Πυρετώδεις διεργασίες λαμβάνουν χώρα στου κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του ΝΑΤΟ ενόψει του όλο και πιο πιθανού σεναρίου επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στο τιμόνι των ΗΠΑ, παρότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν θρίλερ μεταξύ του πρώην προέδρου και της Κάμαλα Χάρις.
Ανώτεροι αξιωματούχοι της ΕΕ πραγματοποιούν καθημερινές συναντήσεις για να σκιαγραφήσουν πώς μια προεδρία Τραμπ θα μπορούσε να προκαλέσει μεγαλύτερους «τριγμούς» στην Ένωση, όπως δηλώνουν καλά γνωρίζοντας των συνομιλιών.
Παράλληλα, οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι τα υπό συζήτηση θέματα περιελάμβαναν το πώς θα αντέξει η ΕΕ ένα μπαράζ εμπορικών δασμών, αλλά και το πώς η Ένωση θα αντισταθμίσει πιθανό τέλος της αμερικανικής βοήθειας στην Ουκρανία, τη στιγμή που θα πρέπει να διατηρήσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας ενώ η Ουάσιγκτον πιθανότατα θα προχωρά σε άρση τρων δικών της.
«Πλέον, όλοι παίρνουν τα πάντα πολύ πιο σοβαρά», λέει στους Financial Times ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ. «Προσπαθούμε να βεβαιωθούμε ότι δεν θα εκπλαγούμε», σημειώνει.
Οι προετοιμασίες είναι πυρετώδεις. Και περιλαμβάνουν επίσημες συζητήσεις στελεχών της ΕΕ με το επιτελείο της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά και συζητήσεις μεταξύ άτυπων «ομάδων» που συγκροτούν ανώτεροι διπλωμάτες της ΕΕ που εξετάζουν πιθανές στρατηγικές.
Τα δεδομένα είναι γνωστά: Ο Τραμπ έχει δεσμευτεί να επιβάλει σταθερούς δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές στις ΗΠΑ και είναι σφόδρα επικριτικός στην μέχρι στιγμής δεδομένη υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Κίεβο αλλά και σκεπτικιστής απέναντι στο ΝΑΤΟ, το οποίο υποστηρίζει το δικαίβμα της Ευρώπης να αμυνθεί.
Δημοσκόπηση δείχνει ότι ο Τραμπ υπερτερεί οριακά της Κάμαλα Χάρις ενόψει των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου, ενώ οι Αμερικανοί δείχνουν να εμπιστεύονται περισσότερο τον Ντόναλαντ Τραμπ στην οικονομία, σύμφωνα με σφυγμομέτρηση των Financial Times που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα.
«Bαθύ πρόβλημα»
«Κατά την προσωπική μου άποψη, θα έχουμε πρόβλημα. Βαθύ πρόβλημα», εκτιμά διπλωμάτης της ΕΕ σε ενδεχόμενο νίκης του Τραμπ. «Αυτό το ανατρεπτικό στοιχείο θα είναι μεγάλο θέμα και ο απρόβλεπτος παράγων θα είναι τεράστιος», φοβάται.
Ο Σαρλ Μισέλ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου λέει στους FT ότι μια νίκη Τραμπ θα οδηγούσε σε «άμεσες αποφάσεις» τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ οι οποίες «θα είχαν άμεσο αντίκτυπο, τεράστιο αντίκτυπο βραχυπρόθεσμα στην Ευρώπη. Σίγουρα».
Ο Μισέλ πρόσθεσε: «Αν εκλεγεί ο Τραμπ, θα ήταν ένα πρόσθετο σήμα αφύπνισης ότι πρέπει να δράσουμε περισσότερο για να πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας».
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι φοβούνται ότι οι απειλές του Τραμπ για επιβολή δασμών, θα μπορούσαν να μειώσουν τις εξαγωγές της ΕΕ στις ΗΠΑ κατά περίπου 150 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Η επιτροπή που διαχειρίζεται την εμπορική πολιτική, έχει ήδη σχεδιάσει τη μια στρατηγική της: Να προσφέρει στον Τραμπ μια γρήγορη συμφωνία για αύξηση των εισαγωγών των ΗΠΑ στην ΕΕ και να καταφύγει σε στοχευμένα αντίποινα μόνο εάν εκείνος επιλέξει τιμωρητικούς δασμούς.
Ο φόβος για το ευρώ
Από την πλευρά της, η Goldman Sachs προέβλεψε αυτή την εβδομάδα ότι το ευρώ θα μπορούσε να υποχωρήσσει έως και 10% έναντι του δολαρίου εάν ο Τραμπ επιβάλει εκτεταμένους δασμούς και μειώσει τους εσωτερικούς φόρους.
