Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας επιτρέπει για πρώτη φορά την εξαγωγή προηγμένων τεχνολογικών όπλων, δηλαδή των μαχητικών αεροσκαφών GCAS έκτης γενιάς με τεχνητή νοημοσύνη που αναπτύχθηκαν μαζί με την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η εν λόγω αλλαγή σηματοδοτεί μια σημαντική απομάκρυνση από τις ειρηνιστικές αρχές που ενσωματώθηκαν στην ταυτότητα της χώρας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς
Ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, Fumio Kishida, πρωτοστάτης της απόφασης, στοχεύει να ωθήσει την Ιαπωνία προς έναν πιο διεκδικητικό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, αυξάνοντας παράλληλα τα έσοδά της μέσω της εγχώριας βιομηχανίας όπλων.
Ωστόσο, η απόφαση προκαλεί αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς.
Δεν είναι, πλέον, μόνο υποστηρικτής των προγραμμάτων των άλλων
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές για τις εξαγωγές όπλων, η Ιαπωνία θέλει να εξάγει μαχητικά αεροσκάφη νέας γενιάς που αναπτύχθηκαν σε συνεργασία με την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο (πρόγραμμα GCAP).
Σύμφωνα με το BBC, αυτά τα μαχητικά αεροσκάφη θα χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη και προηγμένους αισθητήρες για να βοηθούν τους πιλότους.
Ανακοινώνοντας την απόφαση, το υπουργικό συμβούλιο δήλωσε ότι «η απαγόρευση εξαγωγής τελικών προϊόντων θα παρεμποδίσει τις προσπάθειες ανάπτυξης του νέου αεροσκάφους και θα περιορίσει την Ιαπωνία σε υποστηρικτικό ρόλο».
Η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πρόθυμες να πουλήσουν το αεροσκάφος για να ανακτήσουν το κόστος ανάπτυξης και παραγωγής, αναφέρει το AP.
Επιπλέον, η εξαγωγή του τζετ θα ενισχύσει την αμυντική βιομηχανία της Ιαπωνίας.
Αν και η κυβέρνηση λέει ότι δεν έχει επί του παρόντος σχέδια για την εξαγωγή άλλων «φονικών» όπλων που έχουν αναπτυχθεί από κοινού, η απόφαση ωστόσο δημιουργεί ένα προηγούμενο για πιθανές μελλοντικές εξαγωγές προηγμένης στρατιωτικής τεχνολογίας.
Έως το 2035 η ανάπτυξη των νέων αεροσκαφών
Τα νέα αεροσκάφη -που προορίζονται να αντικαταστήσουν τον απαρχαιωμένο στόλο των αμερικανικής σχεδίασης μαχητικών F-2 της Ιαπωνίας- αναμένεται να αναπτυχθούν έως το 2035.
Αυτή η κοινοπραξία με την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, που ονομάζεται Global Combat Air Program (GCAP), σηματοδοτεί την πρώτη συνεργασία του Τόκιο για αμυντικό εξοπλισμό με μια χώρα εκτός των ΗΠΑ.
Ενίσχυση της άμυνας της Ιαπωνίας
Η απόφαση έρχεται πριν από την επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού Fumio Kishida στις ΗΠΑ τον Απρίλιο.
Στο πλαίσιο του οποίου αναμένεται να τονιστεί η συμμαχία του Τόκιο με την Ουάσινγκτον και την ετοιμότητα της χώρας του να εμπλακεί περισσότερο στις αμυντικές συνεργασίες.
Εν μέσω της κλιμάκωσης των περιφερειακών εντάσεων, ιδίως της αύξησης των κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ Κίνας και Ρωσίας, το νέο μαχητικό αεροσκάφος θα καθησυχάσει το έθνος προσφέροντας ενισχυμένες δυνατότητες ανίχνευσης και stealth.
Η Ιαπωνία είχε καταφύγει στην ειρηνιστική της πολιτική μετά την καταστροφή και την ήττα του έθνους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με αυτές τις πολιτικές ήρθε η απαγόρευση της εξαγωγής θανατηφόρων όπλων.
«Ο εναγκαλισμός της Ιαπωνίας με τις εξαγωγές όπλων υπονομεύει τις ειρηνιστικές αρχές της»
Παρ’ όλες αυτές τις δικαιολογίες της κυβέρνησης, η απόφαση προκάλεσε έντονες συζητήσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Σύμφωνα με το AP, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι ο εναγκαλισμός της Ιαπωνίας με τις εξαγωγές όπλων υπονομεύει τις ειρηνιστικές αρχές της.
Βουλευτές της αντιπολίτευσης έχουν επικρίνει την κυβέρνηση για τη λήψη αυτής της ιστορικής απόφασης χωρίς να ζητήσει την έγκριση του κοινού και της αντιπολίτευσης.
Η Ιαπωνία θα επιδιώξει τώρα να εξάγει το αεροσκάφος σε διάφορες χώρες με τις οποίες έχει συνεργαστεί, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γερμανίας, της Ινδίας και του Βιετνάμ.