Skip to main content

Λίβανος: Ξέφυγε από τις ισραηλινές βόμβες 4 φορές. Την 5η έχασε τις μικρές κόρες και τον άντρα της

REUTERS/Yara Nardi

Σε διαρκή φυγή από σπίτι σε σπίτι. Έως ότου μία βόμβα έγραψε το τραγικό τέλος.

Η Ρίχαμπ Φαούρ έφυγε από το σπίτι της. Μετά τράπηκε πάλι σε φυγή. Το εγκατέλειψε για τρίτη φορά. Και ξανά μία τέταρτη. Ξέφευγε κάθε φορά από τις ισραηλινές βόμβες που την «κυνηγούσαν» ανά τον Λίβανο. Τελικά πουθενά δεν ήταν ασφαλής.

Το BBC περιγράφει το αγωνιώδες ταξίδι της 33χρονης, που έληξε στην απόλυτη τραγωδία. Όλα άρχισαν τον Οκτώβριο του 2023, όταν η Χαμάς εξαπέλυσε τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ. Αυτό ώθησε μία άλλη τρομοκρατική οργάνωση, τη Χεζμπολάχ, να εκτοξεύσει ρουκέτες προς το Ισραήλ και εκείνο να ανταποδώσει βομβαρδίζοντας ανελέητα τον νότιο Λίβανο.

Οι πρώτες ισραηλινές βόμβες έπεσαν αρκετά κοντά στο χωριό της Ρίχαμπ, με αποτέλεσμα να αποφασίσει μαζί με τον σύζυγό της Σαΐντ, υπάλληλο της δημοτικής εταιρείας ύδρευσης, να πάρουν τις κόρες τους, Τία (8 ετών) και Νάγια (6 ετών) και να καταφύγουν στο σπίτι των γονιών της, στο Ντάχιε, προάστιο της πρωτεύουσας Βηρυτού. Εκεί για λίγο η ζωή κυλούσε σχεδόν κανονικά, με την εξαίρεση ότι στις Νάγια και Τία έλειπαν οι φίλοι, τα παιχνίδια και ό,τι άλλο αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω. Πάνω από όλα τους έλειπε να πηγαίνουν στο σχολείο, το οποίο είχε αντικατασταθεί από τη διαδικτυακή διδασκαλία.

Αλλά πολύ σύντομα το Ισραήλ επέκτεινε τους βομβαρδισμούς του στον Λίβανο για να συμπεριλάβει τμήματα της Βηρυτού, ιδιαίτερα το προάστιο Ντάχιε. Είχε βάλει στο στόχαστρο ανώτερα στελέχη της Χεζμπολάχ στο προάστιο, αλλά χρησιμοποιούσε μεγάλες βόμβες ικανές να καταστρέψουν ολόκληρες πολυκατοικίες. Σε ορισμένα χτυπήματα, το Ισραήλ έριξε δεκάδες από αυτές τις βόμβες με μία κίνηση και ισοπέδωσε ολόκληρα τετράγωνα πόλεων.

Έτσι, η οικογένεια Φαούρ μάζεψε τα πράγματά της και διέφυγε ξανά, αυτή τη φορά σε ένα νοικιασμένο σπίτι, σε μια άλλη γειτονιά της Βηρυτού, την Τζνα. Μετά από μια ισχυρή αεροπορική επίθεση εκεί, μετακόμισαν στο σπίτι των γονιών του Σαΐντ, στη γειτονιά Μπαρπούρ. Εκεί, ζούσαν με άλλους 17 σε ένα μόνο σπίτι – άνθρωποι στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο. Ωστόσο, για την Τία και τη Νάγια, 9 και 7 ετών αντίστοιχα πια, ήταν μια σπάνια χαρά να περιτριγυρίζονται από τα ξαδέρφια τους μέρα και νύχτα. Τόσο πολύ που ακόμη και όταν ο πατέρας της Ρίχαμπ, ένας συνταξιούχος λοχίας του Λιβάνου, βρήκε ένα ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στη γειτονιά Μπάστα, μόνο για τους τέσσερις τους, τα κορίτσια δεν ήθελαν να πάνε.

Φωτογραφία με τις κόρες και τον σύζυγό της Ρίχαμπ /BBC

Το μοιραίο βράδυ

«Η Νάγια μας παρακάλεσε να μείνουμε εκεί με όλη την οικογένεια», θυμάται η Ρίχαμπ. «Της είπαμε ότι έπρεπε απλώς να πάμε για έναν ύπνο σε αυτό το νέο σπίτι και μετά θα επιστρέφαμε κατευθείαν στην οικογένεια και σε όλα τα παιδιά». Στον δρόμο για το νέο σπίτι σταμάτησαν για ψητό κοτόπουλο και άλλες λιχουδιές και περίπου στις 7.30 μ.μ., με τους δρόμους ακόμα γεμάτους με κόσμο, η οικογένεια πήγε σε ένα ερειπωμένο κτίριο στη Μπάστα στο κέντρο της Βηρυτού. Σε αντίθεση με το σπίτι των γονιών του Σαΐντ, το νέο διαμέρισμα είχε τρεχούμενο νερό και γεννήτρια για ηλεκτρισμό. Τα κορίτσια χάρηκαν όταν είδαν ότι η οικογένεια είχε επιτέλους τον δικό της χώρο. Η Ρίχαμπ και ο Σαΐντ χαλάρωσαν για λίγο. Πιθανότατα, θα υπήρχε ένα ισραηλινό drone που βούιζε από πάνω, αλλά ο ήχος είχε γίνει τόσο κοινός στη Βηρυτό. «Καθίσαμε να φάμε και μιλούσαμε και γελούσαμε», είπε. «Και αυτή είναι η τελευταία μου ανάμνηση από αυτούς», αφηγείται στο BBC.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του βρετανικού δικτύου η βόμβα ήταν αμερικανικής κατασκευής Jdam. Έπληξε το κτίριο στις 10 Οκτωβρίου περίπου στις 20:00, μισή ώρα μετά την άφιξη της οικογένειας. Ισοπέδωσε και τους τρεις ορόφους και κατέστρεψε τμήματα παρακείμενων κτιρίων και αυτοκινήτων, σκοτώνοντας 22 άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Ήταν έως τότε το πιο θανατηφόρο χτύπημα στο κέντρο της Βηρυτού από την έναρξη του πολέμου.

Η Ρίχαμπ ξύπνησε σε ένα νοσοκομείο με έξι βίδες στη σπονδυλική στήλη και τρεις στον καρπό της. Τίποτα όμως δεν μπορεί να συγκριθεί με τον πόνο που ένιωσε όταν έμαθε ότι οι κόρες και ο σύζυγός της είχαν σκοτωθεί. Ένας πόνος που δεν θα φύγει ποτέ.