Ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας, Φρανσουά Μπαϊρού, ένας ευλαβής Καθολικός, μπορεί τουλάχιστον να περάσει τα Χριστούγεννα γνωρίζοντας ότι η διαδικασία σχηματισμού της κυβέρνησής του έχει ολοκληρωθεί. Αλλά το πνεύμα των Χριστουγέννων δεν θα διαρκέσει πολύ σε μία χώρα, που δοκιμάζεται από πολιτική και οικονομική κρίση.
Στη Γερμανία το κλίμα είναι ακόμη πιο σκοτεινό μετά τη σφαγή στο Μαγδεμβούργο, η οποία ήρθε να οξύνει έτι περαιτέρω τον πολιτικό διχασμό. Και δεν είναι μόνο ο άλλοτε κραταιός γαλλο-γερμανικός άξονας, που έχει σκουριάσει. Και στην τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, την Ισπανία, παρά τις θετικές οικονομικές επιδόσεις, η κυβέρνηση Σάντσεθ, πνιγμένη σε έναν κυκεώνα σκανδάλων, μοιάζει πιο εύθραυστη από ποτέ.
Ματωμένα (και διχασμένα) Χριστούγεννα στη Γερμανία
Η γερμανική κυβέρνηση βρίσκεται στο στόχαστρο για την αποτυχία της να αποτρέψει την επίθεση σε μια χριστουγεννιάτικη αγορά, μετά την πληθώρα των προειδοποιήσεων για τον δράστη – έναν αντιισλαμιστή ακτιβιστή που δεν έκρυψε τις βίαιες προθέσεις του σε αναρτήσεις στο διαδίκτυο.
Οι έρευνες για τις αποτυχίες ασφάλειας αναμένεται να στοιχειώσουν τα κυβερνώντα κόμματα της Γερμανίας για εβδομάδες, ενόψει των πρόωρων εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για τις 23 Φεβρουαρίου και φαίνεται να εντείνουν την αίσθηση απογοήτευσης και ανασφάλειας στους ψηφοφόρους, ιδιαίτερα καθώς οι ακροδεξιές ομάδες σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την επίθεση, παρουσιάζοντας τους κυβερνώντες ως αδύναμους να προστατεύσουν τους Γερμανούς.
Προκειμένου να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη μετά την επίθεση, οι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας υποσχέθηκαν να διεξάγουν πλήρη έρευνα για τα κενά ασφάλειας και να θεσπίσουν νέους νόμους για να ενισχύσουν την αστυνόμευση μετά την τραγωδία με 5 νεκρούς και πάνω από 200 τραυματίες.
«Οι ομοσπονδιακές αρχές εξετάζουν κάθε πέτρα», δήλωσε η Γερμανίδα Υπουργός Εσωτερικών, Νάνσι Φέζερ, που προέρχεται από το SPD.
Οι αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις
Αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτό θα καθησυχάσει τους ψηφοφόρους, καθώς συνεχίζονται οι αποκαλύψεις για σοβαρότατα λάθη και παραλείψεις. Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εγκληματολογικής Αστυνομίας της Γερμανίας (BKA) ειδοποιήθηκε από τις περιφερειακές αρχές για τις πιθανές βίαιες προθέσεις του ύποπτου ήδη από το 2015, σύμφωνα με αναφορά του ειδησεογραφικού πρακτορείου dpa. Οι σαουδαραβικές αρχές προειδοποίησαν επίσης τους Γερμανούς αξιωματούχους ασφαλείας για τον φερόμενο επιτιθέμενο το 2023. Ξεκίνησαν έρευνες, αλλά η υπόθεση παρέμεινε «αόριστη».
Ο ύποπτος, ωστόσο, έδινε επανειλημμένα ενδείξεις για τις προθέσεις του σε αναρτήσεις στο διαδίκτυο. «Σας διαβεβαιώ ότι η εκδίκηση θα έρθει σύντομα. Ακόμα και αν μου κοστίσει τη ζωή», φέρεται να έγραψε στο X τον Δεκέμβριο, σε μια ανάρτηση που διαγράφηκε αργότερα. «Περιμένω σοβαρά να πεθάνω φέτος», έγραφε άλλη ανάρτηση. Σε ανάρτηση του περασμένου Αυγούστου, έγραφε ότι η Δικαιοσύνη στη Γερμανία μπορεί να έρθει μόνο εάν κάποιος ανατινάξει μία πρεσβεία ή σφαγιάσει αδιακρίτως ανθρώπους.
