Έχουν περάσει ακριβώς 21 χρόνια από τότε που οι ΗΠΑ θέλησαν να δικαιολογήσουν στην εσωτερική κοινή γνώμη, αλλά και στην παγκόσμια κοινότητα την καταστροφική, όπως αποδείχθηκε, απόφαση να εισβάλλουν στο Ιράκ.
Στις 5 Φεβρουαρίου 2003, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κόλιν Πάουελ, ανέβηκε στο βήμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και μία διαβόητη πια παρουσίαση PowerPoint εξήγησε το σκεπτικό της χώρας του για τον πόλεμο στο Ιράκ, που επρόκειτο να ξεκινήσει στις 19 Μαρτίου 2003. Ουσιαστική ισχυρίστηκε ότι η Ουάσινγκτον είχε στην κατοχή της αποδείξεις και όχι απλά υποψίες για την παρουσία όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ – κάτι που αποδείχθηκε πως ήταν ένα ψέμα.
Η παρουσίαση
«Ο σκοπός μου σήμερα είναι να μοιραστώ μαζί σας τι γνωρίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ. Η συμπεριφορά του Ιράκ καταδεικνύει ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν και το καθεστώς του δεν έχουν κάνει καμία προσπάθεια να αφοπλίσουν τη χώρα, όπως απαιτείται από τη διεθνή κοινότητα. Πράγματι, τα γεγονότα και η συμπεριφορά του Ιράκ δείχνουν ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν και το καθεστώς του αποκρύπτουν τις προσπάθειές τους να παράγουν περισσότερα όπλα μαζικής καταστροφής… Κάθε δήλωση που κάνω σήμερα υποστηρίζεται από πηγές, στέρεες πηγές. Δεν πρόκειται για ισχυρισμούς. Αυτό που σας δίνουμε είναι γεγονότα και συμπεράσματα που βασίζονται σε αξιόπιστες πληροφορίες» είπε μεταξύ άλλων ο Κόλιν Πάουελ στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, παρουσιάζοντας τα «στοιχεία» σε powerpoint.
Ο Πάουελ ισχυρίστηκε ότι το Ιράκ φιλοξενούσε ένα τρομοκρατικό δίκτυο με επικεφαλής τον πράκτορα της Αλ Κάιντα Αμπού Μουσάμπ αλ-Ζαρκάουι (σε μια μικρή περιοχή που ελέγχεται από το Ανσάρ αλ-Ισλάμ). Υποστήριξε επίσης ότι Ιρακινοί επισκέφθηκαν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν στο Αφγανιστάν και παρείχαν εκπαίδευση σε μέλη της Αλ Κάιντα, αν και χιλιάδες Άραβες από πολλές χώρες έκαναν το ίδιο. Στην πραγματικότητα οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ δεν βρήκαν ποτέ στοιχεία για οποιαδήποτε ουσιαστική συνεργασία μεταξύ του Σαντάμ Χουσεΐν και της Αλ Κάιντα.
Ο ίδιος Πάουελ πολλά αργότερα, το 2016, εμμέσως πλην σαφώς είπε πως ο πρόεδρος Μπους τον χρησιμοποίησε ως μαριονέτα. Είχε επιλεγεί καθώς τον θεωρούσαν μετριοπαθές και αξιόπιστο πρόσωπο. «Την ώρα που έκανα την ομιλία στις 5 Φεβρουαρίου, ο πρόεδρος είχε ήδη λάβει αυτήν την απόφαση για στρατιωτική δράση. Όταν μου δόθηκε αυτό που είχε προετοιμαστεί ως ομιλία, ήταν εντελώς ανεπαρκές. Όταν ρώτησα την Κοντολίζα Ράις, τη σύμβουλο εθνικής ασφάλειας, από πού προήλθε, αποδείχθηκε ότι το είχε γράψει το γραφείο του αντιπροέδρου» είχε παραδεχθεί ο Πάουελ.
Η αναλύτρια της CIA Νάντα Μπάκος είχε επίσης δηλώσει ότι η ομιλία διέφερε σημαντικά από αυτή που ετοίμασε η CIA για τον Πάουελ και από τα αντίγραφα που έλαβε η CIA πριν από την παρουσίαση.
Το κόστος του πολέμου
Πέρα από τον ισχυρό γεωπολιτικό αντίκτυπο που είχε παγκοσμίως η εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ, ήταν τεράστιο και το οικονομικό κόστος της για τις ΗΠΑ. Ο πόλεμος διήρκεσε έως το 2010 και το κόστος του αναθεωρείται συνεχώς, αφού ακαδημαϊκοί και άλλοι ειδικοί ανακαλύπτουν συνεχώς κρυφές δαπάνες.
Η πιο πρόσφατη σημαντική μελέτη ήρθε από το Πανεπιστήμιο Μπράουν, το οποίο υπολόγισε ότι ο πόλεμος στο Ιράκ στοίχισε στους Αμερικανούς 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια. Μόνο οι άμεσες δαπάνες του Υπουργείου Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών για το Ιράκ ανήλθαν συνολικά σε τουλάχιστον 757,8 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά υπήρχε και το συμπληρωματικό κόστος στο εσωτερικό, όπως οι τόκοι που καταβλήθηκαν για τα κεφάλαια που δανείστηκαν οι ΗΠΑ για τη χρηματοδότηση του πολέμου.
Οι αριθμοί αυτοί είναι δραματικά υψηλότεροι από τις τυπικές εκτιμήσεις που δημοσιεύθηκαν λίγο πριν από την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ, πολλές από τα οποία βασίστηκαν σε μικρότερη διάρκεια εμπλοκής. Για παράδειγμα, σε μια συνέντευξη στις 16 Μαρτίου 2003 ο αντιπροέδρος Ντικ Τσένι, ανάφερε ότι «κάθε ανάλυση έλεγε ότι αυτός ο ίδιος ο πόλεμος θα κόστιζε περίπου 80 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Βαγδάτη, ίσως του Ιράκ, περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Θα πρέπει να περιμένουμε ως Αμερικανοί πολίτες ότι αυτό θα στοιχίσει τουλάχιστον 100 δισεκατομμύρια δολάρια για μια διετή εμπλοκή».