Στις 27 Οκτωβρίου όλοι περίμεναν το διάγγελμα του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ. Κανείς δεν περίμενε ότι δεν θα θελήσει να πει τίποτα. Υποσχέθηκε μεν ότι οι Ισραηλινοί «θα καταλάβουν τη δύναμη του Ιράν», αλλά πρόσθεσε ότι θα είναι «οι αξιωματούχοι μας αυτοί που θα πουν με ακρίβεια τι πρέπει να γίνει».
Ήταν ένα εξαιρετικά ήπιο και ασαφές διάγγελμα εάν σκεφτεί κανείς ότι οι ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές στις 26 Οκτωβρίου είχαν σημασία πολύ πέρα από τον στρατιωτικό αντίκτυπό τους. Σηματοδοτούσαν την αποτυχία του δόγματος εθνικής ασφάλειας του Ιράν. Η στρατηγική που ακολούθησε ο Χαμενεΐ για δεκαετίες έχει καταρρεύσει και ο 85χρονος ηγέτης του Ιράν φαίνεται ανίκανος να χαράξει μια νέα πορεία. Εμφανίζεται ταπεινωμένος, σχολιάζει ο Economist.
Η παλιά πορεία περιλάμβανε την αποφυγή της επιλογής μεταξύ ιδεολογίας και πραγματισμού που όλα τα ιδεολογικά καθεστώτα τείνουν να αντιμετωπίσουν αργά ή γρήγορα. Αν και το Ιράν δεν ήταν σε ειρήνη με τους γείτονές του, μέχρι πρόσφατα δεν βρισκόταν ούτε σε πόλεμο μαζί τους. Υπήρχαν συγκρούσεις στις σκιές. Η όλη στάση απέναντι στη Δύση ήταν διφορούμενη. Από τη μία την απέρριπτε με το σύνθημα «θάνατος στην Αμερική» από την άλλη επιχειρούσε προσεγγίσεις με στόχο την ανακούφιση από τις οικονομικές κυρώσεις.
Ζηλωτής με δόσεις… πραγματισμού
Το πιο σημαντικό ίσως ήταν το γεγονός πως ο Χαμενεΐ δεν μπορούσε να αποφασίσει αν το πυρηνικό της πρόγραμμα ήταν ένας δρόμος προς μια βόμβα ή ένα διαπραγματευτικό χαρτί.
Επαναστάτης που φυλακίστηκε και βασανίστηκε από τη μυστική αστυνομία του σάχη, ο Χαμενεΐ ήταν, και εξακολουθεί να είναι, ένας ζηλωτής ιδεολόγος. Θεωρεί τη Δύση παρακμιακή και επιμένει ότι το Ιράν πρέπει να προσπαθήσει να είναι αυτάρκες. Αλλά το όραμα αυτό γεννήθηκε το 1989, όταν η χώρα είχε μόλις αναδυθεί από έναν βίαιο οκταετή πόλεμο με το Ιράκ. Το κράτος χρεοκόπησε.
Ο ίδιος ήταν μια αμφιλεγόμενη επιλογή για τον ανώτατο ηγέτη: δεν ήταν ακόμα αγιατολάχ και το Σύνταγμα έπρεπε να τροποποιηθεί πριν μπορέσει να αναλάβει τη θέση. Είχε πολλούς εχθρούς μέσα στο Ιράν και αυτός, εξηγεί ο Economist, ήταν ο παράγοντας που «μετρίασε» τον φανατισμό του και «μπόλιασε» την ιδεολογία του με δόσεις πραγματισμού.
Η οικονομία έπρεπε να ανοικοδομηθεί, έτσι επέτρεψε στον Άκμπαρ Χασέμι Ραφσαντζανί, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος από το 1989 έως το 1997, να επιδιώξει καλύτερες σχέσεις με τα αραβικά κράτη και τη Δύση. Όμως, τέτοιες πρωτοβουλίες δεν είχαν ποτέ μόνιμο χαρακτήρα. Για τον Χαμενεΐ, ο συμβιβασμός ήταν μια κίνηση τακτικής: ο προορισμός παρέμενε ο ίδιος, ακόμα κι αν ενδιαμέσως λοξοδρομούσε.