Το ασυνήθιστο προφίλ του υπόπτου — ένας 50χρονος πρόσφυγας από τη Σαουδική Αραβία που αυτοπροσδιοριζόταν ως ακτιβιστής για τα δικαιώματα των γυναικών, δήλωσε ότι συμπαθούσε την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και χαρακτηριζόταν από τις αρχές ως «ισλαμοφοβικός» κάνει πολλούς να αναθεωρούν το τι βλέπουν ως «σήμα κινδύνου».
«Στη Γερμανία, οι άνθρωποι σκέφτονται πολύ έντονα σε καθιερωμένες, αυστηρές κατηγορίες όπως η ακροδεξιά, η αριστερά ή ο ισλαμισμός», δήλωσε ο Πέτερ Νόιμαν, ειδικός σε θέματα τρομοκρατίας και ασφάλειας στο King’s College του Λονδίνου, σε συνέντευξή του στο Spiegel. «Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι θεωρείται εδώ και καιρό πως η ψυχική ασθένεια είναι σε μεγάλο βαθμό άσχετη με τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας».
Θεωρίες συνωμοσίας
Εξαιτίας του ασυνήθιστου προφίλ του υπόπτου, η επίθεση έχει γίνει πλούσιο έδαφος για εικασίες και θεωρίες συνωμοσίας, ακόμη και πέρα από την εσωτερική συζήτηση της Γερμανίας, με ορισμένους να αμφισβητούν τις πρώτες εκδοχές της κυβέρνησης για τις πολιτικές πεποιθήσεις του υπόπτου.
«Ξανά τα ψέματα των παραδοσιακών μέσων», έγραψε ο ιδιοκτήτης του X, Έλον Μασκ, το Σαββατοκύριακο, επαναδημοσιεύοντας μια συλλογή τίτλων που αναφέρουν την υπουργό Εσωτερικών να χαρακτηρίζει τον επιτιθέμενο «ισλαμοφοβικό».
Ο Υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας και υποψήφιος καγκελάριος για τους Πράσινους, Ρόμπερτ Χάμπεκ, φάνηκε να αποκρούει τον Μασκ χωρίς να αναφέρει το όνομά του.
«Μην πιστεύετε ό,τι θέλουν να σας πουν οι προπαγανδιστές στο διαδίκτυο. Τα ψέματά τους είναι γρηγορότερα από την αλήθεια», είπε ο Χάμπεκ το Σαββατοκύριακο.
Το αφήγημα του AfD
Πέρα από τη διαδεδομένη εικασία και παραπληροφόρηση, το πιο συνηθισμένο μήνυμα που προβάλλεται από τις ακροδεξιές μορφές της Ευρώπης είναι ότι τα κίνητρα και οι πεποιθήσεις του φερόμενου επιτιθέμενου είναι κατά κύριο λόγο αδιάφορα. Αυτό που έχει πραγματική σημασία, υποστηρίζουν, είναι πως είναι μετανάστης, που δεν ελέγχθηκε και που μάλιστα του χορηγήθηκε άσυλο, ενώ υπήρχαν καταγγελίες εναντίον του.
Παραμένει ασαφές αν η επίθεση τελικά θα ωφελήσει το AfD, που τώρα βρίσκεται στη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις, δεδομένων των φερόμενων συμπαθειών του δράστη προς το κόμμα. Προηγούμενες επιθέσεις από ισλαμιστές — συμπεριλαμβανομένης μιας επίθεσης με μαχαίρι από έναν ισλαμιστή πρόσφυγα στην πόλη Σόλινγκεν τον Αύγουστο — φάνηκε να ενισχύουν το κόμμα στις δημοσκοπήσεις.
Το ίδιο το AfD επιδιώκει με κάθε τρόπο να εκμεταλλευθεί την τραγωδία για να ενισχύσει το μήνυμά του κατά της μετανάστευσης — και να επιτεθεί στους Γερμανούς πολιτικούς του κυρίαρχου ρεύματος για το ζήτημα της εγχώριας ασφάλειας.
«Η συζήτηση για νέους νόμους ασφάλειας δεν πρέπει να αποσπάσει την προσοχή από το γεγονός ότι το #Μαγδεμβούργο δεν θα ήταν δυνατό χωρίς ανεξέλεγκτη μετανάστευση», έγραψε η επικεφαλής του AfD, Βάιντελ στο X τη Δευτέρα. «Το κράτος πρέπει να προστατεύει τους πολίτες του μέσω μιας περιοριστικής πολιτικής μετανάστευσης και συνεπών απελάσεων!»
