Ο υποψήφιος αντιπρόεδρος των Ρεπουμπλικάνων, Τζέι Ντι Βανς, αποκάλεσε την Κάμαλα Χάρις και άλλες γυναίκες, στελέχη των Δημοκρατικών «ένα μάτσο άτεκνες γατομάνες που μιζεριάζουν στη ζωή τους”.
Μια γυναίκα χωρίς βιολογικά παιδιά διεκδικεί υψηλά πολιτικά αξιώματα, και φυσικά αυτή η ιδιότητα θα χρησιμοποιηθεί κάποια στιγμή εναντίον της. Η Κάμαλα Χάρις, στο σύντομο χρονικό διάστημα από την ανάδειξή της ως υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία των ΗΠΑ, έχει υποστεί κριτική για το γεγονός ότι δεν έχει δικά της παιδιά (έχει υιοθετήσει, αλλα αυτό δεν μετράει). Ο συντηρητικός δικηγόρος Will Chamberlain έγραψε στο X ότι η Harris «δεν θα έπρεπε να είναι πρόεδρος»
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα έντονη τάση στις ΗΠΑ, με ένα δεξιό κίνημα που έχει εμμονή με την αναπαραγωγή των γυναικών. γράφει στον Guardian η αρθρογράφος Nesrine Malik.
«Εγώ έχω παιδιά που θα κάνουν παιδιά …»
«Ποιος μπορεί να ξεχάσει την Andrea Leadsom, κατά τη διάρκεια των εκλογών για την ηγεσία του Συντηρητικού κόμματος το 2016, να λέει ότι η Theresa May μπορεί να έχει ανίψια αλλά «εγώ έχω παιδιά που θα κάνουν παιδιά … που θα είναι μέρος του τι θα συμβεί στο μέλλον» αναφέρει η Malik, και συνεχίζει:
Πρόκειται για ένα επιχείρημα το οποίο υποκρύπτει μια ενστικτώδη απέχθεια στην ιδέα ότι μια γυναίκα που δεν έχει παιδί είναι δυνατό να αποκτήσει οποιαδήποτε αξιοπιστία ή ιδιότητα.
Η ενόχλησή του Βανς είναι μια πολιτική τάση που επιμένει και διαρκεί. Θέτει διαρκώς το ζήτημα των γυναικών που δεν έχουν παιδιά, ιδίως όταν αυτές εξελίσσονται στον επαγγελματικό στίβο.
Η δημόσια σφαίρα αποτελεί χώρο για την απάντηση αυτής της ερώτησης. Οι γυναίκες διατυπώνουν ένα είδος έκκλησης να τις αφήσουν ήσυχες, στις επίμονες συζητήσεις σχετικά με το πώς κατέληξαν στην απόφαση να μην κάνουν παιδιά, ή γιατί είναι ικανοποιημένες που δεν έκαναν παιδιά, ή σχετικά με την αμφισβήτησή τους απέναντι στην απόκτηση παιδιών.
Πίσω από όλα αυτά κρύβεται μια κλασική αδυναμία της παλιάς σχολής να διανοηθεί τις γυναίκες εκτός της μητρότητας.
Τι σημαίνει η άρνηση της μητρότητας για τις καπιταλιστικές κοινωνίες
Ένας λόγος αυτής της επιμονής, είναι ότι η απόσυρση των γυναικών από τη μητρότητα στις καπιταλιστικές κοινωνίες – με τις ανεπαρκώς χρηματοδοτούμενες δημόσιες παροχές για τη γονική υποστήριξη – επιβάλλει ερωτήματα σχετικά με την άδικη, μη αναγνωρισμένη οικονομικής προσφοράς των γυναικών.
Μια γυναίκα που δεν γεννάει παιδιά είναι μια γυναίκα που δεν θα μείνει ποτέ στο σπίτι και δεν θα παρέχει μη αμειβόμενη φροντίδα. Είναι λιγότερο πιθανό να κρατηθεί εντός της οικογένειας και να επεκτείνει τη φροντίδα της σε ηλικιωμένους συγγενείς ή στα παιδιά άλλων συγγενών. Δεν μπορεί να αποτελέσει στήριγμα της καριέρας και των κοινωνικών απαιτήσεων του άνδρα συντρόφου.
Η μητέρα είναι μια εναλλακτική λύση, μια αιωρούμενη εργαζόμενη, το τζόκερ.
Κενό στις «δωρεάν» υπηρεσίες
Η μη μητρότητα δημιουργεί ένα κενό για αυτές τις «δωρεάν» υπηρεσίες, από τις οποίες εξαρτώνται οι κοινωνίες που οργανώνονται όλο και περισσότερο γύρω από τις πυρηνικές οικογένειες και τα ελάχιστα επιδοτούμενα εισοδήματα. Η έλλειψη γονικής άδειας, παιδικής μέριμνας και φροντίδας ηλικιωμένων θα γινόταν βαθιά ορατή – «αποπροσανατολιστική και ενοχλητική» – αν αυτή η «υπηρεσία» γυναικών εξαφανιζόταν.
«Η μητρότητα», γράφει η συγγραφέας Helen Charman στο νέο της βιβλίο Mother State» είναι μια πολιτική κατάσταση. Η ανατροφή, η φροντίδα, η δημιουργία της ανθρώπινης ζωής -όλοι οι άμεσοι συσχετισμοί με τη μητρότητα- έχουν να κάνουν περισσότερο με την εξουσία, το καθεστώς και τη διανομή των πόρων … απ’ ό,τι θέλουμε να παραδεχτούμε. Διότι η ανατροφή των παιδιών είναι το θεμελιώδες έργο της κοινωνίας και, από την κύηση και μετά, κατανέμεται άνισα».
Η μητρότητα, με άλλα λόγια, γίνεται μια οικονομική εισφορά, ένα δημόσιο αγαθό, κάτι για το οποίο γίνεται λόγος σαν μη αφορά τις ίδιες τις γυναίκες. Τα στοιχεία για τη μείωση των γεννήσεων προκαλούν σχόλια από τον Elon Musk («εξαιρετικά ανησυχητικό!!»).
Η μη απόκτηση παιδιών ανάγεται σε εντελώς προσωπικά κίνητρα – εγωισμός, παραπλάνηση από την ψεύτικη υπόσχεση της ελευθερίας, έλλειψη αξιών και προνοητικότητας, ανευθυνότητα – και όχι σε αντικειμενικές συνθήκες: της ανάγκης για οικονομικά προσιτή φροντίδα των παιδιών, της έλλειψης δικτύων υποστήριξης, των ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας και του κινδύνου της επαγγελματικής λήθης που συχνά επιφέρει η μητρότητα, δημιουργώντας έτσι εξαρτήσεις από τους συντρόφους.
Για να το θέσουμε ευγενικά, είναι συνθήκες που πρέπει να ληφθούν υπόψη από μία γυναίκα κατά την είσοδό της σε μία κατάσταση από την οποία δεν υπάρχει επιστροφή.
naftemporiki.gr