Πόσο μπορεί να αντέξει η Ουκρανία, χωρίς αμερικανική στρατιωτική βοήθεια; Μπορεί το Κίεβο να την αναπληρώσει, από την Ευρώπη; Πιεστικά τα ερωτήματα μετά την απόφαση του προέδρου Τραμπ να αναστείλει κάθε στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία, θέλοντας να εξαναγκάσει το Κίεβο να αποδεχτεί τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Οι New York Times γράφουν ότι η εντολή του Αμερικανού προέδρου θα τεθεί σε ισχύ αμέσως. Ωστόσο, εάν οι ΗΠΑ εγκαταλείψουν οριστικά την Ουκρανία, οι συνέπειες θα ήταν δραματικές για το Κίεβο. «Η Ουκρανία έχει ελάχιστους μήνες στη διάθεσή της, πριν γίνει αισθητή η έλλειψη υποστήριξης των ΗΠΑ στο πεδίο της μάχης», λένε στη «Ναυτεμπορική» Ευρωπαίοι διπλωμάτες.
Από τις 20 Ιανουαρίου, που ο πρόεδρος Τραμπ ανέλαβε επισήμως τα καθήκοντά του, κανένα νέο πακέτο βοήθειας δεν έχει δρομολογηθεί για την Ουκρανία.
Ο Πήτερ Ρόου, ειδικός για την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Hudson στην Ουάσιγκτον, λέει ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία έχει ήδη συρρικνωθεί στο ελάχιστο. Τονίζει μάλιστα ότι έχει ήδη σταματήσει και η Πρωτοβουλία για την Ασφάλεια της Ουκρανίας (USAI), μέσω της οποίας το Κίεβο αγοράζει όπλα απευθείας από Αμερικανούς κατασκευαστές. «Οι δύο βασικοί λογαριασμοί για την υποστήριξη της Ουκρανίας έχουν πλέον παγώσει», λέει ο Ρόου.
«Η υποστήριξη των ΗΠΑ για την Ουκρανία έχει ήδη μειωθεί σταδιακά και δεν είναι σαφές πόσο και πότε το Κογκρέσο θα εγκρίνει περαιτέρω βοήθεια», σημειώνει και ο καθηγητής Νταν Χάμιλτον, ειδικός για την εξωτερική πολιτική στο Πανεπιστήμιο Τζον Χόπκινς, στην Ουάσιγκτον.
Η εξάρτηση από τις ΗΠΑ
Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Τραμπ, κανένα νέο πακέτο βοήθειας δεν έχει δρομολογηθεί για την Ουκρανία. Επί προεδρίας Μπάιντεν, αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο κύριος υποστηρικτής και προμηθευτής όπλων της Ουκρανίας.
Από τη ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022 και την προεδρική αλλαγή στην Ουάσιγκτον στις 20 Ιανουαρίου 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στρατιωτική βοήθεια 65,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Ουκρανία, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Συμπεριλαμβανομένης της ανθρωπιστικής και οικονομικής βοήθειας, το Κογκρέσο έχει εγκρίνει συνολικά 174,2 δισεκατομμύρια δολάρια για την Ουκρανία από το 2022.
«Κατά πάσα πιθανότητα, πολλά από αυτά που υποσχέθηκε ο Τζο Μπάιντεν τον τελευταίο χρόνο της θητείας του δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί- παρόλο που το Πεντάγωνο προσπάθησε να επιταχύνει τις παραδόσεις όπλων στο Κίεβο, πριν την είσοδο του Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Αλλά η κατάσταση θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο δραματική για την Ουκρανία, καθώς η χώρα δεν εξαρτάται μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες για όπλα και χρήματα, αλλά και από τις Αμερικανικές Υπηρεσίες Πληροφοριών. Ο ουκρανικός στρατός βασίζεται επίσης σε μεγάλο βαθμό στο δορυφορικό διαδικτυακό σύστημα Starlink του SpaceX του Έλον Μασκ. Πέρυσι, υπήρχαν περίπου 42.000 «τερματικά» Starlink σε λειτουργία σε όλη την Ουκρανία. Μένει να δούμε αν θα ανασταλούν ή θα τερματιστούν και αυτές οι μορφές συνεργασίας.
Περιορισμένες δυνατότητες
Οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θέλουν να βοηθήσουν το Κιεβο, αντί για τις ΗΠΑ. Ένα έργο που μόνο εύκολο, δεν είναι. «Η Ευρώπη πρέπει να κλείσει αμέσως ένα χάσμα στρατιωτικής βοήθειας 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων», λέει ο καθηγητής Χάμιλτον.
Η Ευρώπη πρέπει επίσης να αναλάβει την υποστήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στους τομείς των επικοινωνιών, των αεροπορικών μεταφορών και της αεράμυνας», συνεχίζει ο Αμερικανός καθηγητής. «Αυτή είναι μια μεγάλη πρόκληση, καθώς οι ευρωπαϊκές ικανότητες σε αυτούς τους τομείς είναι περιορισμένες».