Γαλλία όπως… Ιταλία
Ποιος θα το περίμενε ότι η Γαλλία θα άλλαζε 4 πρωθυπουργούς από τις αρχές του 2024 και συνολικά 6 από την έναρξη της πρώτης θητείας Μακρόν. Ο τελευταίος δέχεται ισχυρές πιέσεις να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες προεδρικές εκλογές, αλλά διαμηνύει πως είναι αποφασισμένος να ολοκληρώσει τη θητεία του. Και πιστεύει πως η κυβέρνηση Μπαϊρού μπορεί να τον στηρίξει.
Στην πραγματικότητα, με τη Γαλλία να είναι πολιτικά παραλυμένη και τη δεξιά και την αριστερά να είναι εξίσου ικανές να ενωθούν για να ανατρέψουν την κυβέρνηση όπως έκαναν με την προηγούμενη στις αρχές αυτού του μήνα, η νέα ομάδα διακυβέρνησης φαίνεται εξίσου αδύναμη.
Ο Εμανουέλ Μακρόν μοιάζει να ηγείται μίας χώρας, που είναι αδύνατο να κυβερνηθεί. Έχει δε εξελιχθεί σε πηγή ανησυχίας για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση – πολιτικά και οικονομικά.
Η κύρια δυσκολία είναι ότι η κυβέρνηση του Μπαϊρού, την οποία ανακοίνωσε χθες, Δευτέρα, μοιάζει πολύ με αυτήν του προκάτοχού του, Μισέλ Μπαρνιέ. Αποτελείται κυρίως από κεντρώους και συντηρητικούς πολιτικούς σε κεντρικούς ρόλους, αν και το σύνολο των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων — η ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν και το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς — έχουν την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.
Η κυβέρνηση του Μπαρνιέ έχασε μια ψηφοφορία εμπιστοσύνης λιγότερο από τρεις μήνες μετά την τοποθέτησή της. Με βάση τις πρώτες αντιδράσεις από τους ηγέτες της αντιπολίτευσης, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η κυβέρνηση Μπαϊρού θα αντέξει περισσότερο.
Ο Ολιβιέ Φορέ, επικεφαλής του κεντροαριστερού Σοσιαλιστικού Κόμματος, χαρακτήρισε την νέα κυβέρνηση «πρόκληση», με «την σκληρή δεξιά στην εξουσία κάτω από την αυστηρή εποπτεία της ακροδεξιάς». Ο πρόεδρος της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης, Ζορντάν Μπαρντέλα, καταδίκασε την κυβέρνηση, λέγοντας ότι ο Μπαϊρού «έφτιαξε τον συνασπισμό της αποτυχίας».
Χρηματοοικονομική καταιγίδα
Η αποστολή του Μπαϊρού είναι εξαιρετικά δύσκολη. Η βιαστική απόφαση του Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές το περασμένο καλοκαίρι οδήγησε σε ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο που αποτελείται από τρεις σχεδόν ίσες ομάδες που αντιτίθενται μεταξύ τους — κάνοντάς το αδύνατο να χτιστεί μια πλειοψηφία.
Επιπλέον, υπάρχει η ανάγκη να περάσει ένας προϋπολογισμός για το 2025, που καθυστερεί εδώ και καιρό. Η Γαλλία βρίσκεται υπό πίεση για να μειώσει το τεράστιο έλλειμμά της, το οποίο φέτος έφτασε το 6,2% του ΑΕΠ, διπλάσιο από το επιτρεπόμενο επίπεδο με βάση τους κανονισμούς της ΕΕ.
Για τη θέση του Υπουργού Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών, ο Μπαϊρού επέλεξε έναν τραπεζίτη, τον Ερίκ Λομπάρ, που εργάστηκε στην BNP Paribas και διηύθυνε τον ασφαλιστικό κολοσσό Generali πριν οριστεί επικεφαλής της ισχυρής Caisse des dépôts et consignations, της επενδυτικής τράπεζας του γαλλικού κράτους, που χρηματοδοτεί έργα υποδομών. Θα συνεργαστεί με την υπουργό Αμελί Ντε Μονσαλέν, από το στρατόπεδο του Μακρόν, η οποία θα είναι υπεύθυνη για τον προϋπολογισμό.
