Skip to main content

Ο Σκοτ Μπέσεντ υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και με τη βούλα της Γερουσίας – Το προφίλ του και τι να περιμένουμε

REUTERS/Elizabeth Frantz/File Photo

Ποια τα καθήκοντα και οι στόχοι του νέου ΥΠΟΙΚ των ΗΠΑ

Με ευρεία πλειοψηφία η Γερουσία επικύρωσε τον διορισμό του Σκοτ Μπέσεντ, στο αξίωμα του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

Είναι ο άνθρωπος που θα κληθεί να θέσει σε εφαρμογή τα Trumponomics, από τις περικοπές φόρων αλλά και δημοσίων δαπανών έως τη χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου και τον καθορισμό κυρώσεων. Είναι επίσης εκείνος που θα πρέπει να φροντίσει να καταπολεμήσει την ακρίβεια – και τούτο παρά την πρόθεση του προέδρου των ΗΠΑ να επιβάλλει δασμούς – κάτι που σήμαινε εισαγόμενο πληθωρισμό στη χώρα. 

Με 68 ψήφους υπέρ έναντι 29 κατά, οι γερουσιαστές ενέκριναν τον διορισμό του δισεκατομμυριούχου χρηματιστή. Θα είναι αρμόδιος για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, τη ρύθμιση του τραπεζικού τομέα, καθώς και τις αμερικανικές κυρώσεις σε φυσικά και νομικά πρόσωπα στο εξωτερικό, μεταξύ άλλων.

«Νέα χρυσή εποχή»

Κατά τη διάρκεια ακρόασης για την επικύρωση του διορισμού του, στα μέσα Ιανουαρίου, ο κ. Μπέσεντ, 62 ετών, εμφανίστηκε απόλυτα ευθυγραμμισμένος με τον ένοικο του Λευκού Οίκου.

Επανέλαβε τα περί «νέας χρυσής εποχής» στις ΗΠΑ, χάρη στο τρίπτυχο των μειώσεων φόρων, των περικοπών δημοσίων δαπανών και της άρσης κανονιστικών περιορισμών.

Υπέρ των δασμών

Τάχθηκε εξάλλου υπέρ των σχεδίων του προέδρου Τραμπ για την επιβολή επιπρόσθετων δασμών, στο όνομα της προστασίας του αμερικανικού βιομηχανικού ιστού και της εξασφάλισης παραχωρήσεων από τις κυβερνήσεις των χωρών που μπαίνουν στο στόχαστρο.

Κατ’ αυτόν, οι τελωνειακοί δασμοί δεν υπάρχει κίνδυνος να μεταφραστούν σε αυξήσεις τιμών για τους Αμερικανούς. Ο πληθωρισμός και ευρύτερα η οικονομία κυριάρχησαν στην προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ και θεωρείται ότι η ρητορική του στα πεδία αυτά συνέβαλε στην επιστροφή του Ρεπουμπλικάνου στον Λευκό Οίκο.

Η κριτική

«Ο Ντόναλντ Τραμπ διαβεβαιώνει πως (τους δασμούς) θα τους πληρώσουν οι ξένοι, όχι ο κόσμος στην Αλαμπάμα, στο Όρεγκον, στην Αμερική, κι αυτό είναι απλά ψέμα», είπε χθες πριν από την ψηφοφορία ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρον Γουάιντεν, χαρακτηρίζοντας παραπειστικές τις δηλώσεις του κ. Μπέσεντ για το ζήτημα.

Η Δημοκρατική γερουσιάστρια Ελίζαμπεθ Γουόρεν από την πλευρά της υπογράμμισε πως οι μειώσεις φόρων δεν θα ωφελήσουν στην πραγματικότητα παρά μόνο τους πλουσιότερους.

Στην άλλη πλευρά, οι Ρεπουμπλικάνοι ύμνησαν τις ικανότητές του κ. Μπέσεντ, βετεράνου της Γουόλ Στριτ που διευθύνει πλέον δική του εταιρεία επενδύσεων, την Key Square Capital Management.

Το προφίλ του: Από τον Σόρος στον Τραμπ

Ο Μπέσεντ, ιδρυτής της επενδυτικής εταιρείας Key Square Capital Management, τράβηξε την προσοχή του πρώην προέδρου πέρυσι όταν υποστήριξε δημόσια τον Τραμπ καθώς πολλά στελέχη του χρηματοοικονομικού κόσμου συνενώνονταν ακόμα γύρω από τη Νίκι Χέιλι.

Ο 62χρονος αποφάσισε να δώσει την πλήρη στήριξή του στον πρώην πρόεδρο, όταν είδε ότι οι νομικές υποθέσεις εναντίον του, μάλλον ευνοούσαν παρά έβλαπταν την αποδοχή του. Είπε στους ανθρώπους ότι το φαινόμενο του θύμισε μια μετοχή που ανεβαίνει παρά τα άσχημα νέα. Και αυτό είναι σημάδι νίκης για ορισμένους επενδυτές.

Ο Μπέσεντ εντάχθηκε στη Soros Fund Management το 1991. Ήταν μια από τις κινητήριες δυνάμεις πίσω από το τεράστιο σορτάρισμα της βρετανικής στερλίνας από την εταιρεία – ένα στοίχημα δηλαδή ότι το βρετανικό νόμισμα θα καταρρεύσει λόγω των έντονων αδυναμιών στην αγορά κατοικίας. Το στοίχημα χάρισε στην εταιρεία κέρδος άνω του 1 δισ. δολαρίων το 1992. Ο Μπέσεντ ήταν ο επικεφαλής επενδύσεων του Σόρος από το 2011 έως το 2015 και διηύθυνε την εταιρεία για ένα διάστημα. Απέσπασε ξανά τα εύσημα, το 2013, για ένα επιτυχημένο στοίχημα ενάντια στο γιεν Ιαπωνίας.

Αποχώρησε από την εταιρεία το 2015 για να λανσάρει τη δική του. Η Key Square, που πήρε το όνομά της από μια θέση στη σκακιέρα, ειδικεύεται στις μακροοικονομικές επενδύσεις ή στην πρόβλεψη μεγάλων κινήσεων στην αγορά χρησιμοποιώντας οικονομικές και γεωπολιτικές πληροφορίες.

Ο Μπέσεντ, που είναι ομοφυλόφιλος, είναι παντρεμένος με έναν πρώην εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, τον Τζον Φρίμαν, και έχουν δύο παιδιά. Ζουν κυρίως στο Τσάρλεστον, όπου διατηρούν μία ιστορική έπαυλη.

Το επιτελείο του Τραμπ συχνά τον επικαλείται ως παράδειγμα για να πει ότι ο Τραμπ δεν τον επέλεξε επειδή είναι ομοφυλόφιλος – ούτε θα στεκόταν αυτό το στοιχείο ποτέ εμπόδιο στην επιλογή του. Τον επέλεξε, όπως λένε, γιατί είχε τα προσόντα.