Το πλεόνασμα της ΕΕ με τις ΗΠΑ είναι «μια σταγόνα στον ωκεανό» του συνολικού διατλαντικού εμπορίου και δεν παρέχει «καμία δικαιολογία» για να επιβληθούν επιπρόσθετοι δασμοί από τις ΗΠΑ, δήλωσε χθες ο Ευρωπαίος επίτροπος Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς, ο οποίος μίλησε κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στην Ουάσιγκτον.
Συγκεκριμένα, ο Σέφτσοβιτς είπε ότι το καθαρό πλεόνασμα των 50 δισ. ευρώ της ΕΕ είναι «σχετικά μικρό» και ανέρχεται μόλις στο 3% του συνολικού διατλαντικού εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών ύψους 1,5 τρισ. ευρώ.
«Αυτό είναι ένα μικρό ποσοστό, θα έλεγα μια σταγόνα στον ωκεανό αν θέλετε, των συνολικών οικονομικών μας ανταλλαγών», είπε σε εκδήλωση που διοργανώθηκε από το American Enterprise Institute, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα την Ουάσινγκτον.
Το βασικό ζήτημα που εγείρει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στην Ευρώπη είναι το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ στις συναλλαγές με την αγορά. Το 2023 το πλεόνασμα της Ε.Ε. στο εμπόριο αγαθών με τις ΗΠΑ ξεπέρασε τα 150 δισ. δολ.
Ο Ευρωαίος επίτροπος πρόσθεσε ότι το πλεόνασμα των 150 δισ. ευρώ σε αγαθά του μπλοκ «σχεδόν εξισορροπείται» από το έλλειμμα των 100 δισ. ευρώ στις υπηρεσίες και ότι το καθαρό πλεόνασμα της ΕΕ τελικά «οδηγείται από τις προτιμήσεις των Ευρωπαίων και Αμερικανών καταναλωτών».
Παράλληλα, ο Σέφτσοβιτς διεμήνυσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να αντιδράσει «σθεναρά» και «γρήγορα» αν γίνουν πραγματικότητα οι δασμοί του Τραμπ, ενώ σημείωσε ότι οι δασμοί «θα δημιουργούσαν περιττά εμπόδια» στις εξαγωγές της ΕΕ και θα άφηναν τις Βρυξέλλες «χωρίς άλλη επιλογή παρά να απαντήσουν σθεναρά και γρήγορα».
«Ορισμένοι διατείνονται ότι οι δασμοί που εφαρμόζονται από την ΕΕ είναι υψηλότεροι από τους υπάρχοντες σε προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, όμως τα δεδομένα αποδεικνύουν πως αυτό είναι ψευδές. Η ΕΕ είναι μια από τις πιο ανοικτές οικονομίες στον κόσμο, με πάνω από το 70% των προϊόντων να εισάγονται αδασμολόγητα» στα κράτη μέλη της, διαβεβαίωσε.
Μολαταύτα, ο Σέφτσοβιτς δεν έκλεισε την πόρτα σε συνομιλίες προκειμένου «να μειωθούν ή ακόμη και να εξαλειφθούν δασμοί, για παράδειγμα σε βιομηχανικά προϊόντα».
«Είμαστε έτοιμοι για αυτό», διαβεβαίωσε, καθώς αναμένεται να συναντηθεί με τον Αμερικανό υπουργό Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ και τον αντιπρόσωπο για το εμπόριο Τζέιμισον Γκριρ κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον.
Αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο πριν από έναν μήνα, την 20ή Ιανουαρίου, ο Τραμπ διαλάλησε την εφαρμογή ανταποδοτικών δασμών, ότι δηλαδή οι ΗΠΑ θα εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο τελωνειακών δασμών στα προϊόντα κάθε χώρας με αυτό που εφαρμόζει εκείνη σε αμερικανικά προϊόντα.
Ανακοίνωσε επίσης την επανεπιβολή των επιπρόσθετων δασμών στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, όπως και κατά την πρώτη του θητεία. Ο διάδοχός του Τζο Μπάιντεν έκλεισε μεταβατική συμφωνία με την ΕΕ και τους ανέστειλε.
Ενώ ο πρόεδρος Τραμπ έθεσε ήδη υπό πίεση τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα, διαβεβαιώνει συχνά πως οι ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται επίσης στο στόχαστρο, επικαλούμενος φύρδην μίγδην υποτιθέμενες δυσκολίες πρόσβασης στην ευρωπαϊκή αγορά, την εφαρμογή ΦΠΑ, που εξισώνει με δασμούς, ή ακόμη το κανονιστικό πλαίσιο, που χαρακτηρίζει εμπόδιο για τη διάθεση προϊόντων αμερικανικών εταιρειών.
«Αν δούμε τις εμπορικές σχέσεις των ΗΠΑ με την ΕΕ, η συνολική εικόνα είναι πολύ ισορροπημένη», αντέτεινε ο κ. Σέφτσοβιτς, καθώς «κατά μέσον όρο, η ΕΕ δασμολογεί τα αμερικανικά προϊόντα κατά 0,9%, ενώ τα ευρωπαϊκά δασμολογούνται κατά 1,5% στις ΗΠΑ».
Ωστόσο «υπάρχουν και στη μια και στην άλλη πλευρά υψηλότεροι δασμοί» σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, αναγνώρισε ο επίτροπος, αναφερόμενος ιδίως στα αμερικανικά οχήματα στην Ευρώπη, ή στα ευρωπαϊκά φορτηγά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
«Ενίοτε, οι τελωνειακοί δασμοί είναι υψηλότεροι σε κάποιους τομείς στις ΗΠΑ: τα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα δασμολογούνται κατά 3,5% φθάνοντας στην Ευρώπη, ενώ τα ευρωπαϊκά (αγροτικά) προϊόντα δασμολογούνται κατά 5,7% στις ΗΠΑ», σταχυολόγησε.
«Αν δούμε τα πράγματα στο σύνολό τους, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για να αποφασιστεί ξαφνική και μονομερής αύξηση των τελωνειακών δασμών από τις ΗΠΑ», επέμεινε ο Σέφτσοβιτς.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, ΕURACTIV