Η θεαματικά ταχεία πτώση του Μπασάρ αλ-Άσαντ και του καθεστώτος του στη Συρία είναι μία νέα πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Και τούτο γιατί το τέλος της κυριαρχίας μίας οικογένειας, ύστερα από 54 χρόνια αυταρχικής εξουσίας, σηματοδοτεί έναν σεισμό στην περιφερειακή τάξη πραγμάτων- με μετασεισμικές δονήσεις που θα γίνονται αισθητές για δεκαετίες.
Το Foreign Policy θυμίζει πως το 1989 χαρακτηρίστηκε από μια σειρά πτώσεων ντόμινο στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Ανατολική Γερμανία και αλλού και εκτιμά ότι κάπως έτσι και η κατάρρευση του συριακού καθεστώτος είναι μέρος μιας αλυσίδας γεγονότων, όπως η καταστροφή της Χεζμπολάχ και η αποδυνάμωση άλλων πληρεξουσίων του Ιράν ή πίεση στη Ρωσία από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Οι αναλυτές του Foreign Policy ουσιαστικά επιλέγουν μία αισιόδοξη ανάγνωση των εξελίξεων, εκτιμώντας ότι όπως το 1989 σήμανε το τέλος του κομμουνισμού στην Ευρώπη, έτσι και η φυγή του Άσαντ στη Μόσχα σηματοδοτεί την κατάρρευση της ιδεολογίας της αντιδυτικής αντίστασης στη Μέση Ανατολή και μία νέα περίοδο μειωμένων εντάσεων. Το εάν αυτό θα αποδειχθεί, θα εξαρτηθεί βεβαίως και από την κατεύθυνση που θα θελήσουν να δώσουν στη χώρα οι αντάρτες του Αμπού Μοχάμεντ Αλ Τζουλάνι, που δεν παύει να έχει τζιχαντιστικές ρίζες.
Για περισσότερες από πέντε δεκαετίες, η οικογένεια Άσαντ ήταν η ραχοκοκαλιά μιας πολιτικής τάξης στη Μέση Ανατολή, όπου ένα μπλοκ κρατών αυτοπροσδιοριζόταν ως «άξονας αντίστασης» στον λεγόμενο δυτικό ιμπεριαλισμό και τον σιωνισμό. Η ιδιοποίηση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης αποδείχθηκε ισχυρό εργαλείο για την κινητοποίηση των μαζών στην περιοχή που ζητούσαν δικαιοσύνη για τους Παλαιστίνιους. Στην πραγματικότητα, αυτά τα καθεστώτα ελάχιστα νοιάζονταν για τους Παλαιστίνιους.
Πώς έβλεπαν τη συμμαχία τους Συρία και Ιράν
Μέσα σε αυτό το μπλοκ, η Συρία και το Ιράν πίστευαν ότι είχαν εισέλθει σε μια αμοιβαία επωφελή και διαρκή συμμαχία, με την κάθε πλευρά να πιστεύει ότι έχει το πάνω χέρι. Η Συρία ήταν καθοριστικής σημασίας για το Ιράν του αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, καθώς αποτελούσε την καρδιά της χερσαίας γέφυρας μεταξύ Ιράν και του πιο πολύτιμου αντιπροσώπου του, της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Η Συρία έβλεπε την ευθυγράμμιση με το Ιράν ως μέσο αύξησης του κύρους της απέναντι στο Ισραήλ και ενίσχυσης της επιρροής της στον Λίβανο, εξηγεί το FP.
Για το Ιράν, η ιδεολογία της αντίστασης ήταν ένα αναντικατάστατο εργαλείο για την εξασφάλιση υποστήριξης από Άραβες και Σουνίτες, καθώς η Τεχεράνη διεκδικούσε κυριαρχία στη Μέση Ανατολή. Ως ηγέτες του λεγόμενου Άξονα της Αντίστασης, οι κληρικοί στην Τεχεράνη κατάφεραν να υποσκελίσουν την παλιά ιδεολογία του παναραβικού εθνικισμού, όπως εκφράστηκε από το συριακό κόμμα Μπάαθ και άλλους, και τελικά να κυριαρχήσουν σε αρκετές αραβικές χώρες μέσω καλά εξοπλισμένων αντιπροσώπων.
Το καθεστώς του Άσαντ αγνόησε αυτήν την πρόκληση, ενώ το Ιράν χειραγωγούσε το κόμμα Μπάαθ για να εξυπηρετήσει τον δικό του στόχο της περιφερειακής κυριαρχίας. Για παράδειγμα, το Ιράν παρουσίασε τη Χεζμπολάχ στη Συρία ως σύμμαχο, ενώ ο κύριος σκοπός της Χεζμπολάχ ήταν η εξαγωγής της ισλαμικής επανάστασης.
Η εξέγερση στη Συρία το 2011 και ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε μετέβαλαν την ισορροπία δυνάμεων υπέρ του Ιράν, το οποίο παρενέβη για να στηρίξει το καθεστώς του Άσαντ. Η πιο σημαντική κίνηση έγινε όταν η Τεχεράνη επιστράτευσε τη Χεζμπολάχ για να υποστηρίξει το καθεστώς Άσαντ απέναντι στους Σύρους αντάρτες.
