Σε πολιτική κρίση η Γερμανία, μετά την αποπομπή του Κρίστιαν Λίντνερ από τον Όλαφ Σολτς, παρόλο που είχε φανεί -προσωρινά- «λευκός καπνός» στον κυβερνητικό συνασπισμό, λόγω της ανησυχίας του Βερολίνου για την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Μετά την καρατόμηση του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), ο Σολτς αναμένεται να ηγηθεί κυβέρνησης μειοψηφίας με τους Σοσιαλδημοκράτες του και τους Πράσινους, το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα.
Ο Σολτς δήλωσε ότι θα προκηρύξει πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης για τις 15 Ιανουαρίου, τον απαραίτητο πρόδρομο για τη διεξαγωγή εκλογών έως τα τέλη Μαρτίου. Σημειωτέον, η ορκωμοσία του Τραμπ είναι, ως είθισται, προγραμματισμένη για τις 20 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίστηκαν για να αποφευχθεί το είδος του χάους των συνασπισμών που επιτάχυνε το τέλος της δημοκρατίας του μεσοπολέμου στη Γερμανία, ο καγκελάριος ελέγχει σε μεγάλο βαθμό το χρονοδιάγραμμα: η αντιπολίτευση μπορεί να τον διώξει νωρίτερα μόνο αν βρει πλειοψηφία για έναν συγκεκριμένο εναλλακτικό καγκελάριο, κάτι που θα ήταν δύσκολο με τους τρέχοντες… αριθμούς.
Γερμανία: Όσα οδήγησαν στην κατάρρευση της κυβέρνησης – Ο φόβος του Τραμπ δεν ήταν αρκετός
Παραμένουν οι Πράσινοι
Οι Πράσινοι, το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα του τριμερούς συνασπισμού του «φαναριού», θα παραμείνουν στην κυβέρνηση. Χωρίς δική τους κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα πρέπει να συγκεντρώσουν ad hoc υποστήριξη για μεμονωμένες ψήφους από άλλα κόμματα.
Ο Σολτς δήλωσε ότι θα ζητήσει από τον Φρίντριχ Μερτς, ηγέτη του CDU, να υποστηρίξει τα επείγοντα δημοσιονομικά μέτρα, λέγοντας ότι η πληγείσα από την κρίση οικονομία της Γερμανίας δεν μπορεί να περιμένει μέχρι τις εκλογές για κυβερνητική δράση.
Νέος ΥΠΟΙΚ και μια… ανταρσία
Οι τέσσερις υπουργοί του FDP στην κυβέρνηση -εκτός από τον Λίντνερ, οι υπουργοί Δικαιοσύνης, Μεταφορών και Παιδείας- δεν χρειάζεται απαραίτητα να αντικατασταθούν. Η θέση του υπουργού Οικονομικών κατονομάζεται στο σύνταγμα, πράγμα που σημαίνει ότι ο Σολτς πρέπει να προβεί σε διορισμό.
Ο υπουργός Μεταφορών Φόλκερ Βίσινγκ ανακοίνωσε νωρίτερα σήμερα ότι παραμένει στη θέση του, παρά την αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό του κόμματός του, των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP). Αποχωρεί, αντιθέτως, από το FDP.
Στις πιθανότητες περιλαμβάνονται ο στενός του σύμβουλος Βόλφγκανγκ Σμιτ, ο υπουργός που είναι υπεύθυνος για το γραφείο του Σολτς, ή ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος θα μπορούσε να αναλάβει τη θέση παράλληλα με τις τρέχουσες θέσεις του υπουργού Οικονομίας και του αντικαγκελάριου. Πάντως και ο ίδιος ο Σολτς, πρώην υπουργός Οικονομικών, θα μπορούσε επίσης να αναλάβει τη θέση παράλληλα με την καγκελαρία του.
Το δίλημμα του Φρίντριχ Μερτς
Ο Μερτς, ο οποίος εδώ και καιρό απαιτεί πρόωρες εκλογές για να αντικαταστήσει μια κυβέρνηση που, όπως λέει, έχει χάσει την ικανότητα να δράσει, θα βρεθεί τότε αντιμέτωπος με ένα δίλημμα: η άρνηση να βοηθήσει τον Σολτς να καταρτίσει έναν προϋπολογισμό θα μπορούσε να βλάψει σκοπούς που ο Μερτς υποστηρίζει σθεναρά, όπως η υποστήριξη της Ουκρανίας.
Αντίθετα, ο Μερτς, με ισχυρό προβάδισμα έναντι όλων των κομμάτων του συνασπισμού στις δημοσκοπήσεις, θα μπορούσε να είναι απρόθυμος να δώσει στον Σολτς μια νίκη λίγο πριν από τις εκλογές.
Ο Μερτς θα κάνει δήλωση μέσα στην ημέρα.
Πότε και πώς
Οι επόμενες γενικές εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο του 2025. Οι γενικές εκλογές διεξάγονται στη Γερμανία κάθε τέσσερα χρόνια. Μόνο ο πρόεδρος μπορεί να προκηρύξει εκλογές, όχι ο Καγκελάριος.
Σύμφωνα με το σύνταγμα, η πρόωρη διάλυση του κοινοβουλίου μπορεί να γίνει μόνο με έναν από δύο τρόπους, όπως σημειώνει το Euronews.
Στην πρώτη περίπτωση, εάν ένας υποψήφιος για καγκελάριος δεν κερδίσει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία —τουλάχιστον 367 ψήφους στην 733 εδρών Bundestag— ο Γερμανός πρόεδρος μπορεί να διαλύσει το κοινοβούλιο.
Στη δεύτερη περίπτωση, ένας καγκελάριος μπορεί να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στην Bundestag για να επιβεβαιώσει εάν εξακολουθεί να έχει επαρκή κοινοβουλευτική υποστήριξη. Εάν ο καγκελάριος δεν καταφέρει να κερδίσει την πλειοψηφία, μπορεί να ζητήσει επίσημα από τον Πρόεδρο να διαλύσει την Bundestag εντός 21 ημερών.
Μετά τη διάλυση του κοινοβουλίου, πρέπει να διεξαχθούν νέες εκλογές εντός 60 ημερών.
Τρεις πρόωρες εκλογές για την Bundestag έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: το 1972, το 1983 (και οι δύο περιπτώσεις αφορούν τη Δυτική Γερμανία) και το 2005 (παραίτηση Σρέντερ, καγκελάριος η Άνγκελα Μέρκελ).
Με πληροφορίες από Reuters, Euronews