Η απερχόμενη κυβέρνηση πέρασε έναν προσωρινό προϋπολογισμό, ο οποίος ουσιαστικά μεταφέρει τον προϋπολογισμό του 2024 στο 2025 για να αποφευχθεί μια άμεση κρίση, αλλά δεν κάνει τίποτα για να μειώσει το έλλειμμα της Γαλλίας.
Η πίεση για να περιορίσει το έλλειμμα της Γαλλίας προέρχεται από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Γαλλία βρίσκεται υπό την λεγόμενη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Τα σχέδια του Μπαρνιέ για εξοικονόμηση 60 δισεκατομμυρίων ευρώ το χρόνο μέσω αύξησης φόρων και περικοπών δαπανών καθησύχασαν την Επιτροπή, αλλά έφεραν την πτώση του.
Ο Μπαϊρού υποσχέθηκε να περάσει έναν νέο προϋπολογισμό έως τα μέσα Φεβρουαρίου. Για να το πετύχει, θα πρέπει να βρει έναν τρόπο να μειώσει το έλλειμμα της Γαλλίας χωρίς να προκαλέσει την οργή των αντιπολιτευόμενων κομμάτων.
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν υπολογίσει το πολιτικό αδιέξοδο της Γαλλίας. Νωρίτερα αυτό το μήνα, λίγες ώρες μετά τον διορισμό του Μπαϊρού, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s υποβάθμισε την αξιολόγηση της χώρας, επικαλούμενος τον «πολιτικό κατακερματισμό» και προβλέποντας ότι το έλλειμμα της Γαλλίας όχι μόνο δεν θα περιοριστεί, αλλά θα συνεχίσει να αυξάνεται το επόμενο έτος.
Το πρώτο τεστ
Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία του Μπαϊρού θα έρθει στις 14 Ιανουαρίου, όταν θα παραδώσει τη πρώτη του πολιτική ομιλία στη Εθνοσυνέλευση. Ενώ οι Γάλλοι πρωθυπουργοί δεν υποχρεούνται να ζητούν ψήφο εμπιστοσύνης, η Αριστερά απειλεί να καταθέσει πρόταση μομφής, αν ο Μπαϊρού δεν το κάνει.
Μια τέτοια πρόταση μομφής θα χρειαστεί υποστήριξη τόσο από το κεντροαριστερό Σοσιαλιστικό Κόμμα όσο και από την Εθνική Συσπείρωση για να περάσει. Οι Σοσιαλιστές αρχικά έδειξαν προθυμία να συνεργαστούν για την σταθερότητα, αλλά έκτοτε επικρίνουν τον Μπαϊρού για την άρνησή του να συμβιβαστεί σε βασικά αιτήματα, όπως η αναστολή της αντιδημοφιλούς μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού.
Η Εθνική Συσπείρωση έχει δηλώσει ότι δεν θα προσπαθήσει άμεσα να ανατρέψει την κυβέρνηση, προτιμώντας να περιμένει τις συζητήσεις για τον προϋπολογισμό. Ωστόσο, το κόμμα της Λεπέν έκανε παρόμοιες υποσχέσεις στον Μπαρνιέ πριν τελικά στραφεί εναντίον του, ακόμη και αφού εξασφάλισε παραχωρήσεις.
Οι περιπέτειες του Σάντσεθ
Στην Ισπανία, ο Πέδρο Σάντσεθ βιώνει «την κόλαση πριν τα Χριστούγεννα». Αυτό υποστηρίζει το συντηρητικό κόμμα της αντιπολίτευσης, το Λαϊκό Κόμμα (PP), μέσω της εκπροσώπου Κούκα Γκαμάρρα, καθώς ο Σάντσεθ προσπαθεί να αποκρούσει ένα καταιγισμό ερευνών για διαφθορά που αφορούν μέλη της οικογένειάς του – και του κόμματός του.
Οι σύμμαχοι του ηγέτη των Σοσιαλιστών επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα κάποιο σκάνδαλο, αλλά ένα κυνήγι μαγισσών, το οποίο έχει ως στόχο να υπονομεύσει την εύθραυστη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. «Η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο, είναι σε πολύ δύσκολη θέση», σχολίασε στο Politico ο πολιτικός επιστήμονας Λουίς Όριολς, συγγραφέας του βιβλίου «Δημοκρατία των χαρακωμάτων».
«Η προηγούμενη θητεία του ήταν σταθερή και πολύ επιτυχημένη όσον αφορά στην παραγωγή νομοθετικού έργου, αλλά τώρα η κατάσταση είναι ακριβώς το αντίθετο», εξήγησε.