Από εταίρος… εξαρτώμενο μέλος και εργαλείο
Κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Συρία, η χώρα μετατράπηκε από εταίρο σε εξαρτημένο πελάτη του Ιράν. Ένα σημαντικά αποδυναμωμένο καθεστώς Άσαντ εξαρτιόταν πλέον για την επιβίωσή του από το Ιράν και τους αντιπροσώπους του, συμπεριλαμβανομένης της Χεζμπολάχ και των πολιτοφυλακών που ελέγχονταν από την Τεχεράνη από διάφορες χώρες. Στα άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής, συμπεριλαμβανομένων του Ιράκ, του Λιβάνου και της Υεμένης, οι αντιπρόσωποι του Ιράν εδραίωσαν τη θέση τους ως κυρίαρχοι πολιτικοί και στρατιωτικοί δρώντες. Το Ιράν αύξησε την επένδυσή του σε αυτούς ως τις εξωτερικές γραμμές άμυνάς του και εργαλεία γεωπολιτικής επιρροής.
Η άνοδος και η κυριαρχία του Ιράν ως περιφερειακής δύναμης καθόρισε μια ολόκληρη εποχή της πολιτικής στη Μέση Ανατολή. Σε ολόκληρη την περιοχή, τα περισσότερα κράτη είτε βρίσκονταν υπό άμεση ιρανική επιρροή μέσω των αντιπροσώπων της χώρας είτε αναγκάζονταν να διαμορφώσουν τις εξωτερικές τους πολιτικές γύρω από τις απειλές που έθετε η Τεχεράνη. Οι αραβικές χώρες του Κόλπου, για παράδειγμα, κατέληξαν να επιδιώκουν αποκλιμάκωση με το Ιράν για να αποτρέψουν την αστάθεια που προκαλούσαν οι δραστηριότητές του.
Η νέα αυτή τάξη πραγμάτων, υπό την κυριαρχία του Ιράν, δεν άρεσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, άλλες δυτικές χώρες και το Ισραήλ, που όμως την ανέχθηκαν. Τη θεωρούσαν λιγότερο επικίνδυνη σε σύγκριση με τις άγνωστες δυνάμεις που θα μπορούσε να απελευθερώσει μια ξαφνική πολιτική αλλαγή στο Ιράν ή τη Συρία. Αυτή η «ψυχροπολεμική» διευθέτηση με ένα αντιπαραθετικό status quo έκανε τη Δαμασκό και την Τεχεράνη να αισθάνονται σίγουρες για τη δύναμή τους απέναντι στη Δύση και τους συμμάχους της.
Η απόσυρση των ΗΠΑ και η κυριαρχία της Ρωσίας
Η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή υπό την κυβέρνηση Ομπάμα άνοιξε τον δρόμο για τη Ρωσία να εισέλθει στην περιφερειακή τάξη. Όταν το Ιράν και οι αντιπρόσωποί του δεν μπόρεσαν να στηρίξουν μόνοι τους το καθεστώς Άσαντ, η Μόσχα είδε τον πόλεμο στη Συρία ως μια χαμηλού κόστους ευκαιρία για να ανακτήσει το καθεστώς της ως παγκόσμιας δύναμης και διαμεσολαβητή της περιοχής.
Οι σημαντικές ναυτικές και αεροπορικές βάσεις της Ρωσίας στη Συρία χρησίμευσαν επίσης ως κρίσιμα κέντρα εφοδιαστικής για τις επεκτεινόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις της Μόσχας στην Αφρική. Για σχεδόν μια δεκαετία, η Ρωσία έγινε κύριος δρών στην ψυχροπολεμική κατάσταση της Μέσης Ανατολής.
Η Ρωσία, το Ιράν και ο υπόλοιπος Άξονας της Αντίστασης φαίνονταν να σχηματίζουν ένα μπλοκ, ενώ οι δυτικοί σύμμαχοι, όπως το Ισραήλ και οι αραβικές χώρες του Κόλπου, σχημάτιζαν άλλο. Ωστόσο, η υποστήριξη της Ρωσίας προς τον Άσαντ δεν ήταν παρά μια συναλλακτική συνεργασία, και οι ρωσο-ιρανικές σχέσεις δεν ήταν ποτέ χωρίς τριβές. Από την αρχή της στρατιωτικής παρέμβασης της Ρωσίας στη Συρία, επεδίωκε να υπονομεύσει την επιρροή του Ιράν στη χώρα, ώστε να παραμείνει ο κυρίαρχος δρών.
Το ιρανικό καθεστώς, από την άλλη, ανησυχούσε για την πρόκληση που παρουσίαζε η Ρωσία στην επιρροή του στη Συρία. Ωστόσο, η Τεχεράνη δεν είχε άλλη επιλογή παρά να παραμείνει στην τροχιά της Μόσχας, θεωρώντας την επιρροή της στη Συρία ως μικρό τίμημα για την απόκτηση ενός ισχυρού υποστηρικτή στον Άξονα της Αντίστασης.
