Μπορεί ο Ερντογάν στη δεύτερη θητεία Τραμπ να συνεχίσει τα γεωπολιτικά του ακροβατικά αλλά να αποκομίσει οφέλη;
Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα άρθρου γνώμης (Πολ Τέιλορ) που φιλοξενεί ο Guardian.
Ο Τέιλορ κάνει μια ανασκόπηση στο «ρομάντσο» αλλά και τις «σφοδρές» παρεξηγήσεις (F-35, Γκιουλέν, Συρία) που χαρακτήρισαν τις σχέσεις των δύο ανδρών στην πρώτη θητεία του Αμερικανού προέδρου και σημειώνει:
Ευκαιρίες και παγίδες
«Υπάρχουν ευκαιρίες αλλά και παγίδες για την Τουρκία με την επιστροφή ενός απρόβλεπτου ηγέτη στο τιμόνι των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ είναι λιγότερο πιθανό από τον Τζο Μπάιντεν να κρατήσει τον Ερντογάν σε καραντίνα λόγω του κάκιστου ιστορικού του στα ανθρώπινα δικαιώματα, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την κατάχρηση κρατικής εξουσίας.
Από την άλλη ο Τραμπ μπορεί να γίνει πολύ πιο σκληρός έναντι του Ερντογάν με αφορμή την εχθρότητα του τελευταίου έναντι του Ισραήλ αλλά και τη στήριξή του στη Χαμάς.
«Ο Ερντογάν δεν έγινε ποτέ δεκτός στον Λευκό Οίκο επί Μπάιντεν και οι δεσμοί των δύο ήταν παγωμένοι, ενώ αντίθετα ο Τραμπ εξακολουθεί να του σηκώνει το τηλέφωνο. Η νέα αμερικανική κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η Τουρκία, ελέγχει την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα και έχει καταστεί μια σημαντική, μεσαία δύναμη με αυτοπεποίθηση και επιρροή που εκτείνεται από την κεντρική Ασία έως την Αφρική και τον αραβικό κόσμο.
Παρά την άρνησή της να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αποτυχία της να ενταχθεί στην ομάδα Brics των μη δυτικών αναδυόμενων δυνάμεων, η Τουρκία παραμένει αγκυροβολημένη στη Δύση ως μέλος του ΝΑΤΟ και αιωνίως υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ.
S-400 και Συρία
Ένα από τα θετικά σενάρια είναι Τούρκοι και Αμερικανοί να απαλύνουν τη διαμάχη για τους ρωσικούς πυραύλους S-400. Το σενάριο του πιθανού συμβιβασμού θα ήταν η αποθήκευση του ρωσικού συστήματος στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, όπου η αμερικανική αεροπορία έχει μια από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στρατευμάτων της στη Μέση Ανατολή.
Σε αντάλλαγμα, λέει το σενάριο, η Ουάσιγκτον θα άρει τις κυρώσεις όπλων στην Τουρκία και θα της πουλήσει F35, αν και δεν είναι σαφές εάν η Άγκυρα, η οποία αναπτύσσει το δικό της μαχητικό αεροσκάφος, είναι τώρα τόσο πρόθυμη να ενταχθεί ξανά στο πρόγραμμα.
Μπορεί επίσης να υπάρξει μια ευκαιρία για τις ΗΠΑ και την Τουρκία να συνεργαστούν πιο στενά στη Συρία, όπου βρίσκονται σε διαμάχη από τότε που η Ουάσιγκτον υποστήριξε τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), τις οποίες η Άγκυρα χαρακτηρίζει παρακλάδι του PKK.
Μετά τις απειλές
Οι σχέσεις με την αιώνια περιφερειακή αντίπαλο την Ελλάδα επιστρέφουν σε εποικοδομητική φάση σε σύγκριση με τις προηγηθείσες απειλές του Ερντογάν να βομβαρδίσει την γείτονα.
Η Άγκυρα συμμορφώθηκε επίσης με τις διακριτικές προειδοποιήσεις του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ για τον περιορισμό των δραστηριοτήτων τραπεζών που είναι ύποπτες ότι βοηθούν Ρώσους ολιγάρχες.
