Ο Μάρκος Αυρήλιος, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας, που νίκησε τις γερμανικές φυλές και εδραίωσε την Pax Romana και στα Βορειοδυτικά σύνορα της αυτοκρατορίας του, επέλεξε να χρίσει διάδοχό του, το γιό του Κόμμοδο.
Γνωστός περισσότερο ως στωικός φιλόσοφος, ο Μάρκος Αυρήλιος γνώριζε καλά πως ο Κόμμοδος ήταν δύστροπος, σκληρός, ίσως και ψυχοπαθής. Όσοι έχουν δει την ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ, «Ο Μονομάχος» με πρωταγωνιστή τον Ράσελ Κρόου, θα έχουν σχηματίσει μάλιστα την ιδέα πως ο Κόμμοδος όντως στραγγάλισε τον πατέρα του, Μάρκο Αυρήλιο, ο οποίος τον αντιπαθούσε θεωρώντας τον ανάξιο για να τον διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο.
Ο Κόμμοδος ως αυτοκράτορας, θεωρούσε τον εαυτό του ενσάρκωση του Ηρακλή και συχνά κατέβαινε ο ίδιος στην αρένα και μαχόταν με αδύναμους ή σακατεμένους μονομάχους.
Γιατί, λοιπόν, αποφάσισε να ορίσει τον Κόμμοδο διάδοχό του; Μάλλον λόγω της απουσίας ικανών διαδόχων και της προσπάθειας του να αποφύγει η Αυτοκρατορία έναν εμφύλιο πόλεμο για τη διαδοχή, λένε οι ιστορικοί. Επέλεξε δηλαδή ο γηραιός Μάρκος Αυρήλιος τη σταθερότητα από τον εμφύλιο πόλεμο και το χάος.
Φυσικά ο Μπάιντεν θα ήθελε να είναι αυτός που θα κάνει την επιλογή ως άλλος «Μάρκος Αυρήλιος», αλλά το προνόμιο αυτό -σε μια δημοκρατία- το έχουν οι «υπήκοοί»- οι Αμερικανοί ψηφοφόροι.
Σε ποιον θα αφήσει αύριο την «Αμερικανική Αυτοκρατορία» ο ηλικιωμένος Τζο Μπάιντεν; Στην «ομόσταυλή» του, Δημοκρατική, Κάμαλα Χάρις ή στον -τουλάχιστον «απρόβλεπτο»- Ντόναλντ Τραμπ;
Στο κλασικό βιβλίο «η Μεγάλη Στρατηγική της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», ο διάσημος Αμερικανός συγγραφέας Εντουαρντ Λούτβακ κάνει σύγκριση μεταξύ της ρωμαϊκής και της σημερινής αμερικανικής στρατιωτικής πολιτικής. Ο Λούτβακ, που υπηρέτησε ως σύμβουλος στο Πεντάγωνο και το Στέητ Ντηπάρτμεντ τονίζει ότι οι αποφάσεις των Ρωμαίων καθοδηγούνταν από την «οικουμενική κοσμοθεωρία»
Η «οικουμένη» της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν κάτι περισσότερο από μια στρατηγική κουλτούρα, ήταν μια άποψη της διεθνούς τάξης που έβλεπε τη Ρώμη ως το κέντρο του γνωστού κόσμου.
Ασφάλεια και ισχυρή οικονομία
Σήμερα, πολλοί σύγχρονοι μελετητές συζητούν τη συνάφεια της Μεγάλης Στρατηγικής της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με την αμερικανική. «Για τους Ρωμαίους, όπως και για εμάς τους ίδιους, γράφει ο Λούτβακ, οι δύο βασικές απαιτήσεις ενός εξελισσόμενου πολιτισμού ήταν μια υγιής υλική βάση και η επαρκής ασφάλεια. Για τους Ρωμαίους, όπως και για εμάς, ο στόχος του στρατηγικού κράτους ήταν να παρέχει ασφάλεια, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη ζωτικότητα της οικονομικής του βάσης και χωρίς να διακυβεύεται η σταθερότητα μιας εξελισσόμενης πολιτικής τάξης».
