Skip to main content

Η Βόρεια Μακεδονία κηδεύει τους νεκρούς της φωτιάς – Οι ανθρώπινες ιστορίες πίσω από την τραγωδία στο κλαμπ

REUTERS/Alexandros Avramidis

Τα περισσότερα από τα 59 θύματα της τραγωδίας ήταν από το Κότσανι

Τα θύματα της πυρκαγιάς σε νυχτερινό κέντρο του Κότσανι, τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής, κηδεύει σήμερα, Πέμπτη, η Βόρεια Μακεδονία.

Η χώρα βρίσκεται σε πένθος, αναμεμιγμένο με κραυγές θυμού και οργής. Στο κοιμητήριο, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, έχει στηθεί μια εξέδρα.

Την ίδια ώρα ομάδες του Ερυθρού Σταυρού είναι σε ετοιμότητα για ό,τι τυχόν προκύψει, ενώ δημοσιογράφοι και άλλοι επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης από γειτονικές χώρες συμπληρώνουν το σκηνικό στο νεκροταφείο, με τους αστυνομικούς να δίνουν συνεχώς οδηγίες.

Τα περισσότερα από τα 59 θύματα της τραγωδίας ήταν από το Κότσανι. «Το σίγουρο είναι ότι η πληγή αυτή δεν θα κλείσει σύντομα. Και δεν θα ξεχάσουμε» έλεγε κάτοικος του Κότσανι, μεταξύ των πολλών εθελοντών στον χώρο, που φορούν μαύρες μπλούζες με την επιγραφή: «Αναπαύσου εν ειρήνη, αγαπημένε μου άγγελε».

Ο 30χρονος φωτογράφος της συναυλίας ανάμεσα στα θύματα

Το πρωί της Κυριακής ο Τόνι Αΐτοφσκι ήταν στο αστυνομικό τμήμα του Κότσανι, όπου βρισκόταν σε εξέλιξη η συνέντευξη Τύπου για την τραγωδία που είχε σημειωθεί λίγες ώρες νωρίτερα σε νυχτερινό κλαμπ της πόλης, όταν το τηλέφωνό του άρχισε να χτυπά επίμονα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν η σύζυγός του, που τον ενημέρωνε πως ο νονός του γιου τους, ο οποίος ήταν στο κλαμπ, δεν απαντούσε στις τηλεφωνικές κλήσεις της μητέρας του.

«Αμέσως έτρεξα στο νοσοκομείο για να ψάξω αν ήταν μεταξύ των τραυματιών που είχαν διακομιστεί εκεί» ανέφερε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Τόνι Αΐτοφσκι, ανταποκριτής του πρακτορείου ειδήσεων ΜΙΑ στην περιοχή.

«Άρχισα να ρωτάω, αν υπήρχε κάποιος εκεί με το όνομα Αλεξάντερ Εφρέμοφ. Στο νοσοκομείο υπήρχε ήδη ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων και παντού ακούγονταν ουρλιαχτά και φωνές» περιέγραψε ο Αΐτοφσκι, ο οποίος ανήμπορος να βρει κάποιον να πάρει τις πληροφορίες που ζητούσε, αποτάθηκε στον Ερυθρό Σταυρό.

Ο νονός του γιου του, ο Αλεξάντερ Εφρέμοφ (Aleksandar Efremov), ήταν ο επίσημος φωτογράφος της συναυλίας του δημοφιλούς συγκροτήματος DNK, στο νυχτερινό κλαμπ που έπιασε φωτιά τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακή οδηγώντας στον θάνατο 59 άτομα. Από την ώρα που έγινε γνωστό το συμβάν, η μητέρα του τον καλούσε επανειλημμένα, με τα τηλεφωνήματά της, ωστόσο, να μένουν αναπάντητα.

«Στο νοσοκομείο οι γιατροί έτρεχαν ασταμάτητα. Έδωσα το όνομά του σε κάποιους εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού προκειμένου να τον γράψουν στον κατάλογο και να τον αναζητήσουν. Μου είπαν ότι θα έβλεπαν αν ήταν στο νοσοκομείο εδώ, στο Κότσανι, ή αν τον είχαν μεταφέρει αλλού. Κανείς δεν ήξερε αν ήταν ζωντανός ή αν είχε τραυματιστεί σοβαρά» συνέχισε την αφήγηση ο Αΐτοφσκι.

Καθώς η κατάσταση παρέμενε συγκεχυμένη και εν αναμονή κάποιας πληροφορίας για την τύχη του κουμπάρου του, αποφάσισε να επιστρέψει στη συνέντευξη Τύπου και να ακολουθήσει τις εξελίξεις στο πεδίο της ενημέρωσης.

«Σε κάποια στιγμή, με κάλεσε η σύζυγός μου και μού είπε πως την κάλεσαν στο νοσοκομείο για αναγνώριση (από φωτογραφίες). Προσευχόμουν να μην είναι αλήθεια και να μην είναι αυτός στις φωτογραφίες. Κατευθυνθήκαμε και οι δύο προς το νοσοκομείο. Εκείνη έφτασε νωρίτερα. Με κάλεσε στο τηλέφωνο και μου είπε: είναι αυτός, με το νούμερο 25 στην μπλούζα του. Τα μάτια μου σκοτείνιασαν, κόντεψε να μου φύγει το μυαλό» ανέφερε ο Αΐτοφσκι.

Στο νοσοκομείο, όπου έφτασε λίγη ώρα αργότερα, εκτυλίσσονταν ήδη σκηνές που θύμιζαν αρχαία τραγωδία. «Το πλήθος ήταν ακόμη μεγαλύτερο καθώς άρχισαν να καταφτάνουν και άλλοι συγγενείς που είχαν εντοπίσει τους δικούς τους ανθρώπους, τα παιδιά τους. Βρήκα τη σύζυγό μου ανάμεσα στο πλήθος, καταβεβλημένη και άφωνη από την εξέλιξη. Και εγώ δεν ήξερα τι να πω… Και το ερώτημα ήταν ποιος θα το έλεγε στους συγγενείς αυτό που εμείς ήδη ξέραμε. Μας ήταν αδύνατο να το κάναμε. Ζητήσαμε από έναν εθελοντή να τους πει να έρθουν από το Στιπ, όπου μένουν, στο νοσοκομείο του Κότσανι, χωρίς να τους εξηγήσουν, όμως, την κατάσταση. Μέσα σε μισή ώρα είχαν φτάσει και έψαχναν τη σύζυγό μου και εμένα. Τους πλησίασα και τους αγκάλιασα… Τα κατάλαβαν όλα. Σκοτάδι και σιωπή».

Λίγη ώρα αργότερα, η οικογένεια του Εφρέμοφ, ο οποίος δεν πρόλαβε να συμπληρώσει τρεις δεκαετίες ζωής, έμπαινε στο δωμάτιο όπου ήταν η σορός του, ξεσπώντας σε ατελείωτο θρήνο.

«Σήμερα θα πάμε στην κηδεία ενός όμορφου νέου, που σε λίγους μήνες θα ντυνόταν γαμπρός» ανέφερε ο Αΐτοφσκι ως επίλογο μιας από τις 59 ξεχωριστές ιστορίες των ανθρώπων που τόσο άδικα έφυγαν από τη ζωή.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