Ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ ανακοίνωσε την παραίτησή του από την πρωθυπουργία και από την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος Fine Gael, σε μια αιφνιδιαστική κίνηση, για την οποία επικαλέστηκε προσωπικούς και πολιτικούς λόγους.
«Παραιτούμαι από την προεδρία και την διεύθυνση του Fine Gael και θα παραιτηθώ από την θέση του πρωθυπουργού μόλις ο διάδοχός μου θα είναι σε θέση αναλάβει τα καθήκοντά του», ανακοίνωσε ο Λίο Βαράντκαρ.
Κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην είσοδο του πρωθυπουργικού γραφείου, ο συγκινημένος Λίο Βαράντκαρ αναφέρθηκε στα επιτεύγματα των προηγούμενων κυβερνήσεων, παραδεχόμενος παράλληλα και ορισμένες αποτυχίες στην διαδρομή.
Αναγνωρίζοντας ότι ποτέ δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να παραιτηθεί κανείς, πρόσθεσε ότι «έπειτα από επτά χρόνια στην πρωθυπουργία, δεν αισθάνομαι ότι είμαι ο καλύτερος για την δουλειά», πρόσθεσε. Ο Λίο Βαράντκαρ δήλωσε ότι δεν έχει προς το παρόν σχέδια για το μέλλον.
Στις αρχές Απριλίου η αλλαγή ηγεσίας
Ο Βαράντκαρ θα παραμείνει πρωθυπουργός μέχρι το κόμμα του να εκλέξει νέο ηγέτη, κάτι που αναμένεται να γίνει κατά την διάρκεια της ετήσιας διάσκεψης του Fine Gael, στις αρχές του Απριλίου.
Ακολούθως, το ιρλανδικό κοινοβούλιο θα ορίσει πρωθυπουργό τον νέο ηγέτη του Fine Gael.
https://twitter.com/AFP/status/1770430219226132851
Η αποχώρηση του Βαράντκαρ από επικεφαλής του τρικομματικού συνασπισμού δεν οδηγεί αυτόματα σε εκλογές.
Η τελευταία πρωθυπουργική θητεία του Λίο Βαράντκαρ ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2022. Το 2017, ήταν ο πρώτος μετανάστης, γιατρός και ομοφυλόφιλος, που έγινε πρωθυπουργός μίας βαθιά συντηρητικής Ιρλανδίας. Στα 38 του χρόνια, ήταν επίσης ο νεότερος πρωθυπουργός.
Ανάμεσα στο 2020 και το 2022 άφησε την θέση του στην πρωθυπουργία στον Μάικλ Μάρτιν, ηγέτη του κόμματος Fianna Fáil που συμμετέχει μαζί με το Πράσινο Κόμμα στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Η ήττα στο δημοψήφισμα
Η παραίτησή του έρχεται μετά την ήττα στο δημοψήφισμα της 8ης Μαρτίου, στο πλαίσιο του οποίου η κυβέρνηση πρότεινε την τροποποίηση του Συντάγματος του 1937 σε θέματα των γυναικών και της οικογένειας.
Οι δύο τροπολογίες απορρίφθηκαν από την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Άνω του 67% απέρριψε την τροπολογία που διεύρυνε την έννοια της οικογένειας πέραν της έννοιας του γάμου και το 73% απέρριψε την τροπολογία που απάλειφε από το Σύνταγμα το κείμενο για τον πρωταρχικό ρόλο των γυναικών «στις οικιακές υποχρεώσεις» στο νοικοκυριό.
Η ψηφοφορία θεωρήθηκε ότι απηχεί το κλίμα δυσαρέσκειας στην χώρα των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων και η κυβέρνηση του Λίο Βαράντκαρ κατηγορήθηκε ότι δεν προετοίμασε καλά το πεδίο για το δημοψήφισμα, την ώρα που σχεδόν το σύνολο της πολιτικής τάξης ήταν υπέρ των αλλαγών.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, DPA, Reuters