Skip to main content

Capital Economics: Το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία δεν είναι κοντά – Τα πρώτα μηνύματα από ΗΠΑ, Ρωσία

(Oleg Petrasiuk/Press Service of the 24th King Danylo Separate Mechanized Brigade of the Ukrainian Armed Forces/REUTERS)

Οι διαπραγματεύσεις - ακόμη και χωρίς τη συμμετοχή των Ευρωπαίων - θα είναι μακρές και περίπλοκες

Η απόφαση των ΗΠΑ και της Ρωσίας να «θέσουν τα θεμέλια» για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια δυνητικά σημαντική καμπή μετά από τρία χρόνια ενός αιματηρού, άκρως καταστροφικού πολέμου.

Αυτό όμως, προειδοποιεί η Capital Economics, δεν σημαίνει ότι το τέλος του πολέμου είναι κοντά. Οι διαπραγματεύσεις θα απαιτήσουν χρόνο, θα είναι εξαιρετικά περίπλοκες, ενώ οι μακροοικονομικές επιπτώσεις θα εξαρτηθούν από τα χαρακτηριστικά και τους όρους της όποιας συμφωνίας.

Για την Ευρώπη μια ειρηνευτική συμφωνία θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερες ροές ρωσικού φυσικού αερίου και κατά συνέπεια χαμηλότερες τιμές ενέργειας. Αλλά η όποια ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι περιορισμένη. Και τούτο γιατί θα υπάρξουν και «βάρη».

Οι πρώτες δια ζώσης συνομιλίες μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων ολοκληρώθηκαν στη Σαουδική Αραβία, με τις δύο πλευρές να συμφωνούν στη δημιουργία μιας «υψηλού επιπέδου» ομάδας για την υποστήριξη των ειρηνευτικών συνομιλιών για την Ουκρανία και την εξερεύνηση στενότερων σχέσεων και συνεργασίας.

Οι συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν χωρίς την παρουσία εκπροσώπων από την Ουκρανία ή την Ευρώπη (την οποία οι Αμερικανοί αγνοούν επιδεικτικά). Παρά το γεγονός ότι και οι δύο πλευρές έκαναν λόγο για εποικοδομητικό διάλογο, δεν ορίστηκε ημερομηνία για μια κατ’ ιδίαν συνάντηση Τραμπ – Πούτιν. Και αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν πολλά στα οποία οι δύο πλευρές θα πρέπει πρώτα να έρθουν πιο κοντά, για να ακολουθήσει η Σύνοδος Κορυφής.

Τι θα σήμαινε μία κακή συμφωνία

Οι ισορροπίες είναι εξαιρετικά λεπτές. Όπως εξηγεί η Capital Economics, «μια συμφωνία που δεν θα ικανοποιεί τις βασικές απαιτήσεις του Πούτιν για την ασφάλεια και την κυριαρχία της Ουκρανίας πιθανότατα δεν θα επαρκεί για να διασφαλίσει μια διαρκή ειρήνη στην περιοχή. Δηλαδή μία συμφωνία εις βάρος της Ρωσίας θα διατηρούσε τον κίνδυνο αναζωπύρωσης των συγκρούσεων στο μέλλον, ενώ μια κακή συμφωνία εις βάρος της Ουκρανίας με ανεπαρκείς εγγυήσεις ασφαλείας, θα μπορούσε να θέσει σοβαρά ερωτήματα για τη μελλοντική ασφάλεια όλη της Ευρώπης».

Μεγαλύτερος ο ρόλος της Ευρώπης σε δεύτερη φάση

Ακόμη και εάν τώρα μένουν εκτός παιχνιδιού, η Capital Economics υπολογίζει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είναι πιθανό να διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο στη διασφάλιση της μεταπολεμικής ασφάλειας της Ουκρανίας σε κάθε περίπτωση.

«Αυτό θα απαιτήσει αυξημένες αμυντικές δαπάνες, γεγονός που θα οδηγήσει σε μια ελαφρώς χαλαρότερη δημοσιονομική πολιτική στη δυτική Ευρώπη. Μια ειρηνευτική συμφωνία που θα είναι γενικά ευνοϊκή για όλες τις πλευρές θα είχε μακροοικονομικά οφέλη: θα μπορούσε να θέσει τις βάσεις για μια μέτρια αύξηση των ροών ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, τη χαλάρωση των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία (αν και ίσως μόνο σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η πρόσβαση της Ρωσίας στο αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα) και την έναρξη της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας», αναφέρει στο σημείωμά της η CE.

«Όλα αυτά θα έδιναν ώθηση στις οικονομίες της Ρωσίας και της Ουκρανίας, αλλά ο αντίκτυπος στο ευρύτερο ευρωπαϊκό ΑΕΠ και τον πληθωρισμό είναι πιθανό να είναι μικρός», καταλήγει.