Η επιτυχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, σύμφωνα με τον Λούτβακ αντανακλούσε τον υψηλό βαθμό στον οποίο συνδυάστηκαν αυτές οι δύο απαιτήσεις στο ανώτατο επίπεδο της κρατικής εξουσίας. «Η ρωμαϊκή ασφάλεια δεν προήλθε από τακτική υπεροχή στο πεδίο της μάχης, από ανώτερη στρατηγική σκέψη ή από μια πιο προηγμένη τεχνολογία στα όπλα της εποχής. Η ανωτερότητα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας προερχόταν από όλο το σύμπλεγμα ιδεών και παραδόσεων, την οργάνωση της ρωμαϊκής στρατιωτικής δύναμης και αξιοποίηση της ένοπλης δύναμης της αυτοκρατορίας για πολιτικούς σκοπούς. Η σταθερή υποταγή των τακτικών προτεραιοτήτων, των πολεμικών ιδεών και των πολεμικών ενστίκτων σε πολιτικούς στόχους ήταν η βασική προϋπόθεση της στρατηγικής επιτυχίας της αυτοκρατορίας».
«Πολιτικός πόλεμος»
Οι Ρωμαίοι, με σπάνιες εξαιρέσεις, απέφυγαν την δαπανηρή επιδίωξη καθαρά τακτικών επιτυχιών και άσκοπων νικών. Ειδικά στην πρώιμη περίοδο της Αυτοκρατορίας, η στρατιωτική δύναμη αναγνωρίστηκε ξεκάθαρα για αυτό που ήταν, ένα ουσιαστικά περιορισμένο όργανο ισχύος, δαπανηρό και εύθραυστο.
Οι Ρωμαίοι κατάλαβαν ότι, όταν ήταν δυνατόν, ήταν καλύτερο να χρησιμοποιήσουν έμμεσα τη στρατιωτική δύναμη ως όργανο πολιτικού πολέμου. Μαζί με το χρήμα και τη διπλωματία, οι Ρωμαίοι έμαθαν ότι η πιο επιθυμητή χρήση στρατιωτικής ισχύος δεν ήταν καθόλου στρατιωτική, αλλά πολιτική. Κατέκτησαν όλο τον ελληνιστικό κόσμο με λίγες μάχες και με πολλή διπλωματία.
Οσο και αν η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ελάχιστα συζητήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία, οι Αμερικανοί εξακολουθούν να θέλουν να δουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να διαδραματίζουν ηγετικό ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις. Ένα βασικό ερώτημα είναι πώς θα αντιμετωπίζει ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ τους συμμάχους και τις συμμαχίες.
Διαφορετικά οράματα
Υπό αυτό το πρίσμα, η Χάρις και ο Τραμπ προσφέρουν ξεχωριστά οράματα εξωτερικής πολιτικής, που πηγάζουν από πολύ διαφορετικές κοσμοθεωρίες.
Εδώ βρίσκεται και η μεγάλη διαφορά στην κοσμοθεωρία του Ντόναλντ Τραμπ με την Κάμαλα Χάρις: Ο ένας λέει θα το κάνουμε μόνοι μας και η άλλη με συμμάχους.
Στην περίπτωση της Κάμαλα Χάρις, οι φράσεις που περιγράφουν την κοσμοθεωρία της είναι: πολυμερής συνεργασία, ασφάλεια μέσω συμμαχιών, συνέχεια της γραμμής Μπάιντεν.
Για τον Τραμπ, οι λέξεις και οι φράσεις που αποτυπώνουν την κοσμοθεωρία του βασίζονται στην πρώτη θητεία του είναι: μονομέρεια και «Πρώτα η Αμερική»,
Γενικότερα, η Χάρις ακολουθεί τον παραδοσιακό ρόλο της Αμερικής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που ηγείται συμμαχιών -ΝΑΤΟ, Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, Τετραμερή Διάλογο για την Ασφάλεια Ασίας-Ειρηνικού ( Quad), για την προώθηση της μεταπολεμικής φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης.
Ο πρόεδρος Τραμπ, από την άλλη πλευρά, περιφρονεί τις συμμαχίες της Αμερικής. Υπερασπίζεται την ιδέα ότι οι ΗΠΑ πρέπει να προωθούν κυρίως τα δικά τους συμφέροντα σε μια εποχή ανερχόμενου ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων.
Μονομέρεια και πολυμέρεια
Κάτω από το μονομερές και το πολυμερές ερώτημα κρύβονται διαφορετικές απόψεις για το κόστος και τα οφέλη της διατήρησης του παγκόσμιου ηγετικού ρόλου της Ουάσιγκτον.