Η «επένδυση» στον Άσαντ…έσκασε
Η Τεχεράνη παρουσίασε τη Χεζμπολάχ και το καθεστώς Άσαντ στον ιρανικό λαό ως μια αξιόλογη επένδυση: την πρώτη γραμμή αντίστασης κατά του Ισραήλ και το πολύτιμο κόσμημα της περιφερειακής επιρροής του Ιράν, σημειώνει στην ανάλυσή του το Foreign Policy. Η Τεχεράνη χρειαζόταν να διαβεβαιώσει τους Ιρανούς ότι οι οικονομικές θυσίες και η πολιτική απομόνωση που προκάλεσε η στήριξή της στη Χεζμπολάχ και τον Άσαντ δεν ήταν μάταιες. Διαφορετικά, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της, το Ιράν θα αντιμετώπιζε την απειλή εξάλειψης από το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ έχει διακόψει απότομα αυτή τη δυναμική. Η εγκατάλειψη του Άσαντ από τη Ρωσία – και κατ’ επέκταση του σχεδίου του Ιράν στη Συρία- δημιουργεί επιπλέον ρήγματα στο ήδη συρρικνωμένο δίκτυο των πληρεξουσίων του Ιράν. Η ιρανική ηγεσία θα δυσκολευτεί να δικαιολογήσει στον λαό της δεκαετίες επενδύσεων στη Συρία που κατέρρευσαν μέσα σε λίγες ημέρες.
Χωρίς τη Συρία και τη Ρωσία, και αντιμέτωπο με ένα ακόμη ισχυρό μπλοκ υποστηριζόμενο από τη Δύση, το καθεστώς στην Τεχεράνη ουσιαστικά εμφανίζεται στον λαό του ως υπαίτιο για μια μάταιη θυσία, την οποία δεν μπορεί να επανορθώσει ούτε το πυρηνικό του πρόγραμμα. Αυτό συνιστά σοβαρό κίνδυνο για την επιβίωση της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Οι επιπτώσεις της κατάρρευσης του καθεστώτος Άσαντ θα εξαπλωθούν επίσης στον Λίβανο, το Ιράκ και την Υεμένη, καθώς οι πληρεξούσιοι του Ιράν θα βρεθούν χωρίς μια σημαντική γραμμή ζωής. Ειδικά στον Λίβανο, οι πολιτικές δυναμικές που πυροδοτήθηκαν από τα ισχυρά πλήγματα του Ισραήλ κατά της Χεζμπολάχ πιθανότατα θα επιταχυνθούν με την απώλεια της κρίσιμης χερσαίας γέφυρας για την προμήθεια όπλων από το Ιράν. Η ξαφνική ευαλωτότητα μίας ήδη αποδυναμωμένης Τεχεράνης σημαίνει επίσης ότι οι εναπομείναντες πληρεξούσιοι μπορεί να αμφισβητήσουν την αξιοπιστία του προστάτη τους.
Ντόμινο κατάρρευσης;
Το FP πιστεύει ότι ντόμινο της κατάρρευσης του καθεστώτος Άσαντ θα σημάνει αναπόφευκτα το τέλος της ιρανικής περιφερειακής κυριαρχίας. Τη θέση της θα πάρει μια περιφερειακή τάξη πραγμάτων που θα κυριαρχείται από το Ισραήλ και τους εταίρους του. Το Ισραήλ έχει αλλάξει προοπτική από την ανήσυχη ανοχή της ιρανικής επιρροής στη Μέση Ανατολή σε μια ενεργή προσπάθεια τερματισμού αυτής της κατάστασης και έχει επιτύχει στην ουσιαστική εξουδετέρωση της μεγαλύτερης απειλής για την ασφάλειά του, το Ιράν.
Το Ισραήλ θα περάσει από το να είναι ένα κράτος περικυκλωμένο από εχθρούς που αγωνίζεται για περιφερειακή νομιμοποίηση, στο να καθορίζει την ατζέντα στη Μέση Ανατολή, εκτιμά το FP. Οι καλές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία καθιστούν επίσης το Ισραήλ κεντρικό παράγοντα στον τερματισμό του ψυχρού πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Για τις χώρες του Κόλπου, η υποβάθμιση του Ιράν ως αποσταθεροποιητικού παράγοντα ενισχύει επίσης την υλοποίηση των οικονομικών τους οραμάτων. Ανοίγει ο δρόμος για περαιτέρω ομαλοποίηση μεταξύ των αραβικών χωρών και του Ισραήλ, στη βάση κοινών επιχειρηματικών, πολιτικών και στρατιωτικών συμφερόντων. Αυτή η αναπροσαρμογή πιθανότατα θα ωθήσει και την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ενεργήσει πιο ρεαλιστικά στον τρόπο που εμπλέκεται στην περιοχή.
«Όπως ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε με την ήττα του κομμουνισμού, έτσι και οι δεκαετίες αντιπαράθεσης στη Μέση Ανατολή θα τελειώσουν με την ήττα της ιδεολογίας της αντίστασης», καταλήγει το FP.