Τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Αμυντικού Ταμείου Άμυνας για την αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών της ΕΕ, πρότεινε ο Υπατος Αρμοστής για την εξωτερική πολιτική, Τζόζεπ Μπορέλ, μιλώντας στο Φόρουμ Νέων Οικονομιών, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες.
«Πρόκειται για ένα νέο διακυβερνητικό χρηματοοικονομικό εργαλείο, ας το ονομάσουμε Ευρωπαϊκό Αμυντικό Μηχανισμό, σαν τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), που δημιουργήσαμε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008 για να στηρίξουμε ορισμένα κράτη μέλη, που υπέφεραν τότε από αυτήν την οικονομική κρίση», εξήγησε ο Μπορέλ.
Ο στόχος, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, είναι η δημιουργία ενός διακυβερνητικού χρηματοοικονομικού φορέα για την προώθηση της βιομηχανίας ασφάλειας και άμυνας.
Η Ευρώπη επανεξετάζει τη στρατηγική της για την ασφάλεια, σε ένα πλαίσιο αυξανόμενης γεωπολιτικής έντασης, καθώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει φέρει τον πόλεμο προ των πυλών της.
Η συζήτηση βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα, αλλά η διαμάχη για το θέμα της χρηματοδότησης της νέας ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής, αποτελεί «αγκάθι».
Στη σύνοδο κορυφής του Μαρτίου, κάποιοι ηγέτες πρότειναν την έκδοση ευρωομολόγων για τη χρηματοδότηση των νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων, αλλά το θέμα παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες.
Η μόνη συμφωνία που υπάρχει είναι η εντολή στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να αναθεωρήσει τη δανειοδοτική της πολιτική και να ανοιχτεί στη χρηματοδότηση και αμυντικών έργων, χωρίς ταυτόχρονα και πολιτικούς σκοπούς.
«Η Ευρώπη σε κίνδυνο»
Ο Μπορέλ στην ομιλία του, προειδοποίησε ότι ένας πόλεμος «δεν είναι πλέον φαντασίωση, καθώς η Ευρώπη βρίσκεται σε κίνδυνο» και, για το λόγο αυτό, η οικοδόμηση μιας αμυντικής στρατηγικής έχει γίνει θέμα προτεραιότητας.
«Ο πόλεμος είναι εκεί, δεν πρόκειται να ξεκινήσει αύριο, αλλά είναι πραγματικότητα», τόνισε ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, προσθέτοντας ότι η ΕΕ «έχει παραμελήσει τα θέματα ασφάλειας και άμυνας μετά την κρίση του ευρώ».
Η Κομισιόν θέλει πάντως να ενισχύσει μαζικά την αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης, καλώντας τα κράτη μέλη να αγοράζουν πολύ περισσότερα οπλικά συστήματα από εταιρείες της ΕΕ ,από ό,τι εκτός ΕΕ.
Από την έναρξη της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, οι χώρες της ΕΕ έχουν αγοράσει το 78% του στρατιωτικού τους εξοπλισμού από εταιρείες εκτός ΕΕ, με το 63% μόνο από τις ΗΠΑ.
Μεταξύ 2017 και 2023, η αμυντική αγορά της ΕΕ αυξήθηκε κατά 64%, αλλά το εμπόριο οπλικών συστημάτων μεταξύ των κρατών της ΕΕ αντιπροσωπεύει μόνο ένα ασήμαντο 15%.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, αυτό πρέπει να αλλάξει ριζικά. Ήδη από το 2030, τα κράτη της ΕΕ θα πρέπει να προμηθεύονται το ήμισυ του στρατιωτικού εξοπλισμού τους από την εσωτερική αγορά της ΕΕ και έως το 2035 το ποσοστό αυτό θα πρέπει να είναι φτάσει το 60%.
Αντιδράσεις από κράτη μέλη
Όμως, ενώ οι στόχοι της στρατηγικής συμφωνούνται ευρέως στην ΕΕ, οι μέθοδοι που έχει στο μυαλό της η Επιτροπή προκαλούν ήδη εκνευρισμό. «Αυτό που σχεδιάζει η Κομισιόν είναι «υπερβολικό», λένε αρκετοί διπλωμάτες.
Η άμυνα είναι υπόθεση των κρατών της ΕΕ· η Επιτροπή δεν χρειάζεται να παρεμβαίνει σε αυτά.
Στην πραγματικότητα, πάντως η Επιτροπή θέλει να διασφαλίσει ένα είδος συνολικής εποπτείας των αμυντικών βιομηχανιών στα κράτη μέλη πραγματοποιώντας μια «χαρτογράφηση» των αμυντικών αλυσίδων εφοδιασμού.
Στόχος είναι «να αναλυθεί η παραγωγική ικανότητα στην ΕΕ, οι επιρροές στην προμήθεια σημαντικού στρατιωτικού εξοπλισμού και αποθεμάτων σε σχεδόν πραγματικό χρόνο».