Πάντως το εμπόριο της Τουρκίας με τη Ρωσία έχει σχεδόν τριπλασιαστεί μετά την ευρείας κλίμακας εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, αν και υποφέρει από την απώλεια του ρωσικού τουρισμού. Ωστόσο, η Άγκυρα συνέχισε επίσης να προμηθεύει όπλα στο Κίεβο, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών Bayraktar που αποδείχθηκαν κρίσιμα στις πρώτες ημέρες του πολέμου και τώρα κατασκευάζονται στην Ουκρανία.
Το όνειρο της μεσολάβησης
Ορισμένοι Τούρκοι σχολιαστές εικάζουν ότι ο Ερντογάν θα μπορούσε να προσφερθεί να μεσολαβήσει μεταξύ Τραμπ και Βλαντιμίρ Πούτιν. Ωστόσο, εκτιμάται ότι ο Πούτιν δεν θα ήθελε να παραδώσει τη δόξα της διαμεσολάβησης σε οποιονδήποτε τρίτο ενδιάμεσο, και ιδιαίτερα στην Τουρκία μετά τα όσα συνέβησαν στη Συρία.
Στα επίσσης αρνητικά των σχέσεων των δύο χωρών, η αμέριστη υποστήριξη του Ερντογάν στη Χαμάς και την Παλαιστινιακή αντίσταση, οι δριμύτατες κατηγορίες κατά Νετανιάχου για «γενοκτονία» και οι συγκρίσεις του με τον Χίτλερ, δεδομένα που μπορεί να τον φέρουν σε αντιπαράθεση με την φιλοϊσραηλινή κυβέρνηση Τραμπ.
Και όμως ο Ερντογάν ήταν έτοιμος να υποδεχθεί τον Νετανιάχου στην Τουρκία και να αποκαταστήσει τις σχέσεις του λίγο πριν από τη σφαγή των Ισραηλινών αμάχων από τη Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023. Η σκληρή στρατιωτική απάντηση του Ισραήλ κατά της Γάζας προκάλεσε νέα κρίση στους δεσμούς.
Η Άγκυρα διέκοψε επίσημα τις εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ πέρυσι, αλλά (…) το πετρέλαιο από το Αζερμπαϊτζάν συνεχίζει να ρέει στο Ισραήλ μέσω τουρκικών λιμένων και το εμπόριο με την «Παλαιστίνη» έχει αυξηθεί κατά 2.400%.
Ομοίως, ο επικεφαλής της Σιν Μπετ, της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας του Ισραήλ φέρεται να είχε μυστικές συνομιλίες με τον Τούρκο ομόλογό του, Ιμπραήμ Καλίν, τον Νοέμβριο.
Παμπόνηρος ρεαλιστής
Το άρθρο στο βρετανικό μέσο καταλήγει με την εξής εκτίμηση:
«Ρεαλιστές, σπουδαγμένοι στη Δύση σύμβουλοι, όπως ο Καλίν και ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, πιστεύεται ότι έχουν πλέον το πάνω χέρι στο περιβάλλον του Ερντογάν, ενώ οι σκληροπυρηνικοί εθνικιστές στρατιωτικοί και πολιτικοί σύμβουλοι φαίνεται να έχουν παραγκωνιστεί.
Ίσως ο πλέον απρόβλεπτος κίνδυνος για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είναι η πιθανότητα Τουρκία και Ισραήλ να έρθουν σε άμεση αντιπαράθεση στη Συρία, όπου ουσιαστικά συνυπάρχουν σε ένα κενό ασφαλείας μετά την ανατροπή του Άσαντ.
(…)Ισραηλινοί πολιτικοί και ακαδημαϊκοί μιλούν όλο και περισσότερο για την Τουρκία ως απειλή για το εβραϊκό κράτος, ενώ ορισμένοι Τούρκοι στρατιωτικοί φοβούνται ότι το Ισραήλ, σε κρυφή συνεργασία με Κούρδους μαχητές, θα μπορούσε να γίνει απειλή για την Τουρκία.
Μια σύγκρουση Ισραήλ-Τουρκίας θα μπορούσε να καταστρέψει τα σχέδια του Τραμπ για ειρήνευση και απεμπλοκή από τη Μέση Ανατολή. Ο Ερντογάν είναι πολύ παμπόνηρος και ρεαλιστής για να αφήσει τα πράγματα να φθάσουν σε αυτό το σημείο.»