Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν και ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ συναντήθηκαν στο Πεκίνο στο πλαίσιο των προσπαθειών για τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, σε ένα υψηλής σημασίας τετ-α-τετ.
Ο Σι είπε στον Μπλίνκεν ότι η Κίνα και οι ΗΠΑ πρέπει να είναι «εταίροι, όχι αντίπαλοι» και να αποφεύγουν να εμπλέκονται σε «φαύλο ανταγωνισμό». Νωρίτερα, ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι προειδοποίησε νωρίτερα τον Μπλίνκεν να μην πατήσει στις «κόκκινες γραμμές» της Κίνας.
Η σχέση Κίνας-ΗΠΑ αρχίζει να σταθεροποιείται, αλλά εξακολουθεί να δοκιμάζεται από «αρνητικούς παράγοντες», πρόσθεσε.
Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, στη δεύτερη επίσκεψή του στην Κίνα μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο, είπε ότι το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον έχουν κοινή ευθύνη να προχωρήσουν τους δεσμούς τους με «ενεργό διπλωματία», ενώ ζήτησε να υπάρχει σαφής συνεννόηση προς… «αποφυγήν παρεξηγήσεων».
Το ταξίδι του έρχεται λίγες μέρες αφότου οι ΗΠΑ ψήφισαν νόμο που θα ανάγκαζε την κινεζικής ιδιοκτησίας TikTok να πουλήσει την εφαρμογή βίντεο ή να απαγορευτεί στην Αμερική. Επίσης, την περασμένη εβδομάδα, η Ουάσιγκτον ενέκρινε το τελευταίο πακέτο βοήθειας που περιλάμβανε στρατιωτική βοήθεια στην Ταϊβάν, προκαλώντας έντονη κριτική από το Πεκίνο
Οι σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ έχουν σημειώσει κάποια πρόοδο κατά τους μήνες που πέρασαν από τη συνάντηση του Σι με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν τον περασμένο Νοέμβριο, αναγνώρισε ο Κινέζος ηγέτης, αλλά δήλωσε ότι «υπάρχουν ακόμη πολλά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν».
«Υπάρχει ακόμη περιθώριο για περαιτέρω προσπάθειες», είπε απευθυνόμενος στον Μπλίνκεν.
«Κύριε υπουργέ, αυτή η επίσκεψη καθορίστηκε κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής μου επικοινωνίας με τον πρόεδρο Μπάιντεν πριν από μερικές εβδομάδες και ελπίζω ότι πραγματοποιείτε ένα ταξίδι που θα αξίζει τον κόπο», είπε.
Ο Σι και ο Μπάιντεν συναντήθηκαν για τελευταία φορά τον Νοέμβριο στην περιοχή του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο στο περιθώριο της διάσκεψης για την Οικονομική Συνεργασία Ασίας-Ειρηνικού. Ήταν η δεύτερη εκ του σύνεγγυς συνάντησή τους κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζο Μπάιντεν.