Στο Ηνωμένο Βασίλειο, έως και 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας κινδυνεύουν λόγω της τεχνητής νοημοσύνης, αν δεν υπάρξει κυβερνητική παρέμβαση, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Δημόσιας Πολιτικής (IPPR).
«Ήδη, το 11% των θέσεων εργασίας στη Βρετανία έχει αντικατασταθεί από την Τεχνητή Νοημοσύνη: Πρόκειται για τις λεγόμενες «γνωστικές εργασίες ρουτίνας», όπως η διαχείριση βάσεων δεδομένων, για παράδειγμα.
Οι λεγόμενες εργασίες back office και όσες εκτελούνται από τα λεγόμενα “πρώτα επίπεδα” θα κινδύνευαν περισσότερο επειδή εκτίθενται πιο εύκολα στον αυτοματισμό. Οι γυναίκες και οι νέοι επίσης, είναι οι κοινωνικές κατηγορίες που επηρεάζονται περισσότερο.
Ωστόσο, το ποσοστό των μορφών εργασίας που επηρεάζονται από την εισαγωγή αυτής της τεχνολογίας θα μπορούσε να αυξηθεί έως και 59%, προειδοποιεί το IPPR, εάν οι εταιρείες αποφασίσουν να ενσωματώσουν αυτή την τεχνολογία πιο βαθιά.
Πολλά θα εξαρτηθούν από τις πολιτικές που θα αποφασίσουν να εφαρμόσουν οι κυβερνήσεις. Μεταξύ των μέτρων που προτείνει το think tank είναι η υποστήριξη για «πράσινες» θέσεις εργασίας, λιγότερο εκτεθειμένες στον αυτοματισμό, μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, όπως φορολογικά κίνητρα ή επιδοτήσεις, για την ενθάρρυνση της αύξησης των θέσεων εργασίας και όχι για την πλήρη μεταφορά τους.
Μεγάλες ανατροπές στην αγορά εργασίας
Σύμφωνα με το IPPR, χωρίς κρατική παρέμβαση και με τις εταιρείες να τα βγάζουν πέρα μόνες τους, τα χειρότερα σενάρια , μπορεί να γίνουν μια πραγματική πιθανότητα. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο του IPPR Κάρστεν Γιουνγκ, «στην υπάρχουσα μορφή της, η γενετική τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγάλες διαταραχές στην αγορά εργασίας, αλλάζοντας δραματικά το παιχνίδι για εκατομμύρια εργαζόμενους.»
Η τεχνητή νοημοσύνη έχει πυροδοτήσει μάλιστα και συζητήσεις σχετικά με το ρόλο της στην αντικατάσταση του ανθρώπινου ταλέντου.
Παρά τις επαναστατικές εξελίξεις όμως στην τεχνητή νοημοσύνη, οι άνθρωποι διαθέτουν εγγενείς ιδιότητες που τους καθιστούν αναντικατάστατους. Πάνω απ` όλα η δημιουργικότητα, η δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να σκέφτεται “out of the box”, να βρίσκει καινοτόμες λύσεις, με κριτική σκέψη.
Η τεχνητή νοημοσύνη, ενώ είναι ικανή να επεξεργάζεται τεράστιες ποσότητες δεδομένων και να αναγνωρίζει μοτίβα, στερείται των δημιουργικών και ευφάνταστων ικανοτήτων των ανθρώπων.
Η δημιουργικότητα άλλωστε είναι αυτή που κάνει τις εφευρέσεις. Μέσω της ανθρώπινης εφευρετικότητας, καρποφορούν οι πρωτοποριακές ιδέες και οι ανακαλύψεις.
Συναισθηματική νοημοσύνη
Επιπλέον, ένα άλλο καθοριστικό χαρακτηριστικό του ανθρώπινου ταλέντου είναι η συναισθηματική νοημοσύνη- η κατανόηση και η ενσυναίσθηση, η αποτελεσματική επικοινωνία και η οικοδόμηση ουσιαστικών σχέσεων. Κάτι που είναι μια κρίσιμη πτυχή πολλών επαγγελμάτων.
Η τεχνητή νοημοσύνη, με τους αλγόριθμους και τη μηχανική της μάθηση, μπορεί να προσομοιώνει συναισθήματα σε κάποιο βαθμό, αλλά στερείται του βάθους και της διαίσθησης που φέρνουν οι άνθρωποι στις διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις.
Οι αλγόριθμοι μπορεί να αναλύουν ιστορικά δεδομένα, τα οποία όμως εμπεριέχουν τον κίνδυνο να βασίζονται σε προκαταλήψεις και να ενισχύουν τις υπάρχουσες ανισότητες. Εάν αφεθούν ανεξέλεγκτοι οι αλγόριθμοι, αυτό θα μπορούσε να διαιωνίσει τις διακρίσεις και τον αποκλεισμό, ενισχύοντας τα ελαττώματα της κοινωνίας μας.
Το ανθρώπινο ταλέντο, με την ηθική του πυξίδα και την ικανότητά του για ενσυναίσθηση, διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στον μετριασμό τέτοιων προκαταλήψεων και στη διασφάλιση της δικαιοσύνης στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Φυσικά, η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ανθρώπινο ταλέντο, αλλά μπορεί αναμφίβολα να το ενισχύσει και να το αυξήσει. Η τεχνητή νοημοσύνη υπερέχει στην εκτέλεση επαναλαμβανόμενων τυπικών εργασιών, απελευθερώνοντας το ανθρώπινο ταλέντο ώστε να επικεντρωθεί σε πιο περίπλοκες και δημιουργικές προσπάθειες.
Για παράδειγμα, τα διαγνωστικά συστήματα που λειτουργούν με τεχνητή νοημοσύνη στην υγειονομική περίθαλψη μπορούν να αναλύσουν ιατρικές εικόνες και δεδομένα για τον εντοπισμό πιθανών ασθενειών. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους επαγγελματίες του ιατρικού τομέα να κάνουν πιο ακριβείς διαγνώσεις και να παρέχουν εξατομικευμένες θεραπείες, βελτιώνοντας τελικά τη φροντίδα των ασθενών.
Στον τομέα της εξυπηρέτησης πελατών, τα chatbot που λειτουργούν με τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να χειριστούν αποτελεσματικά τα ερωτήματα ρουτίνας, επιτρέποντας στους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν πιο περίπλοκα και διαφοροποιημένα ζητήματα των πελατών.
«Η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απειλή, αλλά ο τρόπος που τη χρησιμοποιούμε μπορεί να καταστεί», προειδοποιεί ο ερευνητής Ματ Μπιν από το πανεπιστήμιο Σάντα Μπάρμπαρα της Καλιφόρνια. «Υπάρχει κίνδυνος οι γνώσεις που έχουν αποκτήσει οι εργαζόμενοι να μην μεταφερθούν στην επόμενη γενιά και συνεπώς να χαθούν μακροπρόθεσμα.
Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στον κόσμο της εργασίας μπορεί επίσης να θέσει σε κίνδυνο τη μεταφορά γνώσεων και δεξιοτήτων στις επόμενες γενιές», λέει ο Μπιν στο τελευταίο βιβλίο του με τίτλο: «The Skill Code: How to Save Human Ability in a Age of Intelligent Machines».
«Σκιώδης μάθηση»
Στέλεχος στον τομέα της τεχνολογίας ο Ματ Μπιν, έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία μελετώντας και δουλεύοντας με έξυπνες μηχανές. Σε ένα από τα πρώτα του έργα, πέρασε εκατοντάδες ώρες παρατηρώντας χειρουργικές επεμβάσεις και πραγματοποιώντας συνεντεύξεις σε νοσοκομεία στις ΗΠΑ για να καταλάβει πώς η εισαγωγή των ρομπότ επηρέαζε τη χειρουργική εκπαίδευση και γνώση των βοηθών των χειρουργών.
«Είναι προφανές ότι ο επικεφαλής χειρουργός ελέγχει το ρομπότ και ο ασκούμενος έχει γίνει εντελώς προαιρετικός, παρατηρώντας συχνά τη διαδικασία μόνο σε μια οθόνη», λέει. Πρόκειται για μια δραστική αλλαγή σε σύγκριση με παλιότερα, στην οποία ο ασκούμενος βοηθούσε τον ανώτερο χειρουργό σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Όπου υπάρχει φως, υπάρχει και σκιά. Η τεχνητή νοημοσύνη αυξάνει την παραγωγικότητα των ειδικών, αλλά εμποδίζει την ανάπτυξη δεξιοτήτων μεταξύ των νέων επαγγελματιών. Κινδυνεύει η μεταφορά γνώσης, λόγω μιας «σκιώδους μάθησης».
«Το να βλέπεις ταινίες δεν σε κάνει ηθοποιό», λέει ο Αμερικανός ερευνητής και συνιστά: Τα νεαρά ταλέντα δε πρέπει απλά να παρατηρούν, αλλά να συμμετέχουν ενεργά στη δουλειά. Το πρόβλημα δεν είναι η τεχνολογία, αλλά το πώς χρησιμοποιείται.