Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανέστειλε την παράδοση χιλιάδων βομβών ακριβείας στο Ισραήλ, μήπως ανακόψει την προαναγγελθείσα χερσαία επέμβαση στη Ράφα. Ακόμα κι αν το μέτρο αυτό δεν θα έχει σοβαρές συνέπειες για την ισραηλινή πολεμική μηχανή βραχυπρόθεσμα, είναι ένα ισχυρό μήνυμα, που δόθηκε μετά την απόφαση του Τελ Αβίβ να στείλει τανκς στη Ράφα και να πάρει τον έλεγχο της τελευταίας διάβασης που συνδέει την περιοχή της Γάζας με τον έξω κόσμο.
Η ισραηλινή προέλαση στη Ράφα ανησυχεί την Ουάσιγκτον. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δεν θέλει την κλιμάκωση του πολέμου στη Γάζα. Όμως ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν φαίνεται να ακούει πια τον Αμερικανό πρόεδρο.
Ο Τζο Μπάιντεν καταδίκασε βέβαια ξεκάθαρα, σε ομιλία του στην Ουάσιγκτον την αύξηση των αντισημιτικών εκδηλώσεων στις ΗΠΑ. Πάρα πολλοί άνθρωποι «αρνούνται, ευτελίζουν, εκλογικεύουν και αγνοούν τη φρίκη του Ολοκαυτώματος και της 7ης Οκτωβρίου», είπε ο Μπάιντεν. «Αυτό είναι απολύτως απεχθές και πρέπει να σταματήσει».
Με ηχηρό τρόπο, ο Αμερικανός πρόεδρος θέλησε να γεφυρώσει τις ρωγμές στην αμερικανο-ισραηλινή σχέση. Οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται όμως όλο και πιο πολύ και μάλιστα δημοσίως για σαμποτάζ στην εξεύρεση λύσης στον πόλεμο στη Γάζα.
Ισραηλινοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν πρόσφατα την κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον ότι τους κρατά στο σκοτάδι σχετικά με τη θέση της Χαμάς στις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός. Ο Λευκός Οίκος απέρριψε αυτούς τους ισχυρισμούς. «Ουδείς στην Ουάσιγκτον έκρυψε κάτι από τους Ισραηλινούς», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Μπάιντεν, Τζον Κίρμπι.
Στον αέρα οι διαπραγματεύσεις
Η ισραηλινή επιχείρηση στη Ράφα απειλεί να τινάξει στον αέρα μήνες και μήνες μυστικών συνομιλιών για την απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων που κρατά η Χαμάς και την επίτευξη εκεχειρίας. Οι Αμερικανοί βλέπουν όμως ότι ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν ήθελε τη συμφωνία και δεν περίμενε κανενός είδους «ναι» από τη Χαμάς, ούτε καν στο αναθεωρημένο, πιο φιλο-ισραηλινό, προσχέδιο.
Για τους Αμερικανούς, είναι σαφές ότι μια ισραηλινή επίθεση στη Ράφα θα υπονόμευε τελεσίδικα τις προσπάθειες του υπουργού Εξωτερικών, Αντονι Μπλίνκεν που έχει κάνει 7 ταξίδια στη Μέση Ανατολή από την έναρξη του πολέμου. Αλλά και τη μυστική διπλωματία του επικεφαλής της CIA, Ουίλλιαμ Μπερνς-του ανθρώπου για τις πιο δύσκολες αποστολές, για τον Τζο Μπάιντεν.
Για πρώτη φορά από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα, ο Μπερνς έφτασε στο Ισραήλ, μετά την Αίγυπτο και το Κατάρ, σε μια ύστατη προσπάθεια να πείσει την κυβέρνηση Νετανιάχου να μην συνεχίσει τη χερσαία εισβολή στη Ράφα. Σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ο Μπερνς κατέστησε σαφές στους Ισραηλινούς συνομιλητές του ότι μια ολομέτωπη επίθεση στη Ράφα θα έβαζε «φωτιά» στον Αραβικό κόσμο. Ταυτόχρονα όμως, θα επιδείνωνε επίσης τα ήδη σοβαρά εκλογικά προβλήματα του προέδρου Μπάιντεν, που βλέπει μεγάλο μέρος των νέων Αμερικανών να απομακρύνεται από τους Δημοκρατικούς, λόγω της απεριόριστης στήριξης στο Ισραήλ.