«Οι Αμερικανοί συνήθισαν να ακούν ότι οι στρατιωτικές μας ενέργειες στη Σομαλία, το Ιράκ ή τη Λιβύη ήταν μέρος της παγκόσμιας ηγεσίας μας», λέει ο Πολ Σάντερς, πρόεδρος του Κέντρου Εθνικού Συμφέροντος στην Ουάσιγκτον. Αλλά ο Τραμπ έχει αξιοποιήσει μια αυξανόμενη αίσθηση μεταξύ των Αμερικανών ότι το κόστος αυτής της ηγεσίας υπερβαίνει όλο και περισσότερο τα οφέλη.
Η Χάρις θα ακολουθούσε μια πιο συμβατική εξωτερική πολιτική και στυλ ηγεσίας, συμβουλευόμενη τόσο τους συνεργάτες της όσο και τους ξένους συμμάχους της, λέει ο Σάντερς. Ο Τραμπ θα στηριχθεί περισσότερο στα δικά του ένστικτα και στη φιλοδοξία του να «κλείσει τη συμφωνία».
Η επιτυχία για τον Πρόεδρο Τραμπ ήταν η σύναψη των Συμφωνιών του Αβραάμ που ομαλοποίησαν τις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και ορισμένων αραβικών χωρών. «Αλλά δεν υπήρξε καμία ‘μεγάλη συμφωνία’ με τη Ρωσία, ή τη Βόρεια Κορέα ή το Ιράν», προσθέτει ο Σάντερς, «ούτε υπήρξε κάποια συμφωνία με το Πεκίνο».
Οι διαφορές στο Ουκρανικό
Ωστόσο, οι πιο σαφείς διαφορές μεταξύ των δύο προεδρικών υποψηφίων είναι πιθανό να προκύψουν σχετικά με την Ουκρανία. Η Χάρις έχει χαρακτηρίσει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία με τους ίδιους όρους όπως η κυβέρνηση Μπάιντεν, τονίζοντας την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και δημοκρατία. Έχει επαναλάβει τον όρκο του Προέδρου Μπάιντεν για «υποστήριξη στο Κίεβο, όσο χρειαστεί».
Ο Τραμπ, από την άλλη πλευρά, έχει επιμείνει ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο σε μια μέρα, βασιζόμενος εν μέρει στη σχέση του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Αν και ο πρώην πρόεδρος δεν έχει δώσει λεπτομέρειες για το πώς θα συνάψει μια ειρηνευτική συμφωνία, ορισμένοι συνεργάτες του λένε ότι η συμφωνία θα οδηγούσε σε σημαντικές εδαφικές παραχωρήσεις από την Ουκρανία στη Ρωσία. Ανεξάρτητα το πώς θα αντιδράσουν οι Ευρωπαίοι Σύμμαχοι.
«Η Χάρις θα συνέχιζε ως πρόεδρος να στηρίζει τον προέδρο Ζελένσκι και τους Ουκρανούς», λέει ο Μάικλ Ντες, διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Ασφαλείας, στην Ιντιάνα. «Αλλά ο Τραμπ είναι μια διαφορετική ιστορία. Δεν έχει δεσμευτεί να βοηθήσει την Ουκρανία, γνωρίζουμε ήδη ότι είναι σκεπτικιστής για το ρόλο του ΝΑΤΟ. Πιιστεύει επίσης ότι μπορεί να κάνει δουλειές με τον Βλαντιμίρ Πούτιν».
Το νέο γεωπολιτικό σκηνικό
Υπάρχουν καλοί λόγοι να αμφιβάλλουμε για την πιθανότητα μιας «μαγικής συνταγής» που θα τερματίσει γρήγορα τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, λέει ο Ντες. Αλλά την ίδια στιγμή, «η προσέγγιση τουΤραμπ στην εξωτερική πολιτική μπορεί να ταιριάζει καλύτερα από την προσέγγιση της Χάρις στον σημερινό κόσμο»… «Η Αμερική εξακολουθεί να είναι μεγάλη δύναμη», προσθέτει, «αλλά υπάρχουν και άλλες μεγάλες δυνάμεις εκεί έξω, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ρωσίας, που πρέπει να ληφθούν υπόψη».
Η Αμερική, όπως και η αρχαία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ευημερούσε όταν μπόρεσε να βρει μια εσωτερική πολιτική αρμονία, με συνετούς ηγέτες και σαφείς σχέσεις με συμμάχους και «πελάτες». Με μια άρχουσα τάξη συνεκτική στον καθορισμό του συλλογικού συμφέροντος. Σήμερα όμως το πολιτικό και κοινωνικό ρήγμα στις ΗΠΑ είναι τόσο βαθύ, που η «αυτοκρατορία» ενδέχεται να έχει την τύχη της Ρωμαϊκής. Αργά ή γρήγορα…