Σε ποιους στόχους στο Ιράν θα επιτεθεί το Ισραήλ; Θα πλήξει πετρελαϊκές ή πυρηνικές εγκαταστάσεις, αγνοώντας τις προτροπές του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν; Ή θα βομβαρδίσει κάποια κτίρια ή καταφύγια για να εξοντώσει ανώτατα στελέχη της ιρανικής ηγεσίας; Ίσως και τον 86χρονο πνευματικό ηγέτη Αλί Χαμενεΐ, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια πάλη για την εξουσία και γιατί όχι την ανατροπή του θεοκρατικού καθεστώτος;
Τα ερωτήματα πολλά, αλλά το βέβαιο είναι πώς το Ισραήλ δεν θα αφήσει αναπάντητη την πυραυλική επίθεση του Ιράν, κατά την οποία μάλιστα ο περίφημος «Σιδηρούς Θόλος» δεν αναχαίτισε αρκετούς πυραύλους, που έπληξαν στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Θεωρητικά, τέσσερις μπορεί να είναι οι στόχοι της κυβέρνησης Νετανιάχου: Οι βασικές δυνάμεις στήριξης του ιρανικού καθεστώτος , όπως οι Φρουροί της Επανάστασης, οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, και πετρελαϊκές και πυρηνικές τοποθεσίες.
Συνδυασμός στόχων
Για το Ισραήλ πάντως το ιδανικό θα ήταν ο συνδυασμός όλων των στόχων. Μια καταστροφική επίθεση στις πλατφόρμες πετρελαίου και στα διυλιστήρια θα έθετε την ιρανική οικονομία σε κρίση και όχι για σύντομο χρονικό διάστημα. Πέρυσι, το Ιράν είχε έσοδα περίπου 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το πετρέλαιο. Αν οι Ισραηλινοί στόχευαν τους τερματικούς σταθμούς, θα έβαζαν σε δύσκολη θέση ολόκληρη την οικονομία της χώρας. Θα σήμαινε μείωση του εξαγωγικού δυναμικού του κλάδου κατά 90%. Μια τέτοια επιχείρηση, θα γονάτιζε την οικονομία της χώρας. Χωρίς έσοδα από το πετρέλαιο και με δεδομένη την άσχημη οικονομική κατάσταση, ο ιρανικός πληθυσμός θα μπορούσε ακόμη και να επαναστατήσει, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στο καθεστώς.
Αλλά και χωρίς αυτά τα έσοδα, η Τεχεράνη δεν θα μπορεί να στηρίξει τους «αντιπροσώπους» της στην περιοχή-τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ, τους Χούθι, τις σιϊτικές πολιτιφυλακές στο Ιράκ και τη Συρία. Με περιορισμένους πόρους οι Αγιατολάχ θα έπρεπε να κάνουν μια επιλογή: να κοιτάξουν προς τα μέσα για να σώσουν το καθεστώς τους ή προς τα έξω.
Επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία
Το να επιτεθεί όμως το Ισραήλ σε μια πετρελαιοπαραγωγική χώρα που ελέγχει περίπου το 5% του αργού πετρελαίου παγκοσμίως, θα σήμαινε αύξηση της τιμής του βαρελιού, με αξιοσημείωτες συνέπειες και για την ευρωπαϊκή οικονομία. Οι αποδέκτες του ιρανικού πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν είναι βέβαια στη Δύση, λόγω του ευρωπαϊκού και του αμερικανικού εμπάργκο, αλλά πρώτα από όλα η Κίνα και η Ινδία. Εάν όμως η διαθεσιμότητα του πετρελαίου μειωθεί παγκοσμίως κατά 5%, οι μεγάλοι αγοραστές θα στραφούν σε άλλους και αυτό σημαίνει ότι οι διεθνείς τιμές θα αυξηθούν. Ορισμένοι ειδικοί εικάζουν ότι θα μπορούσε να φτάσει έως και τα 100 δολάρια το βαρέλι. Και αυτό χωρίς το Ιράν να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ για κάποιο διάστημα, που θα μπορούσε να εκτοξεύσει την τιμή του αργού ακόμη και στα 250 δολάρια το βαρέλι, ανατινάζοντας την παγκόσμια οικονομία.
Επίθεση στα πυρηνικά;
Μια επίθεση σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν ενδεχομένως επίσης να καθυστερούσε την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, αλλά θα οδηγούσε πιθανώς στη διασπορά ραδιενεργού υλικού που θα μπορούσε να επηρεάσει και τις γειτονικές αραβικές χώρες, με συνέπειες για το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν και τη Σαουδική Αραβία. Κίνδυνοι που πρέπει να αξιολογηθούν από το Ισραήλ και την Ουάσιγκτον.
Ο τρίτος στόχος θα ήταν να καταστραφούν οι ιρανικές στρατιωτικές βάσεις. Κάτι που απέδειξαν πώς μπορούν να το κάνουν οι Ισραηλινοί τον περασμένο Απρίλιο, όταν έπληξαν ρωσικές αντιαεροπορικές συστοιχίες πυραύλων, που προστάτευαν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Δύο χιλιάδες χιλιόμετρα που χωρίζουν το Ισραήλ και το Ιράν είναι πολλά και μόνο με τη βοήθεια των Αμερικανών και τον ανεφοδιασμό εν πτήσει των αεροσκαφών τους, οι Ισραηλινοί θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν επιχειρήσεις αυτού του τύπου. Τα ισραηλινά αεροσκάφη θα πρέπει επίσης να πετάξουν πάνω από την Ιορδανία, τη Σαουδική Αραβία, τη Συρία και το Ιράκ και οι κίνδυνοι δεν είναι αμελητέοι.
Κριτήριο οι αμερικανικές εκλογές
Στρατιωτικοί αναλυτές στην Ουάσιγκτον εκτιμούν πάντως ότι το Ισραήλ θα περιοριστεί αρχικά σε επιθέσεις χαμηλής έντασης και στη συνέχεια, μετά τις 5 Νοεμβρίου και τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές θα υπάρξει η καθοριστική απάντηση, με βάση βέβαια και το εκλογικό αποτέλεσμα.
Σύμφωνα, με τους Financial Times , το Ισραήλ και το Ιράν μόλις ανέλαβαν την ευθύνη για την «έκπληξη του Οκτωβρίου και ο Τραμπ θα μπορούσε να είναι ο μεγάλος ωφελημένος».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη βοηθήσει στην αποτροπή της επίθεσης του Ιράν» και, σε περίπτωση επίθεσης από τον ισραηλινό σύμμαχό τους, «θα είναι δύσκολο για αυτούς να μείνουν μακριά», εκτιμά η Haaretz.
O Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου μπορεί κάλλιστα να πέτυχε να παρασύρει τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και το Ιράν σε μια «παγίδα». Για τη Δημοκρατική υποψήφια Κάμαλα Χάρις, ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι πολιτικός.