Αμέσως μετά την ανακοίνωση αναστολής της αμερικανικής βοήθειας, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε ένα σχέδιο πέντε σημείων για τον «επανεξοπλισμό της Ευρώπης». Με επενδύσεις σε έναν κοινό αμυντικό προϋπολογισμό και χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων για το χρέος και το έλλειμμα, όταν πρόκειται για αμυντικές δαπάνες. Θα υπάρξει ένα νέο ταμείο 150 δισεκατομμυρίων ευρώ για την υποστήριξη των 27 κρατών μελών στις επενδύσεις στην άμυνα, που θα μπορούσε να «κινητοποιήσει» έως 800 δισ. ευρώ.
Την προσεχή Πέμπτη, οι 27 ηγέτες των χωρών μελών της ΕΕ θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες σε μια ειδική σύνοδο κορυφής. Εκτός από τις προτάσεις για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, η κύρια εστίαση θα είναι οι επενδύσεις στον επανεξοπλισμό της Ευρώπης.
Σύμφωνα με το International Institute for Strategic Studies (IISS), οι ευρωπαϊκές χώρες θα δαπανήσουν 457 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνα το 2024, σχεδόν το ήμισυ των δαπανών των ΗΠΑ, ύψους 968 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, υπάρχουν ολόκληροι τομείς ικανοτήτων στους οποίους οι Ευρωπαίοι βασίζονταν μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό στις Ηνωμένες Πολιτείες: Αεροπορική μεταφορά για τη μετακίνηση στρατιωτών και εξοπλισμού, δορυφόρους, πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και αεράμυνα, ειδικά ενάντια σε πυραύλους κρουζ ή drones.
Τυφλοί χωρίς τις ΗΠΑ
«Χωρίς τις ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι είναι ουσιαστικά τυφλοί. Δεν είναι σε θέση να σχηματίσουν τη δική τους εικόνα για το τι κάνει η άλλη πλευρά», λέει η Ρόνια Κέμπιν, εμπειρογνώμονας για την ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών και Υποθέσεων Ασφάλειας.
«Σε ορισμένους τομείς, οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη ξεκινήσει προγράμματα για να αναπτύξουν τις δικές τους ικανότητες – όπως το “European Sky Shield Initiative” για την αντιπυραυλική άμυνα ή το πρόγραμμα “Elsa”, το οποίο στοχεύει στην ανάπτυξη όπλων μεγάλου βεληνεκούς. Θα περάσουν όμως αρκετά χρόνια μέχρι να έχουμε αποτελέσματα που είναι έτοιμα για χρήση», τονίζει η Κέμπιν και προσθέτει: «Η πολυσυζητημένη εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς στη Γερμανία από το 2026, θα μπορούσε να καλύψει προσωρινά ένα από τα κενά, αλλά ο πρόεδρος Τραμπ θα μπορούσε εύκολα να αποσύρει αυτήν την προσφορά».
Απροετοίμαστη αμυντικά η ΕΕ
Είναι προετοιμασμένη η βιομηχανία όπλων της Ευρώπης για αυτήν την πρόκληση; «Η ευρωπαϊκή αγορά όπλων κάθε άλλο παρά αποτελεσματική είναι και δεν έχει σημαντικό κέρδος εδώ και δεκαετίες», λέει η Ρόνια Κέμπιν και εξηγεί: «Πολλές μικρές εταιρείες παράγουν πάρα πολλά διαφορετικά, ακριβά προϊόντα σε μικρές ποσότητες. Η παραγωγή πραγματοποιείται κατά παραγγελία, όχι με απόθεμα – με αντίστοιχα μεγάλους χρόνους παράδοσης».
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να προμηθεύονται πάνω από το 80% του στρατιωτικού τους εξοπλισμού σε εθνικό επίπεδο. Αυτό έχει συνέπειες: υψηλό κόστος και μη διαλειτουργικότητα. «Η ενσωμάτωση των ενόπλων δυνάμεων στην Ευρώπη έχει καθυστερήσει εδώ και χρόνια», λέει η Κέμπιν. «Η ΕΕ δεν έχει δικό της αρχηγείο και η ικανότητα στρατιωτικού σχεδιασμού της Ενωσης είναι πολύ μικρή. Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν το απαιτούμενο προσωπικό για τα κεντρικά γραφεία της ΕΕ
Μολονότι οι πολιτικές εκκλήσεις προς αυτή την κατεύθυνση έχουν αυξηθεί πρόσφατα, οι κοινές ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις δεν είναι σχεδόν ρεαλιστικές έως ότου επιλυθούν πολλά από τα αναπάντητα προβλήματα.
Εκτός λοιπόν από περισσότερα χρήματα που ανακοίνωσε η φον ντερ Λάιεν, αυτό που χρειάζεται πάνω από όλα είναι διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες είναι όμως δύσκολο να συμφωνηθούν σε μια κατακερματισμένη Ευρωπαϊκή Ενωση.
Διαβάστε ακόμα:
→ ReArm Europe: 800 δισ. ευρώ για την ευρωπαϊκή Άμυνα κινητοποιεί η Κομισιόν
→ Ο Τραμπ «παγώνει» τη στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία