Ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς, πρώην υποψήφιος πρόεδρος και ηγέτης του προοδευτικού κινήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες επί δεκαετίες, δήλωσε ότι η θητεία του που ξεκινά τον Ιανουάριο θα είναι πιθανότατα η τελευταία του, σε συνέντευξή του στο POLITICO.
Ο Σάντερς, από το Βερμόντ, κέρδισε την επανεκλογή του τον Νοέμβριο και έχει μπροστά του άλλα έξι χρόνια στη Γερουσία.
Όταν ρωτήθηκε αν η τέταρτη θητεία του στη Γερουσία θα είναι η τελευταία του, ο Σάντερς είπε: «Είμαι 83 ετών τώρα. Θα είμαι 89 όταν φύγω από εδώ. Μπορείτε να κάνετε τον υπολογισμό. Δεν ξέρω, αλλά θα υπέθετα, πιθανότατα, ναι».
Ο Σάντερς βρίσκεται στο Κογκρέσο από το 1991. Υπηρέτησε 7 θητείες στη Βουλή των Αντιπροσώπων πριν κερδίσει την εκλογή του στη Γερουσία το 2006, και παρόλο που εδώ και καιρό διατυμπανίζει την ανεξαρτησία του από την κομματική του ένταξη, ήταν ένας από τους επικρατέστερους υποψήφιους για το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών το 2016 και το 2020. Ήρθε δεύτερος και τις δύο φορές.
Ο Σάντερς βοήθησε να μετακινηθεί η κοινοβουλευτική ομάδα των Δημοκρατικών στη Γερουσία προς τα αριστερά, αλλά έρχεται σε αυτή τη φάση της πολιτικής του καριέρας με ανησυχίες για το μέλλον των προοδευτικών ιδεωδών στην αμερικανική πολιτική.
Μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του περασμένου μήνα, ο Σάντερς κατηγόρησε τους Δημοκρατικούς ότι εγκατέλειψαν τους ανθρώπους της εργατικής τάξης.
Επανέλαβε την εκτίμησή του αυτή σήμερα: «Ο μέσος Αμερικανός πονάει», είπε. «Πρέπει να αναγνωρίσετε την πραγματικότητα του τι συμβαίνει. Και δεν είμαι σίγουρος ότι αρκετοί Δημοκρατικοί το κάνουν αυτό».
Ο Σάντερς θα χάσει την προεδρία στην Επιτροπή Υγείας, Παιδείας, Εργασίας και Συντάξεων τον Ιανουάριο (λόγω μειοψηφίας των Δημοκρατικών έναντι των Ρεπουμπλικανών), αλλά δήλωσε ότι ελπίζει να επιστρέψει στη θέση αυτή αν οι Δημοκρατικοί μπορέσουν να ανακτήσουν τον έλεγχο της Γερουσίας στις ενδιάμεσες εκλογές (σε 2 χρόνια).
Είπε ότι η κληρονομιά του ως επικεφαλής της επιτροπής περιλαμβάνει την επέκταση της χρηματοδότησης του συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης και τη λογοδοσία των ηγετών των φαρμακευτικών εταιρειών για τη χρέωση υψηλότερων τιμών στις ΗΠΑ σε σύγκριση με άλλες χώρες.
«Είμαστε η μόνη μεγάλη χώρα στη γη που δεν εγγυάται υγειονομική περίθαλψη σε όλους τους ανθρώπους της. Και πληρώνουμε τις υψηλότερες τιμές στον κόσμο για τα συνταγογραφούμενα φάρμακα», δήλωσε. «Το όραμά μου είναι αρκετά σαφές ως προς το πού πρέπει να πάμε».