Η «χερσαία γέφυρα» ανάμεσα σε Τεχεράνη και Μεσόγειο
Η εχθρότητα προς την Αμερική και το Ισραήλ παρέμεινε σταθερή. Ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν βλέπει τον πρώτο ως έναν αδυσώπητο εχθρό και πιστεύει όχι μόνο ότι ο δεύτερος πρέπει να καταστραφεί και θα καταστραφεί (υποστηρίζει ότι το Ισραήλ δεν θα επιβιώσει μετά το 2040). Υπό την ηγεσία του, το Ιράν πέρασε δεκαετίες εξοπλίζοντας αραβικές πολιτοφυλακές, όπως η Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Έπρεπε να χρησιμεύσουν τόσο ως άμυνα της Τεχεράνης για να κρατήσουν τις συγκρούσεις μακριά από τα ιρανικά σύνορα όσο και ως εμπροσθοφυλακή μιας μελλοντικής μάχης με το Ισραήλ.
Αλλά ο Χαμενεΐ συνειδητοποίησε ότι η μάχη βρισκόταν στο μέλλον: μίλησε για «στρατηγική υπομονή», μια μάχη πολλών γενεών για την επίτευξη των στόχων του. Μετά ήρθαν μια σειρά από γεγονότα που φάνηκε να φέρνουν αυτούς τους στόχους πολύ πιο κοντά. Μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, το Ιράν δημιούργησε ισχυρές πολιτοφυλακές στο Ιράκ. Το ίδιο έκανε στη Συρία μετά την αραβική άνοιξη του 2011 και εμβάθυνε επίσης τους δεσμούς του με τη Χεζμπολάχ και τους Χούθι, μια σιιτική ανταρτική ομάδα στην Υεμένη. Αξιωματικοί του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), της πραιτοριανής φρουράς του καθεστώτος, άρχισαν να μιλούν για μια «χερσαία γέφυρα» που συνδέει την Τεχεράνη με τη Μεσόγειο.
Ο επιφυλακτικός Νετανιάχου, ο πρόθυμος Ομπάμα και ο συγκρατημένος Τραμπ
Μεγάλο μέρος αυτής της στρατηγικής συνέπεσε με τη μακρά θητεία του Μπενιαμίν Νετανιάχου ως πρωθυπουργού του Ισραήλ. Αν και έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με το σημερινό του πρόσωπο, ο Νετανιάχου ήταν κάποτε επιφυλακτικός ως προς τη χρήση στρατιωτικής βίας. Προσπάθησε να αποφύγει τη σύγκρουση τόσο με τη Χαμάς στη Γάζα όσο και με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο, παραμένοντας σε μεγάλο βαθμό αδρανής ενώ το Ιράν έχτιζε τα οπλοστάσια των πολιτοφυλακών. Εν τω μεταξύ, ο Μπαράκ Ομπάμα ήταν πρόθυμος να διαπραγματευτεί μια πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Μετά από μια δεκαετία αδιέξοδων πολέμων στη Μέση Ανατολή, το ίδιο ήταν και πολλοί Αμερικανοί.
Ακόμη και ο Ντόναλντ Τραμπ, παρ’ όλη την εχθρότητά του προς το Ιράν, κράτησε σε μεγάλο βαθμό τα πυρά του. Δεν αντέδρασε όταν το Ιράν κατέρριψε ένα αμερικανικό drone το 2019 ή όταν έκοψε τη μισή παραγωγή πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας λίγους μήνες αργότερα. Η δολοφονία τον Ιανουάριο του 2020 από την Αμερική του Κασέμ Σουλεϊμανί, του πιο διάσημου στρατηγού του IRGC, ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός.
