Την κοινή αγορά όπλων εκ μέρους των κρατών-μελών της ΕΕ εισηγείται η Κομισιόν, σε μια σημαντική αλλαγή στρατηγικής ως απάντηση στα νέα δεδομένα που φέρνουν στη διεθνή σκηνή οι πολιτικές Τραμπ.
Σε ένα προσχέδιο εγγράφου για την άμυνα, το οποίο περιήλθε στην κατοχή των Financial Times και πρόκειται να δημοσιευθεί την επόμενη εβδομάδα, η Επιτροπή αναφέρει ότι η «συνεργατική προμήθεια» αποτελεί «τον πιο οικονομικά αποδοτικό τρόπο για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας» μετά την πτώση των αμυντικών δαπανών που ακολούθησε τον Ψυχρό Πόλεμο.
Επιπλέον, προσθέτει ότι, εφόσον το ζητήσουν οι κυβερνήσεις της ΕΕ, η ίδια η Επιτροπή θα μπορούσε «να λειτουργήσει ως κεντρικός φορέας προμηθειών [όπλων] εκ μέρους τους».
Τα κράτη-μέλη θα εξακολουθούσαν να αποφασίζουν ποια όπλα θα αγοράσουν και σε ποιες ποσότητες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να αναλάβει το δύσκολο έργο της ταχείας επανεξοπλισμού της Ευρώπης, ενισχύοντας παράλληλα τη βιομηχανία άμυνας της ηπείρου για μια νέα εποχή, στην οποία δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στην υποστήριξη των ΗΠΑ.
Κάντο όπως με τα εμβόλια
Οι αμυντικές δαπάνες αποτελούν αρμοδιότητα των κυβερνήσεων της ΕΕ, γεγονός που έχει οδηγήσει τα κράτη-μέλη να προτιμούν τους εθνικούς τους κατασκευαστές. Ως αποτέλεσμα, η ευρωπαϊκή αμυντική αγορά είναι κατακερματισμένη, με πολλαπλά ανταγωνιστικά προϊόντα και σχετικά υψηλές τιμές. Αντίθετα, στις ΗΠΑ, ο αριθμός των παραγωγών και των προϊόντων είναι σαφώς μικρότερος.
Η Επιτροπή προτείνει να δοθεί προτεραιότητα στα ευρωπαϊκά αμυντικά προϊόντα στις δημόσιες προμήθειες και, εάν δεν υπάρχουν κατάλληλα προϊόντα, να εξεταστεί η αγορά από «ομοϊδεάτες τρίτες χώρες, με πλήρη έλεγχο».
Πρόκειται για μία στρατηγική που θυμίζει εκείνη που ακολουθήθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας για την κοινή προμήθεια εμβολίων.