Μετά την χειρονομία του Αλβανού πρωθυπουργού, Έντι Ράμα, προς μια δημοσιογράφο, ο ίδιος απαντά μέσω του X στις αντιδράσεις που προκάλεσε η κίνησή του.
«Έτσι πρέπει να λειτουργεί η πληροφόρηση και να τιμάται η αλήθεια;», διερωτάται ο πρωθυπουργός της Αλβανίας επιμένοντας πως επρόκειτο για μια «εντελώς αθώα χειρονομία, όπως ένα φιλικό χτύπημα στον ώμο».
Ο Ράμα κάνει λόγο για «παραπλανητική ερμηνεία ενός βίντεο», η οποία όπως υποστηρίζει «αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα από τις μαρτυρίες πολυάριθμων και κυρίως γυναικών δημοσιογράφων που ήταν μάρτυρες της υποτιθέμενης επίθεσης αλλά δεν ρωτήθηκαν καθόλου γι’ αυτήν».
Is this how information should work and truth honored?
To label a completely innocent gesture, such as a friendly pat on the shoulder following a normal conversation with the press where all questions were answered without any lack of patience, first as "aggression" and then as…
— Edi Rama (@ediramaal) March 20, 2024
Ολόκληρη η απάντηση Ράμα
«Έτσι πρέπει να λειτουργεί η πληροφόρηση και να τιμάται η αλήθεια;
Το να χαρακτηρίζεις μια εντελώς αθώα χειρονομία, όπως ένα φιλικό χτύπημα στον ώμο μετά από μια κανονική συζήτηση με τον Τύπο, όπου όλες οι ερωτήσεις απαντήθηκαν χωρίς καμία έλλειψη υπομονής, πρώτα ως “επιθετικότητα” και μετά ως “εκφοβισμό”, χωρίς να ζητάς τη γνώμη των δεκάδων παρόντων δημοσιογράφων που θα μπορούσαν να πιστοποιήσουν το γεγονός από πρώτο χέρι, όχι μόνο δεν υπηρετεί την αλήθεια αλλά δείχνει και ασέβεια προς τα πραγματικά θύματα της επιθετικότητας και του εκφοβισμού στο σημερινό πεδίο της δημοσιογραφίας.
Επιπλέον, όταν μια εντελώς απίστευτη παραπλανητική ερμηνεία ενός βίντεο αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα από τις μαρτυρίες πολυάριθμων και κυρίως γυναικών δημοσιογράφων που ήταν μάρτυρες της υποτιθέμενης επίθεσης αλλά δεν ρωτήθηκαν καθόλου γι’ αυτήν, ο εντυπωσιασμός υπερισχύει της ακρίβειας.
Προσθέτοντας στο θέαμα, εισάγεται ο εντελώς αβάσιμος ισχυρισμός ότι αυτή η υποτιθέμενη πράξη εκφοβισμού προκλήθηκε από ερωτήσεις σχετικά με ένα έργο που αφορούσε συγγενή του προέδρου Τραμπ.
Λοιπόν, εδώ είναι αυτό που μπορώ να πω:
Πρώτον, είμαι υπερήφανος που ηγούμαι ενός έθνους όπου, πριν από τη θητεία μου, οι δημοσιογράφοι αντιμετώπιζαν αληθινές σφαίρες, σωματική βλάβη, τελετουργικό εκφοβισμό και συστηματική παρενόχληση. Από τότε που ανέλαβα τα καθήκοντά μου, υπήρξε μια αξιοσημείωτη μετατόπιση στην εξασφάλιση ότι κάνουν τη δουλειά τους χωρίς κανένα πραγματικό πρόβλημα, ακόμη και όταν λίγοι από αυτούς ασχολούνται συνεχώς με ψευδείς ειδήσεις, ψευδείς κατηγορίες και επιθέσεις στην οικογένειά μου ή το ίδιο για άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου ή του κοινοβουλίου.
Δεύτερον, έχοντας ένα γνωστό ιστορικό στα χαρακώματα των ελεύθερων ομιλητών, όταν η ελευθερία του λόγου θα μπορούσε να μου κοστίσει την ίδια μου τη ζωή, είχα την καμπύλη εκμάθησης στο να γίνω υπομονετικός ακόμη και μπροστά σε μερικές φορές προσβλητικούς ανήθικους δημοσιογράφους. Ποτέ δεν έγινε κάτι σωματικό για όνομα του Θεού, αλλά τους έχουν δοθεί κάποιες ωμά αντιδιπλωματικές απαντήσεις, οι οποίες για σοβαρούς λόγους δεν βοήθησαν ιδιαίτερα τη φήμη μου μεταξύ των υπερασπιστών της ελευθεροτυπίας και των ραπόρτερ. Παρ’ όλα αυτά είναι από καιρό που συνέβη οτιδήποτε από αυτά και η δέσμευσή μου για άμεση, διαφανή και με σεβασμό επικοινωνία καθοδηγεί σταθερά τις αλληλεπιδράσεις μου με τους δημοσιογράφους, καθώς αναγνωρίζω πλήρως τον κρίσιμο ρόλο τους στην ενημέρωση του κοινού.
Όσον αφορά αυτή την εκτός τόπου και χρόνου αφήγηση περί “μπουνιάς”, “σπρωξίματος”, “χτυπήματος”, “επίθεσης”, “εκφοβισμού” (και άλλων διαφόρων χαρακτηρισμών φιλικού χτυπήματος κατά την αποχώρηση από το σημείο του Τύπου) που φαίνεται να έχει αποκτήσει δική της ζωή, φαίνεται ότι δεν μου απομένει καμία πορεία δράσης για να επηρεάσω».