Έχει καμία τύχη η Κάμαλα Χάρις απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ; Το ερώτημα αυτό απασχολεί πλέον την Αμερική (και όχι μόνο), καθώς η αποσυρθείς από την «κούρσα» Τζο Μπάιντεν επέλεξε να στηρίξει την αντιπρόεδρό του ως υποψήφια των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Αν και τυπικά η 59 χρονη Κάμαλα Χάρις δεν έχει εξασφαλίσει ακόμη το χρίσμα, θεωρείται ως η μόνη αναγνωρίσιμη Δημοκρατική πολιτικός σε όλες τις αμερικανικές πολιτείες, γεγονός που της δίνει προβάδισμα έναντι άλλων κυβερνητών ή γερουσιαστών που είναι γνωστοί μόνο σε τοπικό, πολιτειακό επίπεδο.
Ηδη το Χόλιγουντ έχει ταχθεί μαζικά υπέρ της αντιπροέδρου, ενώ η Washington Post αποκάλυψε ότι στο παρελθόν ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποστηρίξει με δωρεές ύψους 6.000 δολαρίων την Κάμαλα Χάρις μεταξύ 2011 και 2013 όταν είχε θέσει υποψηφιότητα για τη γενική εισαγγελία της Καλιφόρνια. Η κόρη του Τραμπ, Ιβάνκα είχε επίσης δωρίσει 2.000 δολάρια στην εκστρατεία για την επανεκλογή της Χάρις ως Γενικής Εισαγγελέως το 2014.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν βέβαια ότι αν τελικά η Καμαλα Χάρις επιβεβαιωθεί ως υποψήφια για τον Λευκό Οίκο (ήδη εξασφάλισε στήριξη – μη δεσμευτική – από τους εκλέκτορες που απαιτούνται για το χρίσμα), θα μπορούσε να έχει καλύτερες επιδόσεις από τον Τζο Μπάιντεν, αλλά και πάλι ο Τραμπ προηγείται σημαντικά. Όπως είπε και ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, «οι Δημοκρατικοί πλέουν σε αχαρτογράφητα νερά τις επόμενες ημέρες. Αλλά έχω εξαιρετική πεποίθηση ότι οι ηγέτες του κόμματός μας θα μπορέσουν να δημιουργήσουν μια διαδικασία από την οποία θα αναδειχθεί ένας τρομερός υποψήφιος».
Ο Ομπάμα απέφυγε να στηρίξει αμέσως τη Χάρις, καθώς για πολλούς είναι πολύ αμφίβολο αν θα μπορέσει να νικήσει τον Τραμπ, ούσα η πιο «αόρατη», μέχρι χθες, αντιπρόεδρος στην ιστορία της Αμερικής».
Ωστόσο η ψήφος για τη Χάρις δεν θα είναι μόνο για τον Λευκό Οίκο, αλλά και για την ιδεολογία του Δημοκρατικού κόμματος. Ώστε οι Δημοκρατικοί να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το ακαταμάχητο υπερ-συντηρητικό κύμα, του οποίου ηγείται σήμερα ο Τραμπ.
Ρεπουμπλικανικός φόβος
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής της Νότιας Καρολίνα, Λίντσεϊ Γκράχαμ προειδοποίησε σε τηλεοπτική συνέντευξη ότι οι συντηρητικοί πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για μια «εντελώς διαφορετική κούρσα», αν Χάρις, την οποία περιέγραψε ως «δυναμική» υποψήφιο, πάρει τελικά το χρίσμα.
Πολλοί Ρεπουμπλικάνοι φοβούνται ότι αν ο Τραμπ την αντιμετωπίσει με ρατσιστικά και «μισο-γυνικά» σχόλια σε οποιαδήποτε συζήτηση ή συγκέντρωση και πει κάτι άσχημο για τη Χάρις κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, μπορεί να αλλάξει εντελώς το κλίμα. Προτιμούν λοιπόν να διαδίδουν ότι η Χάρις είναι πιο κοντά από πολιτική άποψη στον κεντρο-αριστερό Μπέρνι Σάντερς , παρά στον Τζο Μπάιντεν.
Για τους Ρεπουμπλικάνους υπάρχει ο πρόσθετος φόβος ότι η Χάρις ως κόρη Ινδής και Τζαμαϊκανού πατέρα, ανήκει σε δύο μειονότητες.
Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο Χάρις θα μπορούσε μάλιστα να αναζωογονήσει τις δημοκρατικές ομάδες των οποίων ο ενθουσιασμός για τον Μπάιντεν είχε εξασθενίσει, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, των μαύρων και των Ασιατών ψηφοφόρων. Το τσιτάτο μεταξύ των αρθρογράφων που υπερασπίζονται τη Χάρις είναι ότι μπορεί «να ενεργοποιήσει τη βάση» και να κάνει πολλούς πρώην Δημοκρατικούς, να «επιστρέψουν στο μαντρί». Υπέρ της Χάρις έχουν ταχθεί άλλωστε και σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες στις ΗΠΑ, όπως ο Ρίντ Χόφμαν , συνιδρυτής του LinkedIn , αλλά και ο «φιλελεύθερος» μεγιστάνας Τζορτζ Σόρος , με την ανακοίνωση του γιου του Άλεξ λίγες ώρες μετά την αποχώρηση του Μπάιντεν: « Είναι ώρα να ενωθούμε όλοι γύρω από την Καμάλα Χάρις και να νικήσουμε τον Ντόναλντ Τραμπ. Είναι η καλύτερη και πιο ικανή υποψήφια που έχουμε. Ζήτω το αμερικανικό όνειρο», έγραψε στο Twitter ο γιος του ουγγρικής καταγωγής μεγαλοεπιχειρηματία.
Μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας της Κάμαλα Χάρις, επίσης, συγκεντρώθηκαν 81 εκατομμύρια δολάρια σε δωρεές για την προεκλογική της εκστρατεία.