Ο πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ ανακοίνωσε τη διάλυση της Βουλής, ανοίγοντας επισήμως τον δρόμο για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών στις 23 Φεβρουαρίου, όπως είχε προαναγγελθεί, μετά την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού του καγκελάριου Όλαφ Σολτς.
Ο κ. Στάινμαϊερ στάθηκε στην πολιτική σταθερότητα που επικρατεί διαχρονικά στη Γερμανία και χαρακτήρισε εξαίρεση στον κανόνα τη διάλυση της Μπούντεσταγκ και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
«Αλλά κυρίως σε δύσκολους καιρούς, όπως τώρα, η σταθερότητα απαιτεί μια κυβέρνηση ικανή να αναλαμβάνει δράση και μια αξιόπιστη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο» τόνισε ο Γερμανός πρόεδρος.
Δεδομένου ότι το σύνταγμα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν επιτρέπει στην Μπούντεσταγκ να αυτοδιαλυθεί, εναπόκειτο στον ομοσπονδιακό πρόεδρο να αποφασίσει εάν θα διαλύσει τη Βουλή. Μετά τη διάλυση της Βουλής, οι εκλογές πρέπει να διεξαχθούν εντός 60 ημερών.
Ο καγκελάριος Σολτς έχασε την εμπιστοσύνη της Μπούντεσταγκ στις 16 Δεκεμβρίου και ηγείται μιας κυβέρνησης μειοψηφίας μετά την κατάρρευση, στις 6 Νοεμβρίου, του τρικομματικού συνασπισμού, από τον οποίο αποχώρησαν οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.
Οι ηγέτες των μεγάλων κομμάτων συμφώνησαν τότε να διεξαχθούν κοινοβουλευτικές εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου, επτά μήνες νωρίτερα από ό,τι είχε αρχικά προγραμματιστεί.
Οι δημοσκοπήσεις
Μετά την ψήφο εμπιστοσύνης, ξεκίνησε ουσιαστικά η προεκλογική εκστρατεία στη Γερμανία, με τον επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) Φρίντριχ Μερτς, που εμφανίζεται φαβορί να είναι ο νέος καγκελάριος, να κατηγορεί την απερχόμενη κυβέρνηση ότι επέβαλε υπερβολικά πολλούς ρυθμιστικούς κανόνες και περιόρισε την ανάπτυξη.
Οι συντηρητικοί του CDU/CSU διατηρούν άνετο προβάδισμα περισσότερων από 10 μονάδων έναντι του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), σύμφωνα με δημοσκοπήσεις. Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) εμφανίζεται επίσης να προηγείται του SPD, ενώ οι Πράσινοι βρίσκονται στην τέταρτη θέση.