Η 7η Οκτωβρίου
Για τον Χαμενεΐ, αυτό μπορεί να φαινόταν επικύρωση της τακτικής του. Ήθελε να επιδιώξει τους ιδεολογικούς του στόχους χωρίς να εμπλέξει το Ιράν σε πόλεμο. Το περιφερειακό χάος και οι διστακτικοί εχθροί του επέτρεψαν να το κάνει αυτό: το Ιράν δημιούργησε μια τρομερή δύναμη πληρεξουσίου και βάδισε μέχρι το πυρηνικό κατώφλι χωρίς να δεχτεί επίθεση. Διαπραγματεύτηκε με την Αμερική ακόμη και όταν οι πολιτοφυλακές του έπληξαν την Αμερική και τους συμμάχους της. Οι ασκήσεις ισορροπίας του Χαμενεΐ λειτούργησαν. Έως και τις 7 Οκτωβρίου. Όταν οι μαχητές της Χαμάς πέρασαν στο Ισραήλ και έσφαξαν σχεδόν 1.200 ανθρώπους, το Ιράν (που σύμφωνα με τις μυστικές υπηρεσίες δεν είχε δώσει το πράσινο φως για την τρομοκρατική επίθεση) αντιλήφθηκε ότι ήταν λάθος να χρησιμοποιεί πληρεξουσίους για την άμυνά του. Αναμφίβολα ο Χαμενεΐ υποστήριζε την ιδέα ενός αποφασιστικού πολέμου κατά του Ισραήλ. Όχι όμως στη δεδομένη χρονική στιγμή. Αλλά ο Γιαχία Σινουάρ, ηγέτης της Χαμάς στη Γάζα, δεν είχε χρόνο για «στρατηγική υπομονή».
Μια στρατηγική που η Τεχεράνη έχτιζε επί δεκαετίες κατέρρευσε μέσα σε μία ημέρα. «Η βαρβαρότητα της επίθεσης της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου έπεισε τον Νετανιάχου να εγκαταλείψει την προηγούμενη επιφυλακτικότητα του και ο Τζο Μπάιντεν, ο Αμερικανός πρόεδρος, έκανε εκπληκτικά λίγα για να τον συγκρατήσει. Η Χεζμπολάχ, που πολέμησε με σθένος στη Συρία και συγκρουόταν στα σύνορα σε περιορισμένης έκτασης μάχες με έναν απρόθυμο ισραηλινό στρατό, τώρα θα λύγιζε μπροστά σε μια πλήρη ισραηλινή επίθεση. Αντί για ασπίδα, οι πληρεξούσιοι του Ιράν έγιναν βάρος», σημειώνει ο Economist.
Η ανάγκη για νέο δόγμα ασφαλείας
Τώρα το Ιράν χρειάζεται ένα νέο δόγμα ασφαλείας. Το άμεσο ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε να ανακτήσει κάποιο μέσο αποτροπής. Μια επιλογή θα ήταν να προσπαθήσει να ξαναχτίσει τις πολιτοφυλακές της. Αλλά αυτό θα σήμαινε διπλασιασμό της προσπάθειας για μια αποτυχημένη στρατηγική. Οι κάτοικοι της Γάζας είναι έξαλλοι με τη Χαμάς που τους έσυρε σε πόλεμο, και πολλοί Λιβανέζοι αισθάνονται το ίδιο για τη Χεζμπολάχ. Ακόμα κι αν μπορούσαν να ξαναχτιστούν, θα χρειαζόταν πολλά χρόνια.
Μια δεύτερη επιλογή θα ήταν να ενισχύσει το Ιράν τις δικές του δυνατότητες. Θα μπορούσε να προσπαθήσει να μεγαλώσει και να εκσυγχρονίσει έναν τακτικό στρατό που έχει καταρρεύσει από δεκαετίες κυρώσεων και ελλιπών επενδύσεων. Τα τελευταία χρόνια προσπάθησε να αποκτήσει τόσο μαχητικά αεροσκάφη Su-35 όσο και συστήματα αεράμυνας S-400 από τη Ρωσία. Αυτό θα της έδινε κάποια ικανότητα να προστατεύει τον εναέριο χώρο της από τις ισραηλινές εισβολές.