Τρεις ξεχωριστές έρευνες που επηρεάζουν άτομα κοντά στον Σάντσεθ βρίσκονται σε εξέλιξη: για τη σύζυγό του, για τον αδελφό του, καθώς και μια άλλη για πιθανή διαφθορά από κορυφαία μέλη του κόμματός του.
Οικογενειακές Υποθέσεις
Η σύζυγος του Σάντσεθ, Μπεγκόνια Γκόμεθ, βρίσκεται υπό έρευνα από τον Απρίλιο, μετά από κατηγορίες ότι χρησιμοποίησε τη θέση της ως σύζυγος του πρωθυπουργού για να επηρεάσει την απονομή κυβερνητικών συμβολαίων. Εξετάζεται επίσης για την κατηγορία ότι υπέκλεψε λογισμικό από το Πανεπιστήμιο Κομπλουτένσε, όπου εργαζόταν.
Στις 18 Δεκεμβρίου εμφανίστηκε για τρίτη φορά ενώπιον του δικαστή που διεξάγει την έρευνα, αρνούμενη κάθε αδίκημα.
Σε ξεχωριστή υπόθεση, ο αδελφός του Σάντσεθ, Δαβίδ, ερευνάται για φερόμενες παρατυπίες κατά την πρόσληψή του ως διευθυντή του γραφείου παραστατικών τεχνών στην επαρχία της νοτιοδυτικής Ισπανίας, Μπανταχόθ. Αναμένεται να καταθέσει στο δικαστήριο στις 9 Ιανουαρίου.
Η φασιστική οργάνωση Μάνος Λίμπιες κατέθεσε τις καταγγελίες που προκάλεσαν και τις δύο έρευνες, τις οποίες οι σύμμαχοι του Σάντσεθ θεωρούν μέρος μιας εκστρατείας από την άκρα δεξιά , αλλά και από μέρος των ΜΜΕ για να υπονομεύσουν την κυβέρνηση του.
Τον Απρίλιο, όταν άρχισε η έρευνα για τη σύζυγό του μόλις πέντε μήνες μετά την ανάληψη της νέας κυβέρνησης συνασπισμού, ο Σάντσεθ απείλησε να παραιτηθεί λόγω αυτού που χαρακτήρισε ως προσπάθεια «απαξίωσης του πολιτικού αντιπάλου μέσω σκανδαλωδών και ψευδών κατηγοριών».
Παρά το γεγονός ότι και οι δύο υποθέσεις που αφορούν τα μέλη της οικογένειας έχουν κυριαρχήσει στα πρωτοσέλιδα εφημερίδων που ανήκουν στη δεξιά, καμία από αυτές μέχρι στιγμής δεν έχει οδηγήσει σε άσκηση δίωξης και πολλοί παρατηρητές εκτιμούν ότι τελικά θα απορριφθούν από τα δικαστήρια.
Η πραγματική ζημιά
Ωστόσο, μια άλλη έρευνα, η οποία αφορά τις δραστηριότητες του επιχειρηματία Βίκτορ ντε Αλντάμα, αναμένεται να είναι πολύ πιο επιζήμια. Ο Αλντάμα υποστηρίζει ότι υπήρξε μεσάζοντας στην καταβολή προμηθειών σε μέλη της κυβέρνησης σε αντάλλαγμα για την απονομή δημοσίων έργων σε ιδιωτικές εταιρείες.
Ο Χοσέ Λουίς Άβαλος, πρώην υπουργός Μεταφορών και Δημοσίων Έργων και βαρύ όνομα στο PSOE, εμπλέκεται μετά τη σύλληψη του στενού του συμβούλου, Κόλντο Γκαρθία, τον Φεβρουάριο. Αν και το PSOE κινήθηκε γρήγορα να απομακρύνει τον Άβαλος (ο οποίος επιμένει ότι είναι αθώος), ο Αλντάμα έκανε νέες καταγγελίες που εμπλέκουν άλλους εξέχοντες Σοσιαλιστές, με την πιο πρόσφατη κατάθεσή του στο δικαστήριο στις 17 Δεκεμβρίου.
Ενώ ο Αλντάμα δεν έχει προσκομίσει σκληρά στοιχεία για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, η αντιπολίτευση έχει παρουσιάσει τις τρεις ξεχωριστές έρευνες ως απόδειξη ότι η κυβέρνηση έχει μια σαπισμένη βάση. Εάν το σκάνδαλο Αλντάμα φουντώσει, ίσως την κάψει οριστικά.