Τη ίδια στιγμή, μελέτη του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου στην Κολωνία εκτιμά ότι ένας εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – ΕΕ θα μπορούσε να μειώσει το ΑΕΠ της Γερμανίας κατά 1,5%.
Η μεγαλύτερη κοντινή ανησυχία των αξιωματούχων της ΕΕ είναι το πώς θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν την Ουκρανία, εάν ο Τραμπ διακόψει τη ροή αμυντικής βοήθειας των ΗΠΑ που βοηθούσε καθοριστικά το Κίεβο στην αποτριοπή της ρωσικής εισβολής.
Η ΕΕ έχει παράσχει περισσότερη οικονομική στήριξη στην Ουκρανία από τις ΗΠΑ. Αλλά τα αμερικανικά αποθέματα όπλων και οι δυνατότητες της υπερδύναμης είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των ευρωπαϊκών χωρών. Αξιωματούχοι που γνωρίζουν τις συζητήσεις λένε ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο «στρατός» της ΕΕ να μπορεί να ανταποκριθεί σε όσα οι ΗΠΑ προσφέρουν.
Μπορεί η ΕΕ να πιέζει μόνη της τη Μόσχα;
Επιπλέον, οι αξιωματούχοι της ΕΕ ανησυχούν ότι μια κυβέρνηση Τραμπ θα άρει τις κυρώσεις στη Ρωσία. Και αυτό θέτει το εξής ερώτημα: Πόση οικονομική πίεση μπορεί να συντηρήσει η ΕΕ ενάνττια στη Μόσχα χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ; Ακόμη και αν η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλοι σύμμαχοι διατηρούσαν τις κυρώσεις σε ισχύ.
Χωρια που ο ο σκεπτικισμός του Τραμπ προς το ΝΑΤΟ έχει επίσης επιδεινώσει τους μακροχρόνιους φόβους για την εξάρτηση της Ευρώπης από τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ.
«Αυτή τη στιγμή διαφωνούμε μεταξύ μας για το πώς να συγκεντρώσουμε 100 δισεκατομμύρια ευρώ για τις ανάγκες της άμυνας και αν χρειαζόμαστε πραγματικά αυτό το ποσό», λέει ένας άλλος διπλωμάτης της ΕΕ, αναφερόμενος στη συζήτηση της Ενωσης. «Εάν κερδίσει ο Τραμπ, θα μιλάμε για 1 τρισεκατομμύριο ευρώ. Και τότε θα τα χρειαζόμαστε πραγματικά».
Οι συνομιλίες με την ΕΕ ενόψει πιθανής επιστροφής Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχουν ενταθεί τον τελευταίο μήνα.
Σε ετοιμότητα και το ΝΑΤΟ
Με τη σειρά τους, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ κάνουν επίσης υπολογισμούς και σκέψεις για το πώς θα ελαχιστοποιηθεί μια πιθανή τρικυμία και να αποσπάσουν από τον Τραμπ όσο το δυνατόν περισσότερη υποστήριξη για την Ουκρανία. Μια επιλογή θα ήταν να δοθεί στην Ατλαντική Συμμαχία μεγαλύτερος λόγος για τον συντονισμό της προμήθειας όπλων και την εκπαίδευση των ουκρανικών στρατευμάτων με σκοπό τη μείωση του άμεσου ελέγχου των ΗΠΑ και στα δύο ζητήματα.
Ο νέος γενικός γραμματέας της συμμαχίας Μαρκ Ρούτε, ο οποίος διατηρούσσε καλές σχέσεις με τον Τραμπ κατά την πρώτη θητεία του πρώην προέδρου, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το ΝΑΤΟ «δεν θα χάσει» την ενότητά του στο θέμα της Ουκρανίας.
Ωστόσο, ο Μισέλ είπε ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η Χάρις θα διατηρήσει την υπάρχουσα πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας, υποστηρίζοντας ότι και οι δύο υποψήφιοι πιθανότατα θα προσδιορίσουν την αμερικανική οικονομία ως βασική τους προτεραιότητα.
«Ίσως ο τόνος να είναι πιο ευγενικός, σε μια περίπτωση, λιγότερο ευγενικός σε μια άλλη, πιο βάναυσος σε μια περίπτωση, λιγότερο βάναυσος σε μια άλλη», είπε. «Αλλά το γεγονός είναι ότι υπάρχει μια τάση προστατευτισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες».
Με πληροφορίες από Financial Times