Αλλά υπάρχουν πολλά εμπόδια. Το ένα είναι η προσφορά: ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία σημαίνει ότι δεν έχει πολλά εφεδρικά τζετ ή μπαταρίες αεράμυνας να βρίσκονται τριγύρω. Άλλο είναι το χρήμα. Το Ιράν έχει τεράστια ελλείμματα εδώ και χρόνια τόσο σε εξοπλισμό όσο και σε εκπαιδευμένους πιλότους. Αντί για την αεροπορία, το Ιράν θα μπορούσε να αναπτύξει τις πυραυλικές δυνάμεις του, οι οποίες έχουν πλήξει το Ισραήλ δύο φορές φέτος. Και πάλι είναι κάτι δαπανηρό και χρονοβόρο.
Η πυρηνική βόμβα και η… άλλη επιλογή
Αυτό του αφήνει μια τρίτη επιλογή, η οποία κερδίζει γρήγορα υποστήριξη στο Ιράν: μία πυρηνική βόμβα. Το Ιράν χρειάζεται μόνο μερικές εβδομάδες για να εμπλουτίσει αρκετό ουράνιο για μια βόμβα (αν και θα χρειαζόταν πολύ περισσότερο χρόνο για να κατασκευάσει μια κεφαλή και να την τοποθετήσει σε έναν πύραυλο). Αλλά σε μία τέτοια περίπτωση θα πρέπει να είναι έτοιμο για περαιτέρω επιθέσεις από το Ισραήλ και, ίσως, την Αμερική.
Όλες αυτές οι επιλογές υποθέτουν ότι το Ιράν θα χρειαστεί να αποτρέψει την Αμερική και το Ισραήλ επειδή θα συνεχίσει να είναι εχθρικό απέναντί τους. Έχει όμως και μια άλλη επιλογή, σημειώνει ο Economist: να ακολουθήσει μια λιγότερο ιδεολογική εξωτερική πολιτική. Θα ήταν στροφή 180 μοιρών, αλλά είναι κάτι που έχει κάνει και στο παρελθόν.
Ιράν και Σαουδική Αραβία διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις το 2016. Τρία χρόνια αργότερα ήρθε η επίθεση με την υποστήριξη του Ιράν στις εγκαταστάσεις πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας. Ωστόσο, πέρυσι ο Χαμενεΐ επέτρεψε στον Εμπραΐμ Ραϊσί να αποκαταστήσει τις διπλωματικές σχέσεις με το βασίλειο. Η ελπίδα ήταν ότι οι δεσμοί με τους Σαουδάραβες και τους γείτονές τους στον Κόλπο θα μπορούσαν να φέρουν περισσότερες επενδύσεις στο Ιράν. Μια μέρα πριν το Ισραήλ επιτεθεί στο Ιράν, το ναυτικό της Σαουδικής Αραβίας πραγματοποίησε κοινή άσκηση με το ιρανικό. Οι Σαουδάραβες ήταν από τους πρώτους που καταδίκασαν τις αεροπορικές επιδρομές του Ισραήλ.
Μια πιο ρεαλιστική εξωτερική πολιτική δεν θα ενοχλούσε τους Ιρανούς πολίτες, οι οποίοι είναι γενικά δυσαρεστημένοι με την προσέγγιση του Χαμενεΐ. Για χρόνια, ένα δημοφιλές σύνθημα διαμαρτυρίας στο Ιράν ήταν «όχι για τη Γάζα, όχι για τον Λίβανο, η ζωή μου για το Ιράν». Μια πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι το 78% πιστεύει ότι η εξωτερική πολιτική του Ιράν είναι η αιτία των οικονομικών του προβλημάτων, ενώ το 43% πιστεύει ότι συμβάλλει στις εντάσεις στην περιοχή (μόλις το 18% πιστεύει ότι τις αμβλύνει). Τα 2/3 των Ιρανών θέλουν να ομαλοποιήσουν τους δεσμούς με την Αμερική.
Οι Ιρανοί θέλουν από τον Χαμενεΐ να… πατήσει το κουμπί. Όχι της πυρηνικής βόμβας. Το κουμπί της αλλαγής ρότας.