Συνέχιση του πολέμου
Ο Μπάιντεν φαίνεται πάντως ακόμα να πιστεύει ότι μπορεί να πείσει τον Νετανιάχου να διορθώσει την πορεία του. Δεν θέλει να ρισκάρει μια πλήρη ρήξη με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ. Αυτός είναι επίσης ο λόγος που ο εκπρόσωπός του Τζον Κίρμπι διαβεβαίωσε ότι η ισραηλινή προέλαση στη Ράφα ήταν μόνο «μια επιχείρηση περιορισμένη σε χρόνο και χώρο».
Αλλά η πολιτική του Νετανιάχου εστιάζεται στη συνέχιση του πολέμου. Για τον ισραηλινό πρωθυπουργό ο πόλεμος είναι συνδεδεμένος με την πολιτική του επιβίωση. Η εισβολή στη Ράφα, δεν ήταν απλώς μια στρατιωτική επιχείρηση. Συνιστά επίσης προσβολή για την κυβέρνηση των ΗΠΑ, τον σημαντικότερο διεθνή εταίρο του Ισραήλ. Έτσι περιγράφουν Αμερικανοί αξιωματούχοι, που δεν θέλησαν να κατονομαστούν, τη διάθεση στην Ουάσιγκτον όσον αφορά τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. «Η πραγματική εισβολή παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα, καθώς ο Νετανιάχου δεν θέλει να προχωρήσει σε μια κάθετη ρήξη με τις Ηνωμένες Πολιτείες», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Από την άλλη, όμως, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έδειξε έτσι στους οπαδούς τους και στην άκρα δεξιά που στηρίζει την κυβέρνησή του «την αποφασιστικότητά του να τηρήσει τις υποσχέσεις του για δράση ενάντια στο τελευταίο προπύργιο της Χαμάς».
«Υστερία» Νετανιάχου
Είναι προφανές ότι η κίνηση των τανκς στη Ράφα στοχεύει στην υπονόμευση των διαπραγματεύσεων, καθώς η Χαμάς έχει δηλώσει πολλές φορές ότι μια τέτοια επίθεση θα οδηγούσε σε ανάφλεξη. Οπως γράφει ο Γιόσι Βέρτερ στη Haaretz, «αφού ο Νετανιάχου έκανε τα πάντα, με δημόσιες δηλώσεις και μυστικούς ελιγμούς, για να τινάξει στον αέρα τις διαπραγματεύσεις, ειδικά τις τελευταίες μέρες που επρόκειτο να ολοκληρωθούν οι συνομιλίες στο Κάιρο, έστειλε τα τανκς στη Ράφα».
«Η κατάληψη από τον Ισραηλινό στρατό του μεθοριακού σταθμού της Ράφα φαίνεται να προκύπτει περισσότερο από υστερία ,παρά από ξεκάθαρη απόφαση, καθώς ο πρωθυπουργός δυσκολεύτηκε να απορρίψει την πρόταση εκεχειρίας που αποδέχθηκε η Χαμάς. Κι αυτό γιατί η αιγυπτιακή φόρμουλα είχε προηγουμένως λάβει έγκριση από το Ισραήλ και το σχέδιο που αποδέχθηκε η Χαμάς, που αναπτύχθηκε σε συμφωνία με το Κάιρο και την Ουάσιγκτον, παρουσιάζει ελάχιστες αλλαγές σε σχέση με το προηγούμενο».
Μια «υστερία» που υπαγορεύεται και από τη δέσμευση που επέδειξαν οι ΗΠΑ να επιτύχουν το αποτέλεσμα, παρά την ισραηλινή αντίσταση. «Το δίλημμα του Νετανιάχου»,γράφει ο Ανσελ Πφέφερ στη Haaretz , είναι πώς «θα προσπαθήσει να πουλήσει τη συμφωνία στους ακροδεξιούς εταίρους του και τη βάση του. Ένα έργο σχεδόν αδύνατο».
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός πρέπει να επιλέξει ποιον θα ευχαριστήσει : Τον Μπάιντεν ή τον ακροδεξιό υπουργό του, Μπεν-Γκβίρ, που μπορεί να ανατρέψει την κυβέρνηση.
Ο Νετανιάχου θα κάνει βέβαια τα πάντα για να μην χρειαστεί να διαλέξει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορούμε να περιμένουμε ότι οι συνομιλίες στο Κάιρο θα συνεχιστούν όσο το δυνατόν περισσότερο, ενώ ο Νετανιάχου θα προσπαθεί να αναβάλει το αναπόφευκτο».