος του κόσμου σύμφωνα με τη δική της εικόνα. Η γενιά των baby boomers μεγάλωσε σε έναν κόσμο που έμοιαζε, ακουγόταν και συμπεριφερόταν περισσότερο από ποτέ όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Και οι ΗΠΑ έγιναν η πολιτιστική, οικονομική και στρατιωτική ηγεμονική δύναμη του δυτικού κόσμου.

Ωστόσο, οι θεμελιώδεις παραδοχές στις οποίες στηρίχθηκαν οι γεωστρατηγικές φιλοδοξίες των Ηνωμένων Πολιτειών φαίνεται πλέον να αλλάζουν.

Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που αμφισβητεί τον παγκόσμιο ρόλο της χώρας του. Και το κάνει με έναν τρόπο που, για πολλούς, κάνει τη διεθνή τάξη πραγμάτων να μοιάζει τελειωμένη και τη νέα τάξη να μην έχει ακόμη διαμορφωθεί.

Το ερώτημα είναι, με την ασφάλεια της Ευρώπης να βρίσκεται υπό μεγαλύτερη πίεση από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη στιγμή στη σύγχρονη ιστορία, μπορούν οι ηγέτες της, που αυτή τη στιγμή παραπαίουν, να βρουν μια επαρκή απάντηση;

Μια πρόκληση για την κληρονομιά του Τρούμαν

Η κριτική του προέδρου Τραμπ για τη διεθνή τάξη πραγμάτων μετά το 1945 χρονολογείται δεκαετίες πίσω. Σχεδόν 40 χρόνια πριν, είχε δημοσιεύσει ολοσέλιδες διαφημίσεις σε τρεις αμερικανικές εφημερίδες επικρίνοντας τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην άμυνα των δημοκρατιών του κόσμου.

«Για δεκαετίες, η Ιαπωνία και άλλες χώρες εκμεταλλεύονται τις Ηνωμένες Πολιτείες», έγραφε το 1987. «Γιατί αυτές οι χώρες δεν πληρώνουν τις Ηνωμένες Πολιτείες για τις ανθρώπινες ζωές και τα δισεκατομμύρια δολάρια που χάνουμε για να προστατεύσουμε τα συμφέροντά τους;»

Αυτή τη θέση επανέλαβε και μετά τη δεύτερη ορκωμοσία του. Η θέση του Τραμπ φαίνεται να ξεπερνά την κριτική προς εκείνους που, όπως λέει, εκμεταλλεύονται τη γενναιοδωρία των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως επισημαίνει το BBC. Στην αρχή της δεύτερης προεδρίας του, έδειξε να προσεγγίζει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, λέγοντας ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και ότι δεν θα πρέπει να περιμένει να ανακτήσει τα εδάφη της από τη Ρωσία.

Πολλοί το θεώρησαν ως μια μεγάλη παραχώρηση πριν καν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Δεν φάνηκε να ζητά τίποτα ως αντάλλαγμα από τη Ρωσία.

Το ΝΑΤΟ και το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας

Ο Λευκός Οίκος του Τραμπ έχει δηλώσει ότι δεν θα είναι πλέον ο βασικός εγγυητής της ευρωπαϊκής ασφάλειας, απαιτώντας από τις ευρωπαϊκές χώρες να αναλάβουν την άμυνά τους.

«Αν [οι χώρες του ΝΑΤΟ] δεν πληρώσουν, δεν θα τις υπερασπιστώ. Όχι, δεν θα τις υπερασπιστώ», δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος.

Για σχεδόν 80 χρόνια, η ασφάλεια της Ευρώπης βασιζόταν στο Άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, που ορίζει ότι επίθεση εναντίον ενός κράτους-μέλους θεωρείται επίθεση εναντίον όλων. Σήμερα το Άρθρο 5 είναι σε «μηχανική υποστήριξη».

Όλα αυτά είναι εξαιρετικά νέα για τον Πούτιν. «Ολόκληρο το σύστημα της ευρωατλαντικής ασφάλειας καταρρέει μπροστά στα μάτια μας», δήλωσε πέρυσι. «Η Ευρώπη περιθωριοποιείται στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, βυθίζεται στο χάος προκλήσεων όπως η μετανάστευση και χάνει τη διεθνή της υπόσταση και την πολιτιστική της ταυτότητα».

Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη από εδώ και πέρα είναι το πώς θα εξοπλιστεί επαρκώς. Ογδόντα χρόνια εξάρτησης από τη στρατιωτική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν αφήσει πολλές ευρωπαϊκές δημοκρατίες εκτεθειμένες. Η Βρετανία, για παράδειγμα, έχει μειώσει τις αμυντικές της δαπάνες σχεδόν κατά 70% από την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου. Τώρα σχεδιάζει να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες από το 2,3% του ΑΕΠ στο 2,5% έως το 2027. Δεν θεωρείται αυτό αρκετό.

Στη Γερμανία ο Φρίντριχ Μερτς κάνει πιο δυναμικά βήματ,α πιστεύοντας ότι η Ευρώπη πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και η «ευρωπαϊκοποίηση» του ΝΑΤΟ θα απαιτήσει τη δημιουργία ενός εγχώριου ευρωπαϊκού στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, ικανού να παρέχει δυνατότητες που σήμερα διαθέτουν μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Υπάρχει ένας μικρός κατάλογος «πολύ σημαντικών πραγμάτων» που σήμερα μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέχουν, σύμφωνα με τον ιστορικό Τίμοθι Γκάρτον Ας: Οι δορυφόροι, οι υπηρεσίες πληροφοριών, οι πυραυλικές συστοιχίες Patriot, που είναι οι μόνες ικανές να καταρρίψουν ρωσικούς βαλλιστικούς πυραύλους. Και μέσα στα επόμενα τρία έως πέντε χρόνια, θα πρέπει η Ευρώπη να στοχεύσει να έχει τις δικές της εκδοχές αυτών.

Σίγουρα δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.